70 χρόνια από την έκδοση της πρώτης μεταπολεμικώς εφημερίδας στην Κοζάνη!…Toυ Δημήτρη Κλείδη

15 Min Read

– Πού πας καραβάκι με τέτοιο καιρό; Σε μάχεται η θάλασσα, δεν την φοβάσαι;
– Έκαμα τον σταυρό μου και πιστεύω ότι ο Θεός και ο Άη Νικόλας θα με προστατεύουν και δεν θα μ’ αφήσουν αβοήθητο!…
Η στιχομυθία δεν είναι φανταστική, αλλ’ αληθινή και αφορά ένα ιστορικό γεγονός του τόπου μας, στην μεταπολεμική εποχή: Την ίδρυση και κυκλοφορία της πρώτης – μεταπολεμικώς – εφημερίδας στην Κοζάνη. Ιδού, πως:
Πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου του 1950, μετά τις γιορτές. Στην «καρδιά» του χειμώνα. Και μάλιστα στην Κοζάνη όχι απλώς χειμώνας του… νότου, αλλά βαρυχειμωνιά!…. Με χιόνια, πάγους, θερμοκρασία κάτω από το μηδέν!… Ολικός παγετός, επί ημέρες!…
Παγωνιά, κυριολεκτικά, αλλά και μεταφορικά, καθώς δεν αφορούσε μόνο τις καιρικές συνθήκες, αλλά είχε άμεσο αντίκτυπο στη ζωή και κίνηση της περιοχής, στις εργασίες, στις καθημερινές ασχολίες, στην ιδιωτική και εθνική οικονομία, που δεν ήταν ότι καλλίτερο, λόγω των απωλειών, καταστροφών και συμφορών της προηγούμενης εμπόλεμης δεκαετίας.
Συνθήκες δυσμενείς, αντίξοες και κάθε άλλο παρά πρόσφορες για το ξεκίνημα μιας ιδιωτικής επαγγελματικής προσπάθειας, όταν μάλιστα δεν έχει κανείς τα μέσα – κυρίως τα οικονομικά – για την έναρξη αυτής. Εγχείρημα παράτολμο, με μηδαμινές πιθανότητες ευδοκίμησης.
Κόντρα σ’ όλες αυτές τις δυσκολίες, το καραβάκι ξεκίνησε!… Και ταυτόχρονα η… «Οδύσσεια» εντός καπετάνιου απ’ τη… στεριά!: Του Ιωάννη Μιχαήλ Ζηκόπουλου, από την Ανθούσα Βοΐου του Νομού Κοζάνης!… Ενός ατρόμητου καραβοκύρη, ο οποίος είχε βάλλει στόχο της ζωής του να κάμει το επάγγελμα που αγαπούσε από μικρός, αυτό που ένοιωθε ότι γεννήθηκε μαζί του, αυτό που τον γέμιζε, αυτό που τον ενθουσίαζε, αυτό που το χαιρόταν: Την δημοσιογραφία!…

Ο ιδρυτής και εκδότης της «Δυτικής Μακεδονίας», ο οποίος επί 50 συνεχή χρόνια προσέφερε τις ανεκτίμητες υπηρεσίες του στον τόπο μας, για την προβολή και επίλυση των προβλημάτων μας.

