Ανέβα στο βουνό να το φωνάξεις
James Baldwin
Μετάφραση: Χρήστος Οικονόμου
Πόλις, 2024
σ. 304
«Ο Τζον Γκράιμς, ένας ευαίσθητος και χαρισματικός έφηβος, μεγαλώνει στο Χάρλεμ. Η οικογένειά του τον προετοιμάζει για να γίνει ιεροκήρυκας. Τη νύχτα των γενεθλίων του, όμως, όταν κλείνει τα δεκατέσσερα, θα βιώσει μια πρωτοφανούς έντασης ηθική και πνευματική κρίση. Θέλει να ορίζει ο ίδιος τον εαυτό του. Αλλά ένας νέος που προέρχεται από ένα τόσο βαθιά θρησκευόμενο περιβάλλον έχει δικαίωμα επιλογής; Και ακόμα περισσότερο, πόσο ελεύθερος μπορεί να είναι ένας νεαρός μαύρος αμερικανός, τη δεκαετία του ’30;
Σε αυτό το πρώτο του μυθιστόρημα –ένα από τα κλασικά κείμενα, όχι μόνο της αμερικανικής, αλλά και της παγκόσμιας λογοτεχνίας, βιβλίο που επηρέασε αποφασιστικά συγγραφείς όπως η Τόνι Μόρισον και η Maya Angelou– ο Τζέιμς Μπόλντουιν μεταπλάθει προσωπικές του εμπειρίες από τα νεανικά του χρόνια στη Νέα Υόρκη της Μεγάλης Ύφεσης και αφηγείται, με σπαρακτική ειλικρίνεια, μια πολυεπίπεδη ιστορία βίαιης αλλά και λυτρωτικής ενηλικίωσης, που συνυφαίνεται αριστοτεχνικά με τη συλλογική οδύσσεια των μαύρων της Αμερικής, τη βαθιά και περίπλοκη σχέση τους με τη θρησκεία και τον αδιάκοπο αγώνα τους ενάντια στην αδικία, τη μισαλλοδοξία και τον ρατσισμό.»
Σε όλα τα μυθιστορήματα του Τζέιμς Μπόλντουιν υπάρχουν δικά του βιώματα, αλλά το Ανέβα στο βουνό να το φωνάξεις (μτφρ. Χρήστος Οικονόμου, εκδ. Πόλις), το πρώτο δημοσιευμένο έργο του, είναι ένα κατεξοχήν αυτοβιογραφικό έργο ενηλικίωσης.
Ο Τζέιμς Μπόλντουιν γεννήθηκε στο Χάρλεμ της Νέας Υόρκης στις 2 Αυγούστου του 1924. Το πρώτο του μυθιστόρημα, “Go Tell It on the Mountain”, εκδόθηκε το 1953. Ζωντανεύοντας τις εμπειρίες του ως νεαρού ιεροκήρυκα στους δρόμους του Χάρλεμ, γνώρισε αμέσως επιτυχία και ακολούθησε το “Giovanni’s Room”, που ερευνά το ζήτημα του ομοφυλοφιλικού έρωτα με ευαίσθητο και επιβλητικό τρόπο. Το “Another Country” (1963) προκάλεσε λογοτεχνική έκρηξη και το 1964 ακολούθησαν δύο βιβλία το “Nobody Knows my Name” και το “Notes of a Native Son”, τα οποία περιέχουν αρκετές από τις ιστορίες και τα δοκίμια που του χάρισαν φήμη τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη. Το “Nobody Knows my Name” επιλέχτηκε από την Αμερικανική Ένωση Βιβλιοθηκών ως ένα από τα σημαντικότερα βιβλία της χρονιάς εκείνης. Το “Going to Meet the Man” ήταν η πρώτη συλλογή διηγημάτων του Τζέιμς Μπόλντουιν. Εξέδωσε συλλογές δοκιμίων.
Παρότι “μαύρος και ομοφυλόφιλος”, ο Τζέιμς Μπόλντουιν κέρδισε βραβεία, υποτροφίες και επιχορηγήσεις, ενώ το 1986 παρασημοφορήθηκε από τη Λεγεώνα της Τιμής. Πέθανε το 1987 στο σπίτι του στη Γαλλία. Η νεκρολογία των “Times” έγραφε: “Τα καλύτερα έργα του αντέχουν σε σύγκριση με οτιδήποτε εκδόθηκε την ίδια εποχή στις Ηνωμένες Πολιτείες”, ενώ το “Newsweek” τον χαρακτήρισε ως “έναν οργισμένο συγγραφέα η ευφυΐα του οποίου ήταν τόσο προκλητική και η γραφή του τόσο καλαίσθητη, ώστε δεν άργησε να γίνει ο μαύρος συγγραφέας που οι λευκοί φιλελεύθεροι δεν έπαψαν να φοβούνται”.
