Ναι υπό αυστηρές προϋποθέσεις της ΔΙΑΔΥΜΑ στην καύση απορριμμάτων

16 Min Read

Καμία ενημέρωση, καμία συμμετοχή δηλώνει ο Γενικός Διευθυντής

Έντονο προβληματισμό αλλά και ξεκάθαρες θέσεις κατέθεσε ο Γενικός Διευθυντής της ΔΙΑΔΥΜΑ, Δημοσθένης Μαυρίδης, σε σχέση με τον κυβερνητικό σχεδιασμό για την κατασκευή μονάδας θερμικής επεξεργασίας απορριμμάτων στη Δυτική Μακεδονία. Μιλώντας στο «Χρόνο», υπογράμμισε ότι πρόκειται για επένδυση που έχει εξ ολοκλήρου σχεδιαστεί από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, χωρίς τη συμμετοχή των τοπικών φορέων.

Ο κ. Μαυρίδης επισήμανε ότι η αποκλειστική ευθύνη για τον σχεδιασμό, τη χωροθέτηση και την υλοποίηση των μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης αποβλήτων ανήκει στο Υπουργείο, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 4819/2021 και συγκεκριμένα τα άρθρα 63 και 72. Όπως είπε, η ΔΙΑΔΥΜΑ δεν έχει ενημερωθεί επίσημα, δεν της έχει κοινοποιηθεί καμία μελέτη, ούτε έχει κληθεί να συμμετάσχει στη διαδικασία. “Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι: δεν έχουμε στα χέρια μας καμία επίσημη μελέτη. Στη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε με το Υπουργείο Περιβάλλοντος έγινε απλή αναφορά σε τέσσερις ή πέντε μονάδες, εκ των οποίων μία αφορά τη Δυτική Μακεδονία. Όταν ρωτήσαμε ποιος θα κατασκευάσει το εργοστάσιο, δεν λάβαμε σαφή απάντηση. Δεν μας παρουσιάστηκε καμία τεκμηρίωση ή έγγραφο. Η αναφορά που έγινε από την Αντιπεριφερειάρχη, την κα Φαρμάκη, ήταν ότι η ύπαρξη μελέτης ήταν γνωστή σε γενικές γραμμές. Δεν ήταν όμως διαθέσιμη προς εμάς και δεν μας κοινοποιήθηκε ποτέ επισήμως. Το ερώτημα λοιπόν είναι απλό: πώς μπορεί να προχωρήσει ένα έργο τέτοιας σημασίας χωρίς τη συμμετοχή των τοπικών φορέων, των δήμων, της ΔΙΑΔΥΜΑ και της κοινωνίας; Αν η αντιπολίτευση επιθυμεί να εργαλειοποιήσει το θέμα για πολιτικούς λόγους, να το πει ξεκάθαρα. Το ζήτημα, ωστόσο, δεν είναι τι λέει ή τι υπονοεί η αντιπολίτευση. Το πρόβλημα είναι ότι κανείς δεν μας ρώτησε. Δεν ζητήθηκε η άποψή μας. Δεν μας ενημέρωσαν ούτε μία φορά — ούτε καν ανεπίσημα. Δεν λάβαμε καμία πρόσκληση, κανένα έγγραφο, ούτε καν ένα τηλεφώνημα” τόνισε ο κ. Μαυρίδης αναφερόμενος στο τι ειπώθηκε στο Περιφερειακό Συμβούλιο Δυτικής Μακεδονίας.

«Η ΔΙΑΔΥΜΑ, ως φορέας διαχείρισης, δεν είχε καμία εμπλοκή ή πρωτοβουλία προς αυτή την κατεύθυνση. Η όλη διαδικασία έχει σχεδιαστεί και δρομολογηθεί από το Υπουργείο. Είναι ωστόσο απαραίτητο να ξεκαθαρίσουμε ότι το ζήτημα μας αφορά άμεσα. Τόσο οι δήμοι της Δυτικής Μακεδονίας όσο και εμείς, ως ΔΙΑΔΥΜΑ, πρέπει να έχουμε ουσιαστικό και θεσμικό λόγο στη διαδικασία. Δεν θα πρέπει οι αποφάσεις να παίρνονται ερήμην της ΔΙΑΔΥΜΑ ή και άλλων φορέων».

Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Μαυρίδης, η κατασκευή της μονάδας —κόστους περίπου 300 εκατομμυρίων ευρώ— δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί από τα ευρωπαϊκά ταμεία (ΕΤΠΑ, Ταμείο Συνοχής), καθώς οι σχετικές επενδύσεις έχουν εξαιρεθεί από το νέο πλαίσιο για την περίοδο 2021-2027. Αυτό, όπως τόνισε, καθιστά σχεδόν βέβαιη την ιδιωτική υλοποίηση του έργου. «Είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα γίνει από ιδιώτη. Όμως δεν μπορεί να γίνεται ερήμην της τοπικής κοινωνίας, των Δήμων και της ΔΙΑΔΥΜΑ», επισήμανε.

Η μονάδα αφορά στην ενεργειακή αξιοποίηση του υπολείμματος από το εργοστάσιό της ΔΙΑΔΥΜΑ, που υπολογίζεται περίπου στους 30.000 τόνους ετησίως. Το υπόλειμμα αυτό θα αξιοποιηθεί ενεργειακά, ώστε να παράγεται ηλεκτρική ενέργεια, αλλά και θερμική ενέργεια, η οποία θα διοχετεύεται και στις τηλεθερμάνσεις Πτολεμαΐδας και Κοζάνης. «Σύμφωνα με σχετική συζήτηση που είχαμε με τον πρόεδρο του φορέα, κ. Γεράνη, τα εργοστάσια αυτά προβλέπεται να εξυπηρετούν ποσότητες της τάξεως των 150.000 έως 180.000 τόνων ετησίως» υπογράμμισε ο κ. Μαυρίδης.

Αθροιστικά, με την προσθήκη των υπολειμμάτων από Ήπειρο, Κέρκυρα και Θεσσαλία, η μονάδα της Δυτικής Μακεδονίας εκτιμάται ότι θα επεξεργάζεται περίπου 250.000 τόνους απορριμματικού υπολείμματος κάθε χρόνο – ίσως και περισσότερους.

Ο κ. Μαυρίδης διευκρίνισε πως η  δημιουργία δικτύου μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης αποβλήτων — από τη σύνταξη ή ανάθεση των σχετικών μελετών, μέχρι την εκπόνηση τεχνικών προδιαγραφών, τη χωροθέτηση, τη δημοπράτηση, την υλοποίησή τους, την εποπτεία και το συντονισμό — υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. “Η συγκεκριμένη εγκατάσταση θα αξιοποιεί ενεργειακά τα απόβλητα μέσω καύσης, με στόχο την παραγωγή θερμικής ενέργειας. Όπως έχει αναφέρει ο κ. Στάσης και επιβεβαίωσε και ο Πρωθυπουργός, η ευθύνη για τη συγκεκριμένη επιλογή παραμένει αποκλειστικά στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας”.

Σύμφωνα με το Άρθρο 63, παράγραφος 1 και το Άρθρο 72, παράγραφος 23 του σχετικού νομικού πλαισίου, ορίζεται ρητά ότι με απόφαση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζεται η δυναμικότητα των μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης αποβλήτων, οι περιοχές στις οποίες αυτές πρόκειται να αναπτυχθούν, καθώς και κάθε ειδικός όρος και προϋπόθεση για την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας. Αξίζει, επίσης να αναφερθεί πως, σύμφωνα με την πρόταση Κανονισμού της νέας προγραμματικής περιόδου 2021-2027 για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το Ταμείο Συνοχής, εξαιρούνται ρητά από τη χρηματοδότηση επενδύσεις για χωροθέτηση χώρων υγειονομικής ταφής και επενδύσεις που αφορούν εγκαταστάσεις επεξεργασίας αποβλήτων υπολείμματος.

Αυτό σημαίνει ότι τέτοιου είδους έργα δεν είναι επιλέξιμα για ευρωπαϊκή χρηματοδότηση στην παρούσα περίοδο. Συνεπώς, ακόμα και αν ως φορέας επιθυμούσαμε να αναλάβουμε σχετική πρωτοβουλία, δεν θα μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε ευρωπαϊκούς πόρους. Όταν το κόστος της επένδυσης ανέρχεται σε 300 εκατομμύρια ευρώ, είναι σαφές πως είναι αδύνατον να συγκεντρωθούν τέτοιοι πόροι από εναλλακτικές πηγές. Άρα, με μαθηματική ακρίβεια, η κατασκευή της μονάδας οδηγείται προς ιδιωτική επένδυση. Από εκεί και πέρα, πρόκειται για διαδικασίες που αφορούν τον ιδιώτη και το κράτος. Δεν μας αφορά ποιος και με ποιον τρόπο θα επιλεγεί — αυτό είναι εσωτερική τους υπόθεση. Εμάς, ως τοπική κοινωνία, ως δήμους, ως περιφέρεια και ως βουλευτές της περιοχής, μας ενδιαφέρει το εξής: Πώς θα έχουμε λόγο και συμμετοχή σε αυτή την επένδυση; Πώς θα διασφαλιστεί η συμμετοχή της ΔΙΑΔΥΜΑ; Δεν είναι δυνατόν να λαμβάνονται αποφάσεις χωρίς εμάς. Δεν πρέπει να είμαστε θεατές σε μία διαδικασία που μας αφορά άμεσα. Ειδικά σε ένα τόσο σημαντικό περιβαλλοντικό έργο, είναι αδιανόητο να λείπει η συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης”.

