Η «Φάρμα των ζώων» του ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης υποψήφια για το βραβείο καλύτερης παράστασης ΔΗΠΕΘΕ

7 Min Read

Από το Εργοστάσιο Κικής ταξιδεύει τώρα στα βραβεία της Ελληνικής Ένωσης Κριτικών Θεάτρου

Η παράσταση «Η φάρμα των ζώων» του Τζορτζ  Όργουελ, σε σκηνοθεσία Μάριου Κακουλλή και παραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης, είναι υποψήφια για το βραβείο «Καλύτερης Παράστασης ΔΗΠΕΘΕ» στα φετινά βραβεία της Ελληνικής Ένωσης Κριτικών Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών. Μαζί της διεκδικούν το βραβείο οι παραγωγές των ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας, Ρούμελης, Καλαμάτας, Κρήτης, Λάρισας και Σερρών. Η απονομή θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα 20 Οκτωβρίου στο Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος, στο πλαίσιο της ετήσιας εκδήλωσης της Ένωσης. Τα βραβεία καλύπτουν τη θεατρική σεζόν από τον Οκτώβριο του 2024 έως και τον Σεπτέμβριο του 2025, συμπεριλαμβάνοντας όλες τις παραστάσεις που έκαναν πρεμιέρα σε αυτό το διάστημα.

Η Πειραματική Σκηνή του ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης παρουσίασε το έργο στο Εργοστάσιο Κικής, μετατρέποντας τον χώρο σε ζωντανή σκηνή δράσης, όπου το κοινό δεν παρακολουθούσε αλλά κινούνταν ανάμεσα στους ηθοποιούς. Ο βιομηχανικός χώρος έγινε η Φάρμα των Ζώων, με τους θεατές να περιπλανιούνται, να συναντούν τα ζώα και να βιώνουν από κοντά την εξέγερσή τους. Ο συνδυασμός θεατρικής δράσης, ήχου, φωτισμού και άμεσης αλληλεπίδρασης δημιούργησε μια εμπειρία που ξεφεύγει από τη συμβατική θεατρική θέαση.

Στην ιστορία, τα ζώα μιας φάρμας επαναστατούν ενάντια στον άνθρωπο ιδιοκτήτη τους με στόχο μια κοινωνία ισότητας και δικαιοσύνης. Καθώς όμως η εξουσία συγκεντρώνεται στα γουρούνια και ιδιαίτερα στον Ναπολέοντα, οι αρχικές αξίες προδίδονται και μια νέα μορφή τυραννίας αντικαθιστά την παλιά. Η αλληγορία του Όργουελ, διαχρονική και επίκαιρη, βρήκε στη συγκεκριμένη σκηνοθετική προσέγγιση ένα τολμηρό μέσο ανανέωσης, ενισχύοντας τη δύναμη του κειμένου μέσα από τη φυσική συμμετοχή του κοινού.

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης Στέλιος Χλιαράς, μιλώντας στο «Χ», εκφράζει τη χαρά και την ικανοποίηση του για την υποψηφιότητα, τονίζοντας ότι αποτελεί επιστέγασμα μιας μεγάλης και συλλογικής προσπάθειας. Όπως σημειώνει, η «Φάρμα των Ζώων» δεν ήταν απλώς μια ακόμη παραγωγή, αλλά η ουσιαστική επαναφορά της Πειραματικής Σκηνής του ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης με έναν πραγματικά τολμηρό χαρακτήρα, καθώς η μορφή της παράστασης ξεπερνούσε ό,τι είχε παρουσιαστεί μέχρι σήμερα τουλάχιστον στην περιοχή. «Έγινε μια πολύ μεγάλη προσπάθεια από πάρα πολλούς ανθρώπους της πόλης, και όχι μόνο, την περασμένη άνοιξη για να πάρει ζωή η “Φάρμα των Ζώων”», λέει χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι το ρίσκο του να στηθεί η δράση σε όλους τους χώρους του εργοστασίου δεν ήταν μικρό. «Πήραμε ένα ρίσκο για να γίνει η παράσταση σε όλους τους χώρους του εργοστασίου, δούλεψαν πάρα πολλοί άνθρωποι γι’ αυτό και νιώθουμε φυσικά χαρά και δικαίωση που αυτή η παράσταση επιλέχθηκε και από όλες τις παραστάσεις του ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης αλλά και ανάμεσα σε παραστάσεις άλλων ΔΗΠΕΘΕ της χώρας».