- Advertisement -

Έτσι εξηγείται το ότι, ενώ του είχαν παρουσιασθεί άλλες ευκαιρίες, εύκολες και χωρίς ρίσκο, αυτός προτίμησε να κάμει το επάγγελμα που αγαπούσε και όχι οποιοδήποτε άλλο ως αγγαρεία. Ας σημειωθεί ότι, μόλις τέλειωσε τις σπουδές του, στην Ανώτατη Δημοσιογραφική Σχολή και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, διορίσθηκε δημόσιος υπάλληλος, σε ένα τομέα (Εφοριακός), όμως, που δεν ταίριαζε με τον χαρακτήρα του, καθώς ήταν αδύνατο να φορολογεί αυτός, τον κοσμάκη, γι’ αυτό υπέβαλε την παραίτησή του!… Επίσης, υπέβαλε την παραίτησή του και από το Υπουργείο Γεωργίας, όταν ο συντοπίτης Υπουργός Χρήστος Γουλόπουλος τον είχε προσλάβει στο γραφείο του και επέμενε να την ανακαλέσει, λέγοντάς του:
– Πού θα πας; Δεν βλέπεις ότι όλοι πασχίζουν να τρυπώσουν κάπου, στα σίγουρα και να βολευθούν; Και εσύ αφήνεις τα σίγουρα και πας να παίξεις το κεφάλι σου «κορώνα – γράμματα»;
Η απάντηση του Ιωάννη Ζηκόπουλου ήταν καταλυτική:
– Υπουργέ μου, σ’ ευχαριστώ για όλα και τις πατρικές σου συμβουλές. Θα πάω, όμως, επάνω και θα πραγματοποιήσω το όνειρό μου, θα βγάλω εφημερίδα, για να έχει και ο τόπος μας μιά φωνή. Πιστεύω ότι έτσι, θα φανώ πιο χρήσιμος!…
– Τότε, στο καλό, κι ο Θεός και η Παναγιά μαζί σου!…
Όπως, γίνεται αντιληπτό, οι προτροπές φίλων και γνωστών έκλιναν στο να εγκαταλειφθεί το εγχείρημα της έκδοσης εφημερίδας, αλλά ο Ιωάννης Ζηκόπουλος δεν πτοούνταν. Απεναντίας, πήγε και συνάντησε ένα παλιό γνώριμό του, τον Ανδρέα Αποστολίδη, ο οποίος είχε διατελέσει Υπουργός Οικονομικών, προπολεμικώς και ο οποίος ήταν από τους λίγους, που συμφωνούσε μαζί του στην έκδοση εφημερίδας, ενισχύοντάς τον ηθικώς στην απόφασή του και υλικώς με ένα συμβολικό ποσό.

Ο Κώστας Σακελλαρίου, υπεύθυνος συντάξεως και από τους στυλοβάτες της εφημερίδας «Δυτική Μακεδονία», με την μακρόχρονη θητεία του στην καταγραφή και προβολή των γεγονότων της περιοχής μας.

