Ταξίδι στο χρόνο σε καμβά: 57 πορτρέτα – 375 χρόνια ιστορίας της Κοζάνης

6 Min Read

Ο Μιχαήλ Καραπαναγιωτίδης παρουσιάζει την 11η ατομική του έκθεση

Μια εικαστική διαδρομή 375 ετών, από το 1650 έως το 2025, αποτυπώνει η νέα έκθεση «Πορτραίτα της πόλης. Προσωπικότητες της Κοζάνης μέσα στο χρόνο» του Μιχαήλ Καραπαναγιωτίδη, που εγκαινιάζεται αυτή την Κυριακή 12 Οκτωβρίου στον εκθεσιακό χώρο της Κοβενταρείου Δημοτικής Βιβλιοθήκης. Τα 57 πορτρέτα ανθρώπων που άφησαν το δικό τους αποτύπωμά στη συλλογική μνήμη –κάποιοι γνωστοί, άλλοι ξεχασμένοι, πολλοί σήμερα μόνο ως «οδός» σε μια πινακίδα– συνθέτουν ένα ζωντανό αρχείο ταυτότητας.

Η έκθεση, που αποτελεί την 11η ατομική δουλειά του, θα διαρκέσει έως τις 30 Νοεμβρίου και θα είναι επισκέψιμη καθημερινά από τις 8:00 έως τις 20:00. Στόχος δεν είναι μόνο η αισθητική συγκίνηση αλλά και η αναγνώριση εκείνων που σημάδεψαν την ταυτότητα της Κοζάνης. Περπατάμε στην πόλη και βλέπουμε διάφορα ονόματα στους δρόμους. Αλλά πόσοι ξέρουμε ποιοι ήταν πραγματικά αυτοί οι άνθρωποι;

Το έργο του Μιχαήλ Καραπαναγιωτίδη δεν είναι απλώς αισθητικό. Είναι αναζήτηση ριζών. Όπως λέει, μιλώντας στο «Χ», η ιδέα γεννήθηκε «περπατώντας στην πόλη και διαβάζοντας τα ονόματα των δρόμων» και αναρωτώμενος ποιοι ήταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι πίσω από αυτά. «Όπως αναρωτιόμουν εγώ, σίγουρα αναρωτιούνται και άλλοι», εξηγεί, περιγράφοντας πως ένιωσε την ανάγκη να τους αποδώσει ξανά πρόσωπο, αξιοποιώντας το μέσο που υπηρετεί με συνέπεια εδώ και δεκαετίες, τη ζωγραφική.

Τα πρόσωπα των έργων προέρχονται κυρίως από αρχεία της Βιβλιοθήκης, παλιές φωτογραφίες που εντόπισε σε σπίτια, αλλά και από αγάλματα της πόλης. Κάποιες εικόνες χρειάστηκε να τις ανασυνθέσει εικαστικά. «Όσες φωτογραφίες δεν ήταν καθαρές, τις έχω επεξεργαστεί ζωγραφικά στο μυαλό μου», αναφέρει, ενώ θυμάται χαρακτηριστικά την περίπτωση της κ. Λιάπη, όπου «η φωτογραφία βρέθηκε εντελώς τυχαία σε ένα σπίτι».

Το έργο αυτό, όπως λέει, ωρίμαζε μέσα του χρόνια. Για δύο χρόνια δούλευε ασταμάτητα, φωτογραφίζοντας καθημερινά και ζωγραφίζοντας με συνέπεια, μέχρι να συμπληρωθούν τα 57 έργα, όλα λάδι σε καμβά. «Οφείλουμε να ξέρουμε μερικούς από αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι ήταν ντόπιοι, καθώς ζούμε μέσα στην ίδια πόλη. Είπα κάποια μέρα να βρω ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι για να τους κάνω τα πορτρέτα, και το έκανα».

Μεγάλη βαρύτητα δίνει και στα βιογραφικά που θα συνοδεύουν τα έργα, τα οποία επιμελήθηκαν φιλόλογοι και ιστορικοί της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ευχαριστώντας την κ. Βόντσα για τη βοήθεια της. «Τα βιογραφικά θα είναι δίπλα σε κάθε πορτρέτο, για να μάθει ο κόσμος την ιστορία του καθένα», τονίζει, ενώ στόχος του δεν είναι μόνο να συγκινήσει, αλλά να διδάξει σιωπηλά.

