Δυο λόγια απλά και ειλικρινά για «Το χαμένο Νόμπελ»

6 Min Read

 Ο τίτλος του βιβλίου του Κώστα Αρκουδέα «Το χαμένο Νόμπελ» ήταν το πρώτο στοιχείο που μου εξήψε την περιέργεια σε συνδυασμό με την εικόνα του Νίκου Καζαντζάκη στο εξώφυλλο – ομολογώ ότι δεν ήξερα ότι ο Καζαντζάκης είχε προταθεί για νόμπελ και μάλιστα 3 φορές!

Το βιβλίο ξεκινά με έναν δεικτικό πρόλογο του συγγραφέα όπου αντιπαρατίθενται οι (επιεικώς) «άσχημοι» χαρακτηρισμοί του ιεροκήρυκα Καντιώτη για τον Καζαντζάκη και για όσους ακόμα ιεράρχες παρέστησαν στη κηδεία του τελευταίου, απέναντι στα τιμητικά λόγια που έγραψε ο Αλμπέρ Καμύ στη χήρα του Καζαντζάκη εξυμνώντας τον και δηλώνοντας της ότι θεωρούσε ότι ο Καζαντζάκης άξιζε 100 φορές περισσότερο το νόμπελ που τελικά εκείνος πήρε.

- Advertisement -

Στην πορεία, ο συγγραφέας με την τέχνη του παραθέτει αναγκαίες πληροφορίες για το θεσμό των Νόμπελ και αρχίζει να ξετυλίγει το κουβάρι της λογοτεχνικής και πολιτικής ιστορίας του τόπου μας με μαεστρία που εμένα τουλάχιστον με συνεπήρε. Μας μεταφέρει στο κλίμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στα χρόνια του Εμφυλίου, στα πάθη της αιώνιας εθνικής διχόνοιας που επηρέασαν όχι μόνο την πολιτική αλλά και την πνευματική ζωή της χώρας. Το βιβλίο έχει στο επίκεντρο τον μοναδικό Καζαντζάκη, αλλά γύρω του σκιαγραφούνται οι σημαντικότερες πνευματικές μορφές έργων του λόγου του 20ου αιώνα: Σεφέρης, Καβάφης, Παλαμάς, Γκάτσος, Μυριβήλης, Σικελιανός, Ελύτης, Ρίτσος και τόσοι άλλοι. Δεν ακολουθείται καμία χρονολογική σειρά ούτε καταγραφή με τις μεθόδους των ιστορικών έργων. Το θέμα είναι η αναγνώριση των λογοτεχνών που με το έργο τους αλλά και το βίο τους υπήρξαν ή θα μπορούσαν να έχουν υπάρξει υποψήφιοι για Νόμπελ ζώντας παράλληλους βίους με τον Καζαντζάκη. Ο συγγραφέας μάς μεταφέρει στο κλίμα της εποχής που έζησε ο καθένας χρησιμοποιώντας αποσπάσματα των λόγων τους, αλλά και των λόγων συγχρόνων τους ανθρώπων του πνεύματος για αυτούς προκειμένου να αναδείξει τη σπουδαιότητα της συμβολής τους.

Προσωπικά, με άγγιξε ιδιαίτερα η περιγραφή του γεγονότος της πρότασης της Σουηδικής Ακαδημίας για την από κοινού βράβευση των ποιητών Οδυσσέα Ελύτη και Γιάννη Ρίτσου και η άρνηση των δυο ποιητών μας. Ο διχασμός, βαθιά ριζωμένος, και δεν τους επέτρεψε να υπερβούν τις διαφορές τους σε μια κίνηση ενότητας. Ωστόσο, αναθαρρώ διαβάζοντας ότι όταν τελικά βραβεύθηκε ο Ελύτης, ο Ρίτσος δήλωσε: «Η απονομή του βραβείου Νόμπελ στο μεγάλο μας Ελληνα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, δεν είναι μια τιμή προς τον Ελύτη αλλά μια τιμή προς το ίδιο το Νόμπελ»