Στην Κοζάνη, που θα εκδίδονταν η εφημερίδα, δεν υπήρχε τίποτε έτοιμο, ούτε μία καρέκλα, για την πραγματοποίηση του εγχειρήματος!… Ωστόσο, ο επίδοξος ιδρυτής της εφημερίδας, βρήκε τον Σταύρο Θεοδοσιάδη, διευθυντή και εκδότη της προπολεμικώς εκδιδομένης στην Κοζάνη εφημερίδας, «Ηχώ της Μακεδονίας», η οποία τυπώνονταν στο τυπογραφείο – γραφείο του, κείμενο επί της σημερινής οδού Ξενοφώντος Τριανταφυλλίδη, μετά το αρτοποιείο Γεωργ. Βαμβακά και Σία και δίπλα από την είσοδο του (τότε) ξενοδοχείου «Πανελλήνιον» του Μιλτιάδη Τζουβαλέκη, όπου και εγκαταστάθηκε.
Επίσης συναντήθηκε με τον Κώστα Σακελλαρίου, ανταποκριτή στην Κοζάνη της εν Θεσ/νίκη εκδιδομένης ημερησίας εφημερίδας «Το Φως», τον οποίο προσέλαβε ως υπεύθυνο συντάξεως, καθώς επίσης και με τον τυπογράφο Σίμο Μικρού, τον οποίο προσέλαβε ως τυπογράφο και υπεύθυνο τυπογραφείου.
Μετά την απαραίτητη στελέχωση, ξεκίνησαν αμέσως οι διαδικασίες για την έκδοση της εφημερίδας. Από τα πρώτα της, όμως, βήματα άρχισαν τα εμπόδια, κυρίως οικονομικά. Το πρώτο φύλλο είχε προγραμματισθεί να κυκλοφορήσει στις 16 Ιανουαρίου και με την ημερομηνία αυτή τυπώθηκαν οι μεσαίες σελίδες. Όμως, ελλείψει χρημάτων, δεν προχώρησε η εκτύπωση, για να συνεχισθεί την επόμενη εβδομάδα, με ημερομηνία 23 Ιανουαρίου 1950, που είχαν οι εξωτερικές σελίδες και που κυκλοφόρησε η εφημερίδα, με τίτλο «Ελληνική Μακεδονία» και με δύο ημερομηνίες!…
Αυτό, όμως, δεν στάθηκε εμπόδιο στην μεγάλη ζήτηση της εφημερίδας, καθώς εκείνη την ημέρα πωλήθηκαν από τους εφημεριδοπώλες 1.800 φύλλα, στην Κοζάνη!… Ίσως, σ’ αυτό συνέβαλε και το ότι η «Ελληνική Μακεδονία» κυκλοφόρησε Δευτέρα πρωί – όπως και τα επόμενα φύλλα, καθώς η έκδοσή της ήταν εβδομαδιαία – και την Δευτέρα δεν κυκλοφορούσαν οι πρωινές ημερήσιες εφημερίδες της Θεσ/νίκης («Ελληνικός Βορράς», «Μακεδονία», «Το Φως»), που κυκλοφορούσαν πρωινές ώρες όλες τις άλλες ημέρες της εβδομάδας, στην Κοζάνη. Το γεγονός όμως, ότι και τα επόμενα φύλλα της «Ελληνικής Μακεδονίας» είχαν ανάλογη ή και μεγαλύτερη κυκλοφορία από το πρώτο φύλλο, έδειχνε ότι η εφημερίδα άρεσε από την πρώτη στιγμή και δημιούργησε αξιόλογο αναγνωστικό κοινό. Άλλωστε, η «Ελληνική Μακεδονία» κυκλοφορούσε 4σέλιδη, 8στηλη, σε μέγα σχήμα, όπως οι εφημερίδες της Θεσ/νίκης και των Αθηνών, με πλούσια ποικίλη ύλη (ειδήσεις της πόλης και της υπαίθρου με τα προβλήματά τους, ειδικά θέματα, την κοινωνική ζωή και κίνηση της Κοζάνης, καλλιτεχνικές, πολιτιστικές, αθλητικές εκδηλώσεις, τα εσωτερικά και εξωτερικά νέα, ανελλιπώς δε με κύριο άρθρο, σχόλια, εύστοχες παρατηρήσεις.
Το κύριο άρθρο και τα περισσότερα σχόλια ήταν του διευθυντού Ιωάννου Μιχ. Ζηκόπουλου, ενώ την επιμέλεια της στήλης του «Δυτικομακεδόνος» την είχε ο Κώστας Σακελλαρίου, μαζί με άλλα θέματα ποικίλης ύλης. Η εφημερίδα σιγά – σιγά είχε και αρκετούς εθελοντές συνεργάτες, που είχαν ξεχωριστές στήλες. Μεταξύ αυτών, ο Υπουργός Διονύσιος Μανέντης (με τα «Έπεα Πτερόεντα»), ο Βασίλειος Φόρης (με θέματα της γλώσσας), ο Φώτης Παπανικολάου (με Λαογραφικά του Βοΐου), ο Ζήνων Πιτένης (με τις «Περιπέτειες του Λιόλιου», στο Κοζανίτικο ιδίωμα), ο Βουλευτής Θεόδωρος Σαράντης (με Ιστορικά της Μακεδονίας και τον Στρατηλάτη Μέγα Αλέξανδρο), ο Γεώργιος Σαμ (με την «Έμμετρο Εφημερίδα»), ο Ιωάννης Τζημόπουλος (με λαογραφικά κυρίως κείμενα), ο Κώστας Παπούλιας (με επίκαιρα σημειώματα), ο Μιλτιάδης Λεοντάρης (με δημοσιονομικά θέματα), ο Δικηγόρος Γεώργιος Καράτζιας (με διάφορα θέματα της Κοζάνης), ο μετέπειτα Υπουργός Μιχάλης Παπακωνσταντίνου (με Κοζανίτικα θέματα και το «Μακεδονικό ζήτημα»), ο Δικηγόρος και Βουλευτής Ιωάννης Αντωνιάδης (με την ιστορία του Βελβεντού και άλλα λογοτεχνικά κείμενα), ο Γεώργιος Μπόντας (με θέματα της Σιατίστης), ο Κώστας Πεσνικάς (με την ζωή και κίνηση της Σιατίστης), ο Διευθυντής της Βιβλιοθήκης Κοζάνης Νικ. Δελιαλής (με ποικίλη θεματογραφία), ο Κώστας Σκορδάς και στη συνέχεια …«Βενιαμίν» όλων και συντάκτης του παρόντος (με τα αθλητικά γεγονότα) κ.α. Έτσι, ο αναγνώστης είχε πληρότητα, ενημέρωση και έμενε ικανοποιημένος. Γι’ αυτό, από τα πρώτα φύλλα άρχισε η αθρόα εγγραφή συνδρομητών όχι μόνο από την Κοζάνη και την περιφέρεια, αλλά και από την Θεσ/νίκη, την Αθήνα και αλλαχού, όπου υπήρχαν Κοζανίτες, Δυτικομακεδόνες κ.α.

