Γράφει η Κορίνα Χατζηπαναγιωτίδου *
Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα προσελκύει εκατομμύρια επισκέπτες κάθε καλοκαίρι, όμως για τον μέσο πολίτη οι διακοπές αποτελούν πλέον μακρινή πολυτέλεια. Αυτό συμβαίνει καθώς η ακρίβεια έχει καταστήσει ακόμη και μια απλή μονοήμερη εξόρμηση στη θάλασσα απαγορευτική.
Τα καύσιμα, τα διόδια, οι τιμές σε φαγητό και ξαπλώστρες, οι αυξημένοι ναύλοι, οι χαμηλοί μισθοί κλπ συμβάλλουν σε μια ασφυκτική καθημερινότητα όπου η ξεκούραση είναι προνόμιο για λίγους.
Ταυτόχρονα, πολλές ευρωπαϊκές χώρες αρχίζουν να αντιδρούν στις επιπτώσεις του μαζικού τουρισμού. Πόλεις όπως η Βαρκελώνη, το Άμστερνταμ και η Βενετία θέτουν περιορισμούς, φορολογούν τον τουρισμό ή αποθαρρύνουν την ανεξέλεγκτη τουριστική ροή, προστατεύοντας τους κατοίκους και το περιβάλλον.
Αντίθετα, στην Ελλάδα η στρατηγική μοιάζει αποκομμένη από την πραγματικότητα. Την ώρα που άλλες χώρες προσπαθούν να συγκρατήσουν τις τιμές και να διατηρήσουν μια ισορροπία, οι αρμόδιοι εδώ προτείνουν στους πολίτες «να μην πηγαίνουν διακοπές Ιούλιο και Αύγουστο, ώστε να μην εμποδίζουν τον τουρισμό που φέρει έσοδα».
Μια τέτοια προσέγγιση αγνοεί επιδεικτικά τις κοινωνικές ανισότητες, τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και την οικονομική εξάντληση της κοινωνίας. Ο τουρισμός δεν μπορεί να χτίζεται πάνω στην υποβάθμιση της ζωής των ίδιων των κατοίκων, αλλά αντίθετα οφείλει να βάζει στο επίκεντρο τον πολίτη, βοηθώντας τον να ζήσει αξιοπρεπέστατα μέσα στον τόπο του.
Άραγε, οι αρμόδιοι έχουν αναλογιστεί τα θετικά αποτελέσματα της μείωσης του υπερτουρισμού στη χώρα μας ή απλώς στοχεύουν στην κακή ποιότητα, κυνηγώντας το γρήγορο χρήμα;
* Κορίνα Χατζηπαναγιωτίδου – Πολιτιστική Διαχειρίστρια, Οικονομολόγος MSc