Οι δωσίλογοι
Ένοπλη, πολιτική και οικονομική συνεργασία στα χρόνια της Κατοχής
Μενέλαος Χαραλαμπίδης
Εκδοτης: Αλεξάνδρεια
Σελιδες: 448
«Στο βιβλίο αυτό παρακολουθούμε την πολιτική, οικονομική και ένοπλη συνεργασία με τον κατακτητή, όπως εκδηλώθηκε στον νομό Αττικής. Μέσα από τη μελέτη αρχείων που για πρώτη φορά δημοσιοποιούνται, περιγράφεται η δράση αυτών που συνεργάστηκαν, εξετάζονται οι λόγοι και οι μηχανισμοί ανάπτυξης του φαινομένου της συνεργασίας καθώς και οι πολιτικές και οικονομικές συνθήκες που ευνόησαν την εμφάνισή της. Οι πολιτικές που ακολούθησαν οι τρεις ελληνικές κατοχικές κυβερνήσεις, ο ρόλος εμπόρων, βιομηχάνων, πολιτικών μηχανικών και άλλων στις οικονομικές συναλλαγές με τους κατακτητές, η δράση της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής, των Ταγμάτων Ασφαλείας, των Ελλήνων πρακτόρων των Ες-Ες και άλλων, που συγκρότησαν το ένοπλο σκέλος της συνεργασίας, και η δικαστική τους αντιμετώπιση μετά το τέλος της κατοχής, βρίσκονται στο επίκεντρο αυτής της μελέτης.
Η συνεργασία με τον κατακτητή χαρακτήρισε την καθημερινότητα σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη. Πολιτικοί, στρατιωτικοί, επιχειρηματίες, δήμαρχοι, δικαστές, ιερείς, δημοσιογράφοι, συνεργάστηκαν στενά με τις αρχές κατοχής, για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Η αρχικά διαφαινόμενη νίκη της Γερμανίας στον πόλεμο, ο αντικομμουνισμός, η απόκτηση γρήγορου και εύκολου πλούτου, η ιδεολογική ταύτιση με την εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία και τη φασιστική Ιταλία, η ανάγκη επιβίωσης, ήταν μερικοί από αυτούς. Στην Ελλάδα, αν και έχουν περάσει 80 ολόκληρα χρόνια από το τέλος της κατοχής, το ζήτημα της συνεργασίας με τον κατακτητή εξακολουθεί να αποτελεί θέμα-ταμπού. Αυτό είναι αποτέλεσμα της πολιτικής λήθης που ακολούθησαν όλες οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις, στην προσπάθειά τους να διαχειριστούν τις πολιτικές συνέπειες του πρωτόγνωρου, σε ένταση και έκταση, συλλογικού τραύματος που προκάλεσε στην ελληνική κοινωνία η συνεργασία. Η συνεργασία με τον κατακτητή υπήρξε η αφετηρία του νέου διχασμού, ο οποίος, με τη συμβολή και άλλων παραγόντων, οδήγησε στις εμφύλιες συγκρούσεις της κατοχής, των Δεκεμβριανών και τελικά στον εμφύλιο πόλεμο της δεκαετίας του 1940.»
Ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης γεννήθηκε το 1970 στην Αθήνα. Σπούδασε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Πειραιά και Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η διδακτορική του διατριβή δημοσιεύθηκε το 2012 με τίτλο Η εμπειρία της Κατοχής και της Αντίστασης στην Αθήνα, ενώ το δεύτερο βιβλίο του, με τίτλο Δεκεμβριανά 1944. Η μάχη της Αθήνας, κυκλοφόρησε το 2014 – και τα δύο από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Έχει συνεπιμεληθεί τρεις συλλογικούς τόμους σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, ενώ πολλά άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ιστορικά περιοδικά και εφημερίδες. Ιδρυτικό μέλος του Φόρουμ Κοινωνικής Ιστορίας, έχει συνδιοργανώσει τέσσερα συνέδρια. Από το 2013 ασχολείται συστηματικά με τη Δημόσια Ιστορία. Πραγματοποιεί ιστορικούς περιπάτους στο κέντρο της Αθήνας για την περίοδο της Κατοχής και των Δεκεμβριανών, με τη συμμετοχή εκατοντάδων πολιτών, καθώς και (από τον Δεκέμβριο του 2019) ιστορικούς περιπάτους με μικρά γκρουπ κάθε εβδομάδα στο πλαίσιο του Athens History Walks (λεπτομέρειες στο www.athenshistorywalks.com) Είναι ένας από τους σχεδιαστές του μεταπτυχιακού προγράμματος «Δημόσια Ιστορία» στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, καθώς και ο εμπνευστής και επιστημονικός υπεύθυνος των δράσεων με τίτλο «12 Οκτωβρίου 1944. Η Αθήνα Ελεύθερη», οι οποίες, υλοποιημένες από το 2015 ως το 2019, καθιέρωσαν τον μαζικό εορτασμό της απελευθέρωσης της Αθήνας από τους Γερμανούς και αποτέλεσαν μία από τις μεγαλύτερες εκδηλώσεις δημόσιας ιστορίας στην Ελλάδα.