Ο Σίμος Μικρού, υπεύθυνος τυπογραφείου, σελιδοποίησης και εκτύπωσης της εφημερίδας «Δυτική Μακεδονία», μπροστά στις κάσες των τυπογραφικών στοιχείων και στο «μάρμαρο», με την τυπογράφο Αφροδίτη Καραγκούνη και νεαρή εκπαιδευόμενη (στο μέσον της φωτο).

Η διακίνηση της εφημερίδας γινόταν πλέον ταχυδρομικώς και για την έγκαιρη παραλαβή της από τους συνδρομητές, ξεκινούσε ένας άλλος αγώνας για την ταχεία διεκπεραίωση της εφημερίδας, με την βοήθεια ωρισμένων φίλων – εθελοντών, που έγραφαν τα στοιχεία και τις διευθύνσεις των συνδρομητών στο επάνω δεξιό τμήμα της πρώτης σελίδας των εφημερίδων, οι οποίες συσκευαζόμενες σε δέματα, παραδίδονταν στο Ταχυδρομείο, για διανομή.
Πολύπλευρη και σημαντική η προσφορά του διευθυντή Ιωάννου Ζηκόπουλου στην έκδοση της εφημερίδας. Ήταν ο ιθύνων νους, αλλά και το… εκτελεστικό όργανο για την επίτευξη του σκοπού. Ήταν ο άνθρωπος, που γνώριζε άριστα το αντικείμενο, καθώς από τα εφηβικά του χρόνια δημοσίευσε στην «Καθημερινή» του Γ.Α. Βλάχου, άρθρα για τα προβλήματα στο Τσοτύλι, την γενέτειρά του Ανθούσα, το Βόϊο και χρόνο με τον χρόνο προόδευε. Είχε την ικανότητα να «πιάνει» τον «σφυγμό» των γεγονότων και να εκφράζει τον παλμό της κοινωνίας, καθώς είχε ευθυκρισία, παρατηρητικότητα, θέληση, αγάπη για την Πατρίδα και μόνιμο καημό να την βλέπει προς το καλλίτερο. Δεν δίσταζε να στηλιτεύει το στραβό και το άδικο, οποθενδήποτε και αν προέρχονταν, χωρίς να κλονίζεται από πολιτικές και κομματικές παρεμβάσεις. Ακολουθούσε την δική του γραμμή, ειδικά σε θέματα κοινωνικά, πατριωτικά, εθνικά, έχοντας ως γνώμονα την φράση του Ίωνα Δραγούμη: «Έλληνες, αν σώσουμε την Μακεδονία, η Μακεδονία θα μας σώσει», φράση, την οποία είχε ως υπέρτιτλο σε κάθε φύλλο της εφημερίδας του. Δεν είχε την παραμικρή δυσκολία να επιβραβεύει κάθε τι, που ήταν δίκαιο και σωστό, χωρίς να «χαϊδεύει αυτιά». Αντίθετα μάλιστα, ασκούσε δριμεία κριτική σε κάθε ανομία, με την οξύτατη γραφίδα του, λέγοντας:
– Δεν είμαι από εκείνους που προσκυνούν το «γκουβέρνο». Στη ζωή μου έμαθα να λέγω και να γράφω την αλήθεια και να δίνω μάχες, χωρίς να μετανοιώνω γι’ αυτό. Στηρίζομαι στην αγάπη και την συνδρομή των αναγνωστών, πρωτίστως.
Χωρίς επιχορηγήσεις συνέχισε την πορεία του και το 1953 πήγε στην Αμερική, ακτοπλοϊκώς σε ένα ταξίδι διαρκείας ενός μηνός περίπου, για την εγγραφή συνδρομητών. Οι ομογενείς ανταποκρίθηκαν μετά χαράς και σιγά – σιγά είχε συνδρομητές και στον Καναδά, την Αυστραλία, την Ευρώπη. Όλοι τους λαχταρούσαν να πάρουν το φύλλο κάθε εβδομάδα για να μάθουν τα γεγονότα της περιοχής τους.
Την 27 Ιουλίου 1953 και από το υπ’ αριθμ. 175 φύλλο της, η «Ελληνική Μακεδονία» μετονομάσθηκε σε «Δυτική Μακεδονία» και έκτοτε συνέχισε εξακολουθητικώς την έκδοσή της μέχρι την 16-12-1999, με αριθμ. φύλλου 2348, επί μισό αιώνα, με τον ίδιο καπετάνιο, τον ίδιο τιμονιέρη, τον ίδιο καραβοκύρη, τον θαλερό διευθυντή της, Ιωάννη Ζηκόπουλο!…

