Αρμοδιότητα δεν έχω. Επιρροή δεν διαθέτω. Οι ετυμηγορίες είναι για τους δικαστές. Διατηρώ όμως το δικαίωμα της αποδοκιμασίας και υποχρεούμαι να την εκφράζω όταν αντικείμενό της είναι η πιο κατάφωρη αδικία. Γραφικό το πλαίσιο ίσως για τον λιγότερο αυθόρμητο αναγνώστη, τον οποίο θα πρέπει να αποδεχτώ ή και να οικτίρω εκ των προτέρων για τον νωθρό «πραγματισμό» του, ο οποίος είναι και το μεγαλύτερο μέρος του προβλήματος.
Αρχικά οι ορισμοί: Το δικαίωμα στην άμυνα το έχουν όλοι. Δικαίωμα στην γενοκτονία δεν υφίσταται, ούτε αποκτάται μεταδοτικά. Τα εγκλήματα πολέμου δεν είναι σκυτάλες.
Σύμφωνα με έκθεση συστάδας διεθνών οργανισμών (IPC-βλ. εδώ) πάνω από 1 εκατομμύριο ανθρώπων στην λωρίδα της Γάζας κινδυνεύει πλέον άμεσα από αφανισμό λόγω υποσιτισμού. Η διαφορά αυτής της περίπτωσης με άλλες, όπως λ.χ. στο Σουδάν όπου 5 εκατομμύρια άνθρωποι διατρέχουν σήμερα τον ίδιο κίνδυνο, είναι πως ο υποσιτισμός στην Γάζα δεν είναι αποτέλεσμα μιας κάκιστης πολιτικής κατάστασης, ενός πολέμου ή μιας γενικότερης αδιαφορίας της υπόλοιπης ανθρωπότητας, αλλά μια τεχνητή απαγόρευση επίλυσης του προβλήματος και μια ορατή, από όλους μας, μεθόδευση εξολόθρευσης ενός πληθυσμού: σήμερα μόνο, πριν λίγες ώρες, σκοτώθηκαν σε στρατιωτική επιδρομή 23 εργαζόμενοι έκτακτου σιτισμού στην Βόρειο Γάζα. Και εδώ προκύπτουν ερωτήματα που αφορούν όλους, όχι μόνο τους υψηλά αρμοδίους. Γιατί όταν ένα άμεσα αναστρέψιμο δεινό είναι ορατό από όλους κι όμως δεν αναστρέφεται, τότε μας αφορά όλους, ακόμη και τους πλέον εθελότυφλους. Το ζήτημα δεν είναι καν πολιτικό, είναι πλέον σχεδόν βιοηθικό και μάλιστα πολύ πιο σημαντικό από τα προσφάτως προβεβλημένα, επομένως θεμιτό είναι να λάβουν θέση και οι φυσικοί, ιερατικοί ή δημοσιογραφικοί διαλογιστές της ανθρώπινης φύσης. Και ενώ στην πολιτική, αλλά και τον πόλεμο ακόμη, μπορούν να στέκουν τόσες δεκτές και εκ διαμέτρου αντίθετες ιδέες όσες και οι αντίπαλες πλευρές, στην μεθοδική εξολόθρευση αμάχων και την εξουδετέρωση της προστασίας τους, όποια κι αν είναι τα προηγούμενα και διασταλτικά «δίκια» του ενεργούντος, έχουμε την απόλυτη έκφραση του κακού και κάθε άλλη θεώρηση μάλλον χρήζει περιοριστικής ψυχιατρικής παρακολούθησης.
Η Ελληνική πλευρά, το διπλωματικό σώμα και η κυβέρνηση, ενεργούν όπως ορίζει η χαραγμένη στρατηγική της χώρας. Δεν μπορούμε να περιμένουμε συναισθηματική ή αξιακά μεταβαλλόμενη στάση από ένα σώμα που λειτουργεί βάσει υπερκείμενων κανόνων και περίπλοκα δεσμευμένων γεωπολιτικών σχέσεων. Μπορούμε ωστόσο να εκφράσουμε έντονη διαφωνία και πρέπει στην περίπτωση αυτή να το κάνουμε. Επειδή ναι μεν αγνοούμε την λεπτομέρεια των χειρισμών και τους συσχετισμούς δυνάμεων ή τις πολλαπλές πιθανές παρενέργειες μιας διαφοροποίησης, όμως δεν αγνοούμε την αμετάβλητη και ακέραιη αξία της ανθρώπινης ζωής, η οποία θα πρέπει να παραμένει αδιαπραγμάτευτη, ανώτερη κάθε εθνικής και υπερεθνικής τακτικής, τουλάχιστον για όσο εντασσόμαστε στο ανθρώπινο είδος, καμαρώνοντας και στεφανώνοντας μάλιστα το συγκεκριμένο εθνόσημο που φέρει Σταυρό κι όχι κέρατα.