Ο κ. Καραπαναγιωτίδης ζωγραφίζει ανθρωποκεντρικά, όπως λέει ο ίδιος. Στον πυρήνα του έργου του βρίσκεται πάντοτε ο άνθρωπος, όχι ως σύμβολο αλλά ως παρουσία. «Μου αρέσουν τα πρόσωπα. Και πάντα κινούμαι ανθρωποκεντρικά στα έργα μου», σημειώνει, εξηγώντας πως μεγάλη επιρροή του υπήρξαν τα Φαγιούμ και η Αναγέννηση, που τον βοήθησαν να μάθει να αποτυπώνει ψυχή. Έχει μάλιστα πραγματοποιήσει και μία έκθεση αποκλειστικά αφιερωμένη στα Φαγιούμ.

Παρά την πορεία του, δηλώνει πως ακόμη εξελίσσεται. «Από την πρώτη μου έκθεση το 2006 έως σήμερα αποτυπώνω με μεγαλύτερη ευκολία αυτό που θέλω. Πιο καθαρά χρώματα, πιο σίγουρη πινελιά», λέει, συμπληρώνοντας όμως πως δεν θέλει να μείνει στάσιμος. «Ο καλλιτέχνης πρέπει να έχει όραμα και να εξελίσσεται» τονίζει.

Η σχέση του με την τέχνη, εξάλλου, δεν είναι αποτέλεσμα απόφασης αλλά βιωματική ανάγκη. «Από μικρός μου άρεσε πάρα πολύ η ζωγραφική και η μουσική. Όταν ήμουν έφηβος έπαιζα κιθάρα και μάλιστα για ένα χρόνο επαγγελματικά όσο σπούδαζα», θυμάται. Η κομβική στιγμή ήρθε όταν, νέος ακόμη, μπήκε τυχαία σε μια γκαλερί: «Εντυπωσιάστηκα τόσο πολύ με τα έργα που είδα εκεί, που όταν βγήκα σκέφτηκα ότι κάποια μέρα θα ασχοληθώ οπωσδήποτε με τη ζωγραφική» σημειώνει.

Από τότε πέρασαν χρόνια, σπουδές, εργασία, οικογένεια – αλλά εκείνος δεν σταμάτησε ποτέ να ζωγραφίζει. Ακόμη και όταν γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών στη Φλώρινα, ενώ είχε πάρει σύνταξη, αποφάσισε τελικά να μη συνεχίσει τη σχολή και να ακολουθήσει το δικό του μονοπάτι. «Ήθελα κάτι πιο δραστικό και γρήγορο», λέει, εξηγώντας πως προτίμησε να διαβάζει μόνος του και να δουλεύει καθημερινά στο εργαστήριό του.

Με αυτή τη νέα έκθεση νιώθει ότι επιστρέφει κάτι πίσω στην πόλη. Σκέφτεται μάλιστα τα έργα να μείνουν οριστικά εδώ και να τα αφήσει ως παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές. «Σκέφτομαι αργότερα τα έργα μου να καταλήξουν σε κάποια πινακοθήκη της Κοζάνης για να μείνουν στην ιστορία για τις επόμενες γενιές», αναφέρει, δείχνοντας πως ο στόχος του δεν είναι η προσωπική προβολή, αλλά η διατήρηση της μνήμης. Κι αυτό που ακόμη τον κάνει να συνεχίζει να ζωγραφίζει είναι «η αναζήτηση του τέλειου» ενώ ήδη σκέφτεται την επόμενη του έκθεση. «Κάθε έκθεση που κάνω θέλω να είναι διαφορετική από τις άλλες» τονίζει.

Η έκθεση λειτουργεί σαν πρόσκληση προς όλους. Προς εκείνους που ξέρουν τα ονόματα των 57 αυτών ανθρώπων αλλά όχι τα πρόσωπα και προς εκείνους που αγαπούν την πόλη τους, αλλά ίσως δεν την έχουν κοιτάξει ποτέ στα μάτια. Όπως λέει και ο ίδιος, «το συναίσθημα της δημιουργίας είναι απερίγραπτο. Σε γεμίζει και σε ολοκληρώνει σαν άνθρωπο. Σε κάνει να βλέπεις τα πράγματα με άλλο μάτι». Και ίσως, μέσα από αυτά τα 57 βλέμματα, να ολοκληρωθεί και κάτι μέσα σε όσους θα σταθούν απέναντί τους.

Θένια Βασιλειάδουwww.xronos-kozanis.gr

Μοιραστείτε την είδηση