Με τον καιρό και την επίδραση του πανδαμάτορα χρόνου, αρκετοί συνεργάτες του, όπως ο Κώστας Σακελλαρίου, η τυπογράφος Αφροδίτη Καραγκούνη, ο υπεύθυνος τυπογραφείου Σίμος Μικρού, ο Γεώργιος Σάμ, ο Νικ. Δελιαλής, ο Γεωργ. Καράτζιας, ο Ιωαν. Αντωνιάδης, ο Διον. Μανέντης, ο Ζήνων Πιτένης, ο Φώτης Παπανικολάου κ.α. σταμάτησαν. Ο Ιωάννης Ζηκόπουλος, όμως, συνέχιζε μέχρι και τα 90 χρόνια του, βγάζοντας την εφημερίδα του!…
Φαινόμενο από τα σπάνια, που φανερώνει το πάθος που είχε ο Ιωάννης Ζηκόπουλος για την δημοσιογραφία και την ακατάβλητη θέλησή του να πετύχει το εγχείρημα. Όπως και έγινε. Η επιτυχία, όμως, ήλθε, γιατί ο άνθρωπος, που ετόλμησε εκεί, όπου οι άλλου ήσαν διστακτικοί, ήταν δημοσιόγραφος. Ο οποίος εγνώριζε καλά το αντικείμενο και ακόμη καλλίτερα τα ελληνικά (την γλώσσα).
Ο Ιωάννης Ζηκόπουλος ήταν δημοσιογράφος και μόνον. Ούτε επιχειρηματίας, ούτε εργολάβος, ούτε βιομήχανος, ούτε έμπορος, ούτε λίγο απ’ όλα, όπως οι περισσότεροι στη σημερινή εποχή, οι οποίοι, με τον πακτωλό των χρημάτων τους εξυπηρετούν είτε ίδια, είτε αλλότρια συμφέροντα, έχοντας ασήμαντη προσφορά στην κοινωνία.
Ο Ιωάννης Μιχ. Ζηκόπουλος, στην υπερπεντηκονταετή πορεία του άφησε έντονη την σφραγίδα του, καθώς η πολύτιμη προσφορά του και η ανεκτίμητη συμβολή του στην προβολή και επίλυση των τοπικών προβλημάτων, είναι αποτυπωμένη διαχρονικά στις αναρίθμητες σελίδες της εφημερίδας του!…
Πέρα απ’ αυτά, ο Ιωάννης Ζηκόπουλος δημιούργησε οικογένεια, νυμφευθείς την εκλεκτή της καρδιάς του, Ελενίτσα, το γένος Καπιτσόγλου, με την οποία απέκτησαν την μονάκριβη κόρη τους, Μαρίνα, την οποία ανέθρεψαν με τις ελληνοχριστιανικές αρχές και πανεπιστημιακή μόρφωση στην ημεδαπή και στο εξωτερικό (Ελβετία).
Ο Ιωάννης Ζηκόπουλος υπήρξε ένας «Οδυσσέας», ο οποίος, κατά την διάρκεια της «Οδύσσειάς» του, δεν φοβήθηκε «… τους Κύκλωπες» τους Λαιστρηγόνες, τον άγριο Ποσειδώνα…» και βγήκε στον πηγαιμό για την Ιθάκη του το 1999 και μετά μία τετραετία, τον Μάιο του 2003, σε ηλικία 94 ετών, για το τελευταίο ταξίδι του, που εύχονταν «να είναι μακρυνό, γεμάτο περιπέτειες…».
ΔΗΜ. ΚΛΕΙΔΗΣ

 

Μοιραστείτε την είδηση