Η υπό κατασκευή μονάδα στην αυλή της Πτολεμαΐδα V προβλέπεται να διαθέτει γεννήτρια ισχύος περίπου 38 MW. Η επένδυση υπολογίζεται στα 300 εκατομμύρια ευρώ και αναμένεται να δημιουργήσει περίπου 200 θέσεις εργασίας κατά την περίοδο της κατασκευής. “Το εργοστάσιο αυτό θα διαχειρίζεται 250.000 τόνους απορριμμάτων. Αν ένας ιδιώτης έρθει και πει: “θα επεξεργάζομαι τα απορρίμματα, θα παράγω θερμική ενέργεια και θα την προσφέρω στον Δήμο Κοζάνης ή στην Πτολεμαΐδα”, το ερώτημα είναι: ποιος θα καθορίσει το αντίτιμο; Εδώ πρέπει να έχουμε συγκεκριμένο λόγο, ώστε το κόστος που θα προκύψει να είναι βιώσιμο για τον πολίτη της Δυτικής Μακεδονίας. Αυτό είναι το επίκεντρο του προβληματισμού μας: να μην μείνουμε απλοί παρατηρητές. Το θέμα δεν είναι ποιος θα υλοποιήσει το έργο ή αν είναι γνωστός ή άγνωστος. Το θέμα είναι ότι θα το κάνει ιδιώτης, και εμείς πρέπει να συμμετέχουμε ουσιαστικά στη διαδικασία. Στην ίδια κατεύθυνση, προβλέπεται ότι ο ρόλος της ΔΕΗ στην κατασκευή τέτοιων έργων θα είναι πρωταγωνιστικός και προνομιακός. Ενισχύεται δηλαδή ο ρόλος της ΔΕΗ στον τομέα της διαχείρισης απορριμμάτων, ιδιαίτερα στη Δυτική Μακεδονία. Ουσιαστικά, πρόκειται για θεσμική παραχώρηση προς έναν φορέα που, όμως, δεν έχει παραδοσιακά ασκήσει τον ρόλο που έχει η ΔΙΑΔΥΜΑ στην περιοχή”.

Στη μονάδα αυτή θα καταλήγουν τα υπολείμματα της Δυτικής Μακεδονίας – δηλαδή τα υπολείμματα που δεν μπορούν να ανακυκλωθούν από το εργοστάσιο της ΔΙΑΔΥΜΑ. Σήμερα, αυτά καταλήγουν στον ΧΥΤΥ (Χώροι Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων). Πρόκειται για περίπου 30.000 τόνους απορριμμάτων ετησίως. Τα ίδια θα διοχετεύονται πλέον στη μονάδα θερμικής επεξεργασίας για ενεργειακή αξιοποίηση. “Εμείς, ως φορέας, διαχειριζόμαστε τα απορρίμματα εδώ και πολλά χρόνια με απόλυτη επιτυχία και αναγνώριση σε πανελλήνιο επίπεδο. Παρόλα αυτά, δεν μας ζητήθηκε ποτέ η γνώμη, δεν συμμετείχαμε σε καμία διαβούλευση και δεν μας προσκλήθηκε ποτέ επίσημα η συμμετοχή. Ούτε ενημέρωση είχαμε, ούτε έγγραφο λάβαμε. Ως περιβαλλοντικός φορέας, με δεκαετίες εμπειρίας στη διαχείριση απορριμμάτων, έχουμε και την τεχνογνωσία και την επιχειρησιακή ικανότητα να συνεισφέρουμε ουσιαστικά. Δεν ζητούμε να ελέγξουμε το έργο, αλλά να συμμετέχουμε στη χάραξη των όρων και προϋποθέσεων, ώστε να εξασφαλιστούν τοπικά οφέλη, περιβαλλοντικά ισοζύγια και κοινωνική αποδοχή. Πρέπει να τονίσω ότι το συγκεκριμένο έργο το είχαμε σχεδιάσει εμείς ως φορέας, εδώ και 7-8 χρόνια. Μαζί με τον κ. Γεράνη, είχαμε προετοιμάσει μία προμελέτη, είχαμε πραγματοποιήσει συναντήσεις και είχαμε συμφωνήσει ότι η Δυτική Μακεδονία, ως λιγνιτική περιοχή που πλήττεται από την απολιγνιτοποίηση, έπρεπε να αποκομίσει οφέλη. Δυστυχώς, με την αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου και την απαγόρευση χρηματοδότησης τέτοιων υποδομών, η δυνατότητα μας να υλοποιήσουμε την επένδυση ακυρώθηκε. Η ευθύνη μεταβιβάστηκε στο Υπουργείο, το οποίο με τη σειρά του επέλεξε να δώσει το έργο σε ιδιώτες“.