Μαθαίνει ακόμα ο αναγνώστης για το ρόλο της Ακαδημίας Αθηνών που ποτέ δεν δέχθηκε τον Καζαντζάκη στους κόλπους της, παρόλο που ο ίδιος το ήθελε για οικονομικούς λόγους. Μαθαίνει για τον απίστευτο πόλεμο που δέχθηκε από προσωπικότητες, όπως ο Σπύρος Μελάς, που έκαναν ό,τι μπορούσαν για να συκοφαντήσουν τον Καζαντζάκη και το έργο του. Μαθαίνει κανείς και για τους πολιτικούς που τον στήριξαν, στους οποίους περιλαμβάνονται και ονόματα έκπληξη από χώρους πέραν της αριστεράς που ο ίδιος φαίνεται να στήριζε: Ε. Βενιζέλος, Γ. Παπανδρέου, Κ. Μητσοτάκης…

Στον αναγνώστη προσφέρεται η δυνατότητα να ρίξει μια ματιά στην κλειδαρότρυπα, να μάθει για την προσωπική ερωτική ζωή του συγγραφέα, για τις δυο συζύγους που υπήρξαν από ότι φαίνεται και ακλόνητοι βοηθοί του. Να μάθει για τους φίλους του και τον καίριο ρόλο του φίλου του Παντελή Πρεβελάκη.

Όσο ταραγμένη μάς περιγράφει ο συγγραφέας τη ζωή του Καζαντζάκη, άλλο τόσο ταραγμένη μας περιγράφει και την κηδεία του. Μια μικρή «Κρητική επανάσταση», η Εκκλησία σε δύσκολη θέση γιατί κάποιοι ιεράρχες τον είχαν καταραστεί, ναι μεν γίνεται το μυστήριο σε εκκλησία, αλλά ούτε παπάς να συνοδεύσει την νεκρώσιμη ακολουθία δεν θα είχε βρεθεί αν δεν πήγαινε αυτοβούλως, σκαστός από το στρατόπεδο που έκανε τη θητεία του εκείνη την εποχή, ένας νέος στρατιωτικός ιερέας, ο οποίος τιμωρήθηκε για την πράξη του με ποινή φυλάκισης.

Ο συγγραφέας τέλος διατυπώνει ένα αίτημα: να διαγραφεί αυτή η κατάρα της εκκλησίας, να ζητήσουν, έστω και μετά το θάνατό του, συγνώμη όσοι πολέμησαν ανελέητα τον Καζαντζάκη.

Κι εγώ σαν αναγνώστης αναρωτιέμαι: άραγε θα το ήθελε ο Καζαντζάκης; Θα τον ένοιαζε;

Όσο κι αν πολεμήθηκε, ακόμα κι αν του στερήθηκε με συστηματικό πόλεμο η δυνατότητα να είναι ο πρώτος Έλληνας λογοτέχνης που θα βραβεύονταν με Νόμπελ, η ιστορία τελικά μου φαίνεται ότι τον δικαίωσε:

Ο διαφθορέας των νέων, ο κομμουνιστής, ο άθεος όπως τον κατηγόρησαν, είναι ο πιο πολυδιαβασμένος διαχρονικά συγγραφέας της χώρας μας τόσο εντός όσο και εκτός. Και μάλιστα έχω την αίσθηση ότι είναι από τους λίγους συγγραφείς που θαμάζουν και εκτιμούν οι αναγνώστες ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους πεποιθήσεις και τις θρησκευτικές τους επιλογές.

Και το βιβλίο του Κώστα Αρκουδέα του αποτίει φόρο τιμής. Όχι μόνο στον Καζαντζάκη, αλλά σε όλους τους λογοτέχνες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Είναι ένα βιβλίο γραμμένο από έναν άνθρωπο που αγαπάει την τέχνη του λόγου για έναν άνθρωπο που την εξύψωσε σε αξεπέραστα για τη χώρα μας μέχρι στιγμής επίπεδα.

 

*Ευαγγελία Βαγενά, δικηγόρος, φίλη της λογοτεχνίας

Μοιραστείτε την είδηση