Γη της πικραμένης Παναγιάς
Θοδωρής Παπαθεοδώρου
Ψυχογιός, 2024
σ. 504
«Ανοιγοκλείνω με βιάση τα βλέφαρά μου καθώς συνέρχομαι απ’ το χτύπημα. Το πρώτο που νιώθω δίπλα μου, τα τρία αγόρια μου, ολάκερη η ζωή μου.
«Μαμά…»
«Μανούλα…»
Δυο φορές. Δυο φωνές. Λαθεύω. Θεέ μου, λαθεύω. Δεν είναι ολάκερη η ζωή μου. Είναι λειψή. Μια φωνή λιγότερη. Μια ζωή λιγότερη.
«Πού;» ουρλιάζω κι η ψυχή μου σκίζεται. «Πού είναι ο άλλος γιος μου;»
ΚΥΠΡΟΣ θαλασσοφίλητη, λιόχαρη. Μα δουλωμένη στους αποικιοκράτες. Όταν σημαίνει η ώρα, ο λαός της σηκώνεται ορθός, μόνος, ενάντια σε μια αυτοκρατορία. Πολεμάει κι ελπίζει. Πονάει και ματώνει.
Στις αγχόνες των Άγγλων πρώτα. Κι ύστερα κατάντικρυ στον Τούρκο. Τον εισβολέα που πνίγει στο αίμα το νησί, εκείνο το μαύρο καλοκαίρι του ’74. Το καλοκαίρι των νεκρών, των αιχμαλώτων, των ξεριζωμένων, των χιλιάδων αγνοουμένων.
Της Μαρίτσας που απόμεινε με μια άδεια, ορφανεμένη αγκαλιά. Της Ελένης που αρνιέται να μαυροφορεθεί, γιατί δεν της παράδωσαν ένα κορμί να το μοιρολογήσει. Του Βαγοράκη που στέκει ολημερίς με τη φωτογραφία ενός χαμένου πατέρα κρεμασμένη στο άγουρο στήθος του. Του Νίκου, του Ανδρέα, του Μάρκου, εικόνες ασπρόμαυρες μπρος σ’ αναμμένα καντήλια.
Άντρες, γυναίκες, παιδιά, αδέρφια μας στην Κύπρο.
Αυτό είναι το δίκιο και το δάκρυ τους.
Αυτός είναι ο αγώνας τους.»
Θοδωρής Παπαθεοδώρου γεννήθηκε στα Δίκαια του Έβρου το 1965 και κατοικεί στην Αθήνα. Σπούδασε παιδαγωγικά στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και εργάστηκε ως δάσκαλος στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Επί σειρά ετών εργάστηκε σε αθηναϊκές εφημερίδες, συμπληρώνοντας με σατιρικά σχόλια τα κενά της ύλης που ανέκυπταν καθημερινώς. Από το 2002, και για λόγους σεμνότητας, διέκοψε την καριέρα του στον Τύπο και αφιερώθηκε στην ουσία. Το μυθιστόρημά του “Το αστρολούλουδο του Βοσπόρου” (2004) τιμήθηκε με το Βραβείο Καλύτερου Έργου Μνήμης 2003-2004 στο πλαίσιο του 20ού Πανελλήνιου Συμποσίου Ποίησης και Πεζογραφίας, ενώ το μυθιστόρημά του “Οι εφτά ουρανοί της ευτυχίας” (2006) τιμήθηκε με βραβείο ελληνικού μυθιστορήματος. Το μυθιστόρημά του “Οι κόρες της λησμονιάς” ήταν υποψήφιο για το Βραβείο Αναγνωστών του ΕΚΕΒΙ το 2010, και το μυθιστόρημά του “Οι καιροί της μνήμης” για το ίδιο βραβείο το 2012, παίρνοντας τη δεύτερη θέση στις ψήφους αναγνωστών και Λεσχών Ανάγνωσης.