«Ναι, αλλά με όρους»

Ο κ. Μαυρίδης τάχθηκε υπέρ της επένδυσης, «υπό αυστηρές περιβαλλοντικές και κοινωνικές προϋποθέσεις». Ειδικότερα, τόνισε πως η τοπική κοινωνία πρέπει να έχει λόγο στη διαδικασία, μέσω των Δήμων και της ΔΙΑΔΥΜΑ. Η λειτουργία της μονάδας πρέπει να γίνεται με αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους και πλήρη διαφάνεια. Η περιοχή πρέπει να απολαμβάνει ανταποδοτικά οφέλη, δεδομένου ότι θα φιλοξενεί ένα τέτοιο έργο. «Δεν είναι δυνατόν να λαμβάνονται αποφάσεις χωρίς εμάς. Δεν πρέπει να είμαστε θεατές σε μία διαδικασία που μας αφορά άμεσα. Ειδικά σε ένα τόσο σημαντικό περιβαλλοντικό έργο, είναι αδιανόητο να λείπει η συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης. Το θέμα είναι ότι θα το κάνει ιδιώτης, και εμείς πρέπει να συμμετέχουμε ουσιαστικά στη διαδικασία. Πρέπει να διεκδικήσουμε θεσμικό ρόλο στη διαδικασία — όχι μόνο εμείς, αλλά και οι δήμαρχοι, και η κοινωνία των πολιτών. Ειδικά σε μία τόσο ευαίσθητη επένδυση, πρέπει να διασφαλιστεί κοινωνική συναίνεση και διαφάνεια. Η προϋπόθεση για οποιαδήποτε συναίνεση είναι η ύπαρξη θεσμικού λόγου και συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων».

«Μιλάμε για μια περιφέρεια που έχει υποστεί καθίζηση. Η οικονομία της Δυτικής Μακεδονίας βρίσκεται σε κατάσταση παρακμής. Αν περπατήσει κανείς στην αγορά της Κοζάνης, θα δει δεκάδες καταστήματα κλειστά. Η ανεργία βρίσκεται σε υψηλότατα επίπεδα. Ακόμη και με τα πιο αισιόδοξα σενάρια ανάπτυξης, θα χρειαστούν 10-15 χρόνια για να επανέλθει η οικονομική ζωή της περιοχής. Έχουμε ανάγκη και την παραμικρή θέση εργασίας στην περιοχή. Η ανεργία έχει φτάσει σε οριακό σημείο. Γι’ αυτό λέμε: ναι στις επενδύσεις, αλλά με όρους. Δεν μπορούμε να δεχτούμε άκριτα οποιαδήποτε πρόταση μόνο και μόνο επειδή “έχουμε ανάγκη”. Δεν θα γίνουμε επαίτες. Πρέπει να τεθούν αυστηροί περιβαλλοντικοί και κοινωνικοί όροι.», είπε, αναφερόμενος και στην υψηλή ανεργία και την οικονομική καθίζηση της περιοχής.

Επαναλαμβάνω τρία βασικά σημεία:
1. Η συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης, των δήμων και της ΔΙΑΔΥΜΑ είναι απαραίτητη.
2. Το έργο πρέπει να πληροί αυστηρές περιβαλλοντικές προϋποθέσεις και να προστατεύει το περιβάλλον της περιοχής μας.
3. Η περιοχή μας πρέπει να λάβει ανταποδοτικά οφέλη, καθώς φιλοξενεί τη μονάδα. Δεν μπορεί να γίνει μια τέτοια επένδυση χωρίς ουσιαστικό όφελος για τους κατοίκους.