Οι βλάχοι στα Βαλκάνια
O Cincarima
“Περί των Τσιντσάρων”
Dušan Popović
Εκδότης: Ταξιδευτής
Σελιδες: 536
«Η παρούσα μονογραφία του Dušan J. Popović αποτελεί μια μοναδική συνεισφορά στο ζήτημα της προέλευσης των πολιτών της σερβικής κοινωνίας, κατά κύριο λόγο, αλλά και της κροατικής, της σλοβενικής και εν γένει των κοινωνιών του αυστρο-ουγγρικού κράτους, καθώς καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον επιστήμονα διέκρινε τον καθοριστικό ρόλο που διαδραμάτισαν οι Τσιντσάροι και οι Γραικοί στη δημιουργία των αγορών (τσαρσιών) και στην εμποροβιοτεχνική κίνηση και ανάπτυξη στα Βαλκάνια και στο λεκανοπέδιο της Παννονίας. Η μελέτη του διατρέχει μια μακρά περίοδο τριών περίπου αιώνων και στις σελίδες της περιλαμβάνεται μια περιοχή που εκτείνεται από το Νις μέχρι τη Βούδα και την Πέστη στα βόρεια και μέχρι τη Ριέκα και την Τεργέστη στα δυτικά.
Οι λόγοι που ώθησαν τον Popović να προβεί στη συγγραφή του βιβλίου, δεν περιορίζονται σαφώς στο γενικότερο επιστημονικό ενδιαφέρον για τους Τσιντσάρους και στην ιδιαίτερη ερευνητική του ανησυχία για την ανάδειξη του σπουδαίου ρόλου τους στις αγορές της Βαλκανικής. Όπως διαπιστώνεται, μάλιστα, από μια σειρά άρθρων που δημοσίευσε σε περιοδικά και εφημερίδες, το ζήτημα της εθνοτικής ταυτότητας των Τσιντσάρων και η παρουσία τους στις σερβικές επαρχίες απασχολούσαν ιδιαίτερα τον Popović ήδη από τα μέσα της τρίτης δεκαετίας του 20ού αιώνα.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, το έργο του αποτελεί αποκύημα βαθύτερων πολιτικών και κρατικών συνιστωσών, καθώς συγγράφηκε εννέα μόλις χρόνια μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και τη δημιουργία του Βασιλείου των Σέρβων, των Κροατών και των Σλοβένων (1 Δεκεμβρίου 1918), του μετέπειτα Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας. Η εξαιρετική πολιτική και κοινωνική σημασία αυτών των ιστορικών γεγονότων βρήκε ιδιαίτερη απήχηση στις σελίδες του βιβλίου του Popović και έτυχε ευρύτατης αποδοχής από το αναγνωστικό κοινό, το οποίο απασχολούσαν την εποχή εκείνη ζητήματα εθνικισμού σε συνάρτηση με τις συνεχείς μεταβολές που δρομολογούσε ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων.
Οι μελέτες του Popović αποτελούν μέχρι σήμερα πολύτιμα έργα για την σερβική και βαλκανική ιστοριογραφία, καθώς σε αυτές η ιστορία προσεγγίζεται ως ένα συμβάν αναπόσπαστα συνδεδεμένο με γεωγραφικούς, εθνογραφικούς, κοινωνικούς και (εθνο)ψυχολογικούς παράγοντες, μέσα από τη διαλεκτική συνάντηση με άλλες επιστήμες, όπως είναι η κοινωνιολογία, τα οικονομικά, η ψυχολογία, η πολιτισμική γεωγραφία, η ανθρωπολογία και οι πολιτικές επιστήμες.»