Πρέπει λοιπόν εδώ, όσο κι αν αυτό δημιουργεί δυσφορία και ασύμμετρο βάρος ευθύνης σε όλους μας, ο ίδιος ο Ελληνικός λαός να εκφράσει, απρόσκλητα μάλλον, την γνώμη του για το ζήτημα. Και είναι βέβαιο πως αυτή η γνώμη θα είναι υπέρ του άμεσου σιτισμού των αμάχων και της παύσης του πυρός. Πρέπει έπειτα αυτή η γνώμη να γίνει σεβαστή από την ουσιαστική έκφραση της εξωτερικής μας πολιτικής. Δεν αρκεί να σταθούμε προγνωστικά στο αποτέλεσμα που μια απόπειρα θα έχει ή δεν θα έχει, ως αφορμή αδράνειας. Έχουμε χρέος – λάβαμε γνώση και οφείλουμε δράση. Και δεν πρόκειται για σύσταση από το υπόγειο στο ρετιρέ, αλλά για λογικό συμπέρασμα.
Θα πρέπει λοιπόν οι ενεργοί τοπικοί φορείς να συντάξουν από κοινού μια βέβαιη και ορθά διατυπωμένη υπόμνηση προς τους εθνικούς μας αντιπροσώπους, ασφαλώς χωρίς διασπαστικές αποχρώσεις, πως η κυβέρνηση έχει χρέος να διαφυλάσσει την ανθρώπινη ζωή όπου γης με τις ενέργειες και συμμορφώσεις της και δεν δικαιούται το αντίθετο εν ονόματι του Ελληνικού λαού. Είναι βέβαιο πως οι πολίτες θα προσυπογράψουν και το βάρος των αριθμών θα πρέπει να πείσει τους ερωτώντες και ερωτώμενους βουλευτές να λάβουν υπ’ όψιν την ευθεία κοινή γνώμη. Η διαδρομή αυτή ίσως μοιάζει δύσβατη, πρακτικά ασύλληπτη, εξωκοινοβουλευτική, ατάκτως ασαφής. Είναι σαφέστατα σαφέστερη της τσιμουδιάς και διακρίνεται η μόνη εναπομείνασα.
Μα ποιος και γιατί να το κάνει αυτό και πώς το συντονίζει; Μετά από μύριες κοπές της ίδιας πίτας και 15 συναπτές ημέρες μαραθωνίου, πανελληνίου και καλοχορδισμένα συντονισμένου τσάμικου και με επικείμενες παρελάσεις, κατανύξεις, οβελίες και πανηγύρεις, θα πρέπει να κατανοήσουμε πως η χώρα μας είτε ανήκει σε έναν ιστορικά δίκαιο λαό ο οποίος προσβάλλεται όταν παρερμηνεύεται, ή πως 10 εκατομμύρια πολίτες τελούμε απλώς εθιμικά εγγεγραμμένοι σε έναν μεγάλο, εθνικό χορευτικό σύλλογο που παρατηρεί απαθώς την τεχνητή ασιτία στην Γάζα φέρνοντας λεβέντικες φούρλες· ή και γράφοντας νότες στο πιάνο για να μην εξαιρούμαι. Το αίσθημα αιδούς είναι προϋπόθεση του σεβασμού· έστω, λοιπόν, από ντροπή και μόνο είναι οφειλόμενη μια προσπάθεια.
Αυτή είναι η δυσάρεστη αλήθεια, τα γεγονότα είναι δεδομένα και οι επιλογές είναι συγκεκριμένες: το τίποτα της ντροπής ή το έστω κάτι. Επειδή όμως η διαπίστωση είναι ανίσχυρη εκφυγή, ελπίδα απομένει η ουσιαστική πράξη, σύντομα, των πιο χρήσιμων, των μεστών και δυνατών του κόσμου και του τόπου μας, που πρέπει να δώσουν λίγη σημασία στα μεγάλα και δύσκολα που τους αξίζουν και να αφήσουν προς ώρας τα μικρά και εύκολα που θα γίνονται και χωρίς αυτούς. Οι συλλογικότητες και τα αξιώματα δεν υπάρχουν για τα ίδια ή αλλότρια, αλλά για τα κοινά και η ορατή εξόντωση αμάχων είναι κοινώς απεχθής.
Προτρέχω, τέλος, ως προς τα του «αντισημιτισμού» ή της «υπέρ Χαμάς ισλαμοφιλίας» και άλλων παρόμοιων παρεξηγήσεων και παρελκύσεων της κερκίδας και παραπέμπω πολύ πριν το Ολοκαύτωμα στην προφητεία Ιερεμίου, 38:15, όπου το έργο του Ηρώδη προβλέπεται για όλες τις φορές που ακολούθησε, ανεξαρτήτως φυλών, εθνών και κρατών· η Ραχήλ θρηνεί το ίδιο για όλους. Αυτές οι προφητείες δεν είναι ανάγκη να εκπληρώνονται ξανά και ξανά με κωφάλαλους θεατές, στην Βηθλεέμ, στην Σμύρνη, στο Ντάχαου, στην Γάζα, στην οθόνη των «συνωστισμών» και των επικείμενων «διαλύσεών» τους. Γράμματα μάθαμε, την εικόνα την αναγνωρίζουμε.
Γράφω λοιπόν σε πιο συγκεκριμένο παραλήπτη και η μύγα ταξιδεύει: αν τελικά δεν μπορείς να κάνεις κάτι για όλα αυτά, δέξου έστω πως δεν σου πρέπει να γιορτάζεις διαρκώς με αυτήν την θέα της ανθρωπότητας μπρος στα μάτια σου. Ίσως τότε μπορέσεις.