Mερικές σκέψεις για το ζήτημα «ΔΕΗ». Του Αιμίλιου Μπούσιου

4 Min Read

Η ηλεκτρική ενέργεια ((Η/Ε) συγκαταλέγεται στα λίγα προϊόντα που δεν υπόκεινται εύκολα σε ανταγωνισμό προερχόμενο από το εξωτερικό. Οι περιορισμοί στις διασυνδέσεις των δικτύων και οι απώλειες κατά τη μεταφορά της υποχρεώνουν την κάθε χώρα, προκειμένου να διασφαλίσει την ενεργειακή της τροφοδοσία, να αναπτύξει δικές της υποδομές παραγωγής.

 

Ως απόρροια αυτού του δεδομένου οι τομείς παραγωγής Η/Ε συνιστούν παραγωγικές δραστηριότητες λίγο πολύ προστατευμένες για την κάθε χώρα, όμως, λόγω της καθοριστικής τους συμβολής στην ανάπτυξη των υπολοίπων δραστηριοτήτων και στη διασφάλιση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων τους, η λειτουργικότητα και η αποδοτικότητά τους είναι ένα εξαιρετικά κρίσιμο ζήτημα.

 

Η μεταπολεμική ανάπτυξη της Ελλάδας βασίσθηκε σε μεγάλο βαθμό στην έγκαιρη ανάπτυξη ενός εύρωστου τομέα παραγωγής Η/Ε ο οποίος, κατά κύριο λόγο, θεμελιώθηκε στα διαθέσιμα αποθέματα κοιτασμάτων λιγνίτη και στο υδροηλεκτρικό δυναμικό, η δε ΔΕΗ, ως δημόσιος φορέας διαχείρισης και ανάπτυξης αυτού του κρίσιμου παραγωγικού τομέα, εξελίχθηκε στη σημαντικότερη βιομηχανική επιχείρηση της Ελλάδας.

 

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι σημαντικές αλλαγές που υιοθετήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, σε θεσμικό επίπεδο, για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών και, ιδιαίτερα, για το άνοιγμα των αγορών Η/Ε, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών παραγωγής, συνετέλεσαν στη διαμόρφωση ενός εντελώς διαφορετικού τοπίου ανάπτυξης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, στο οποίο η ΔΕΗ δεν κατόρθωσε να προσαρμοσθεί εγκαίρως. Η διαφοροποίηση του ενεργειακού μίγματος με την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η εισαγωγή του φυσικού αερίου, σε συνδυασμό με την επικράτηση τελευταία αντιλήψεων περί «απανθρακοποίησης», συνετέλεσαν στη ριζική αλλαγή των δεδομένων.

 

Η έλλειψη αντανακλαστικών και η αδυναμία προσαρμογής του φορέα με τη σημαντικότερη συμμετοχή στον ενεργειακό σχεδιασμό, δεν οδήγησε σε επιλογές σύμφωνες με τα ευρύτερα συμφέροντα της ελληνικής οικονομίας, αλλά σε επιλογές σύμφωνες με την εξυπηρέτηση μιας μικρής και ισχυρής ομάδας επιχειρηματικών συμφερόντων, του μεταπρατικού κυρίως τομέα, υποστηριζόμενες από χαρισματικούς, αλλά, χωρίς αναστολές εκπροσώπους τους, με ισχυρή επιρροή στα αντίστοιχα κέντρα αποφάσεων.

 

Η ίδια η ΔΕΗ έμεινε καθηλωμένη σε παραδοσιακές παραγωγικές, αλλά και διαχειριστικές δομές, χωρίς να είναι σε θέση να επηρεάσει τη δυναμική που διαμορφωνόταν από τη δραστηριοποίηση και τις παρεμβάσεις των πιο πάνω επιχειρηματικών συμφερόντων. Δεν μερίμνησε εγκαίρως για τον εκσυγχρονισμό των παραγωγικών της υποδομών, οδηγήθηκε στην πρόωρη αδρανοποίηση εξοπλισμού αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, δεν ανέπτυξε δραστηριότητες σε νέους τομείς που διανοίγουν οι νέες τεχνολογίες, απέτυχε να εκσυγχρονίσει την επιχειρησιακή της οργάνωση και το σημαντικότερο, κυρίως εξαιτίας μιας (για πολλούς λόγους) σταδιακής και ανατροφοδοτούμενης απαξίωσής της στην κοινωνική συλλογική συνείδηση, δεν ενδιαφέρθηκε να προφυλάξει το ανθρώπινο δυναμικό της από την απώλεια των απαραίτητων για την ανάπτυξη επαγγελματικών επιδόσεων υψηλού επιπέδου ποιοτικών χαρακτηριστικών, όπως είναι ο επαγγελματισμός, η εταιρική συνείδηση και η βούληση για προσφορά.

 

Σήμερα φαίνεται πως πλησιάζει η «ώρα της αλήθειας». Η σημαντικότερη ελληνική επιχείρηση, τόσο ιστορικά, όσο και ουσιαστικά, μοιάζει με ασθενή που πάσχει από πολυπαραγοντική ασθένεια. Ακόμα και οι βέλτιστες αποφάσεις που είναι δυνατόν και πρέπει να ληφθούν, όσο οδυνηρές κα αν θεωρηθούν, είναι ανάγκη, ως γνώμονά τους να έχουν την επιλογή του εφικτού και, γιατί όχι, τη δημιουργία προϋποθέσεων για ένα νέο ξεκίνημα, ελπιδοφόρο και δημιουργικό, με σύγχρονους όρους.

 

 

Αιμίλιος Μπούσιος

 

Πρώην Διευθυντής ΛΚΠ-Α

 

και Γ. Διευθυντής Ανάπτυξης της ΔΕΗ

Μοιραστείτε την είδηση