Κανείς δεν είπε να μην γίνει. Αλλά να γίνει με όρους. Να γίνει σε κατάλληλη τοποθεσία, με τις απαραίτητες περιβαλλοντικές ασφαλιστικές δικλείδες. Αντίστοιχα εργοστάσια λειτουργούν εδώ και δεκαετίες σε αστικά περιβάλλοντα στην Ευρώπη χωρίς προβλήματα. Η τεχνολογία υπάρχει. Προσωπικά, λέω “ναι” στην επένδυση — αλλά υπό όρους. Άρα, κάθε επένδυση που μπορεί να δημιουργήσει θέσεις εργασίας είναι καλοδεχούμενη, υπό την προϋπόθεση ότι τηρεί κανόνες και προσφέρει ανταποδοτικά οφέλη. Ξεκάθαρα λοιπόν: το ζήτημα δεν είναι αν είμαστε υπέρ ή κατά των επενδύσεων, αλλά υπό ποιες συνθήκες θα γίνουν. Εφόσον τηρηθούν οι αυστηρότεροι όροι και υπάρξει διαφανής έλεγχος από αρμόδιους επιστημονικούς φορείς, τότε ναι, να προχωρήσει η επένδυση.
” τόνισε.

Όσον αφορά τη στρατηγική της ΔΙΑΔΥΜΑ για τα επόμενα χρόνια στον τομέα της διαχείρισης απορριμμάτων, πρέπει να πούμε ξεκάθαρα: δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή ρεαλιστικές εναλλακτικές για το υπόλειμμα. Αν δεν υπάρξει λύση, η μόνη επιλογή είναι η ταφή – και αυτό είναι αδιέξοδο. Η Ελλάδα, βάσει της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2018/851 και του Νόμου 4819/2021, έχει δεσμευτεί να περιορίσει την ταφή αποβλήτων στο 10% έως το 2030 (ή 2035, εφόσον δοθεί παράταση). Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, απαιτείται συνδυασμός δράσεων: ενίσχυση της ανακύκλωσης, διαλογή στην πηγή και αξιοποίηση του υπολείμματος. Στη Δυτική Μακεδονία, μέσω του εργοστασίου μας, υλοποιούμε ήδη ανακύκλωση και διαλογή στην πηγή — φτάνοντας στο 30% υπόλειμμα. Δηλαδή, σήμερα θάβουμε το 30% των αποβλήτων. Για να πέσουμε στο 10%, η μόνη ρεαλιστική λύση είναι η ενεργειακή αξιοποίηση του υπολείμματος, μέσω θερμικής επεξεργασίας. Οι 30.000 τόνοι που σήμερα καταλήγουν στον ΧΥΤΑ πρέπει να οδηγούνται σε μονάδα καύσης. Είναι μονόδρομος. Δεν υπάρχει άλλη τεχνικά εφαρμόσιμη ή οικονομικά βιώσιμη λύση“.

Ο Γενικός Διευθυντής της ΔΙΑΔΥΜΑ καταλήγοντας ανέφερε πως η κοινωνική αποδοχή είναι αναγκαία συνθήκη για την επιτυχία ενός τέτοιου έργου. «Η κοινωνία δεν μπορεί να μείνει απ’ έξω. Αν γίνει αυτό, τότε η αντίδραση είναι μονόδρομος», δήλωσε, εκφράζοντας την προσωπική του άποψη —και όχι απαραίτητα του Διοικητικού Συμβουλίου— υπέρ της επένδυσης υπό συγκεκριμένες και δεσμευτικές προϋποθέσεις. «Μιλάω ξεκάθαρα για τα συμφέροντα της κοινωνίας. Είμαι υπέρ της λύσης, αλλά υπό αυστηρούς όρους. Σε κάθε άλλη περίπτωση, πρέπει να υπάρξει αντίδραση. Σε τέτοιου είδους έργα δεν μπορεί να υπάρχει μόνο η τεχνική διάσταση. Πρέπει να συνυπολογίζονται η κοινωνική αποδοχή, η οικονομική επιβάρυνση και, φυσικά, η θεσμική συμμετοχή των τοπικών φορέων. Εμείς, ως ΔΙΑΔΥΜΑ, δεν ζητάμε να εμποδίσουμε το έργο. Ζητάμε να συμμετάσχουμε στη διαδικασία, να συμβάλουμε με την εμπειρία μας και να διασφαλίσουμε ότι το έργο αυτό θα είναι προς όφελος της περιοχής — και όχι εις βάρος της.» κατέληξε.

Θένια Βασιλειάδουwww.xronos-kozanis.gr

Μοιραστείτε την είδηση