Είναι δικαίωμα του πρωθυπουργού και των υπουργών του να είναι άθεοι. Όπως είναι δικαίωμα και κάθε απλού πολίτη. Είναι μια στάση ζωής η οποία στις δημοκρατικές κοινωνίες γίνεται αποδεκτή, με όλες τις εκδηλώσεις που την υπογραμμίζουν. Όπως είναι η άρνηση των μυστηρίων της εκκλησίας (γάμος, βάπτιση κλπ), η άρνηση του θρησκευτικού όρκου και η αντικατάσταση του από πολιτικό και όλα τα συναφή.
Εκείνο που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, επειδή ακριβώς συνιστά χυδαία εκμετάλλευση της θρησκευτικής πίστης των πολλών, είναι η προκλητική απόπειρα εκμετάλλευσης του θρησκευτικού αισθήματος. Με επίπλαστες, έως τελείως και αγρίως ψεύτικες αναφορές σε θέματα πίστεως και λατρείας. Με τις όποιες κάποιοι επιχειρούν να εμφανίσουν εαυτούς ως μετέχοντες σε εκδήλωση αισθημάτων των θρησκευομένων.
Ως τώρα γνωρίζαμε ότι την πίστη των χριστιανών εκμεταλλεύονταν πολιτικώς οι λαϊκιστές της Δεξιάς, οι ακροδεξιοί και οι δικτάτορες. Όπως οι δικοί μας, οι απριλιανοί, που πορεύθηκαν με το σύνθημα «Ελλάς, Ελλήνων, Χριστιανών». Αλλά και άλλοι, αιμοσταγείς δικτάτορες. Από τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι, ως Τον Φράνκο και τον Σαλαζάρ. Και βεβαίως το ίδιο κάνουν και στον χώρο του Ισλαμ όλες οι τυραννικές εξουσίες.
Τώρα, στα καθ’ ημάς, έχουμε μια ακόμη πρωτοτυπία. Τους …ημιθρήσκους αριστερούληδες. Που ενώ αρνούνται τα βασικά μυστήρια της εκκλησιάς –δικαίωμα τους βεβαίως- εντούτοις εμφανίζονται να μετέχουν στο πανηγυριώτικο σκέλος των εκδηλώσεων θρησκευτικής πίστεως. Από την περιφορά του Επιταφίου και την ακολουθία της Αναστάσεως, ως τα προσκυνήματα του δεκαπενταύγουστου. Όπου, αιφνιδίως ανακαλύπτουν την «Παναγία των Ελλήνων».
Με συμπαθάτε, αλλά έκπαλαι, ο λαός μας για όσους επιδεικνύουν τέτοιες συμπεριφορές, είχε ένα ιδιαιτέρως εύγλωττο επίθετο: Θεομπαίχτες.
Τι ακριβώς θέλατε να μας πείτε κ. Πρόεδρε, με την Ανάρτηση σας στο «τουίτερ», όπου γράψατε: «Δεκαπενταύγουστος, το μικρό Πάσχα της Ορθοδοξίας, σπουδαία μέρα για την παράδοση του λαού μας. Η δύναμη της πίστης, όπως κι αν την βιώνει ο καθένας μας, είναι κινητήρια δύναμη για να αντιμετωπίζουμε τις προσωπικές και συλλογικές δυσκολίες»; Ότι εγκαταλείπετε τον «επιστημονικό υλισμό» της μαρξιστικής θεωρίας, ως μια ακόμη «αυταπάτη» σας και ασπάζεσθε χριστιανική κοσμοθεωρία;
Αν είναι έτσι, γιατί δεν το λέτε πιο καθαρά; Αλλά δεν είναι. Απλώς επιχειρείτε, με τρόπο που παραπέμπει στους θεομπαίχτες, να κερδίσετε πόντους, από το θρησκευτικό συναίσθημα των πολλών. Με τρόπο, επιεικώς, ανίερο.
Γ. Π. ΜΑΣΣΑΒΕΤΑΣ