Παρά την αξία της υποψηφιότητας, για τον ίδιο η μεγαλύτερη αναγνώριση έχει ήδη δοθεί από το κοινό. «Η παράσταση ήταν πραγματικά η συζήτηση στην πόλη», αναφέρει, υπογραμμίζοντας πως η αποδοχή των θεατών έδωσε το μήνυμα ότι το κοινό της Κοζάνης είναι ανοιχτό σε μη συμβατικές προτάσεις, έτοιμο να αγκαλιάσει νέες μορφές θεατρικής έκφρασης. «Αυτό που για μας έχει περισσότερη σημασία είναι ότι αυτή η παράσταση έγραψε στη συνείδηση των θεατών», εξηγεί, προσθέτοντας ότι η ανταπόκριση του κόσμου λειτούργησε και ως επιβεβαίωση για τη συνέχεια. «Στην περιφέρεια δεν τολμάμε πολύ να σκεφτούμε “έξω από το κουτί” και να βγούμε έξω από αυτό, όμως ο κόσμος απέδειξε ότι θέλει και αγκαλιάζει τέτοια εγχειρήματα και αυτό μας έδωσε ώθηση ώστε να συνεχίσουμε να σκεφτόμαστε έτσι για να κάνουμε πιο καινοτόμα πράγματα».

Αναφερόμενος στο τι έκανε την παράσταση να ξεχωρίσει σε κοινό και κριτικούς, στέκεται στον πειραματικό της χαρακτήρα και στη βιωματική εμπειρία που πρόσφερε. «Το να παιχτεί σε όλους τους χώρους ενός εργοστασίου, να βγει από τους συμβατικούς χώρους μιας θεατρικής αίθουσας, να έχει έναν πλήρως βιωματικό χαρακτήρα με τα φώτα και τον ήχο και όλα αυτά που συνέβαιναν στους χώρους του εργοστασίου την έκανε να ξεχωρίσει. Θεωρώ γενικά ότι στήθηκε μια παράσταση, ας μου επιτραπεί η έκφραση, ευρωπαϊκού επιπέδου». Όπως σημειώνει, τέτοιες παραγωγές συναντά κανείς κυρίως στο εξωτερικό, ενώ ακόμη και στην Αθήνα είναι σπάνιες.

Για το κατά πόσο ένα ΔΗΠΕΘΕ μιας πόλης όπως η Κοζάνη μπορεί να σταθεί ισότιμα απέναντι σε μεγαλύτερους οργανισμούς, παραδέχεται ότι η διεκδίκηση δεν είναι εύκολη, ωστόσο είναι απολύτως εφικτή. «Δεν είναι εύκολο να βγεις στην επιφάνεια και να διεκδικήσεις μια ισότιμη θέση με μεγάλους οργανισμούς και εγχειρήματα που γίνονται στα κέντρα, δεν είναι και αδύνατο όμως όπως αποδείχθηκε», λέει, αποδίδοντας το αποτέλεσμα στη σκληρή δουλειά, τη θέληση, το όραμα και τους κατάλληλους συνεργάτες. Χαρακτηριστικά εκτός από τους ηθοποιούς, αναφέρει τον σκηνοθέτη Μάριο Κακουλλή ως «ενορχηστρωτή της προσπάθειας», ενώ ξεχωρίζει και τη συνεργασία με την Πανδώρα και το τμήμα εγχόρδων του Δημοτικού Ωδείου Κοζάνης, που εναλλάσσονταν στις παραστάσεις.

Μιλώντας για το κοινό της Κοζάνης, τονίζει ότι το ΔΗΠΕΘΕ οφείλει όχι απλώς να ανταποκρίνεται αλλά να διαμορφώνει αισθητική και να δείχνει τον δρόμο. «Πρέπει να κάνουμε και ένα άνοιγμα σε ένα νέο κοινό», λέει, ξεκαθαρίζοντας ότι «δεν πρέπει ένας καλλιτεχνικός οργανισμός να διαμορφώνεται από το κοινό, αλλά πρέπει ο καλλιτεχνικός οργανισμός να διαμορφώνει το κοινό του». Στόχος του, όπως υπογραμμίζει, είναι το ΔΗΠΕΘΕ να λειτουργεί ως φορέας που ανοίγει δρόμους και συστήνει νέες μορφές θεάτρου στο κοινό της πόλης. «Θέλουμε, εν μέσω άλλων, να δίνουμε τη δυνατότητα στο κοινό να δει πράγματα που δεν θα μπορούσε να τα δει εύκολα στην πόλη και να διαμορφώσουμε έτσι ένα νέο κοινό, μια νέα κουλτούρα και μια νέα αισθητική στην πόλη».

Θένια Βασιλειάδουwww.xronos-kozanis.gr

Μοιραστείτε την είδηση