Το Ερμιόνιο. Του Γιώργου Θ. Τζέλλου

3 Min Read

Τις Κυριακές του καλοκαιριού τα βραδάκια έξοδος με την οικογένεια στην πλατεία. Καθόμαστε στις πάνινες πολυθρόνες σκηνοθέτη γύρω από τα τραπεζάκια του Ερμιόνιου και τα παιδιά παίρναμε το καθιερωμένο κλασικά κοκ. Εξαιρετικής ποιότητας. Το σέρβιρε ο πατέρας της συμμαθήτριας μου στο δημοτικό το γκαρσόν ο Ζούκης. Ακουγόταν μουσική ελληνική. Τα τραγούδια του Χατζηδάκη του 1960 «Πως τον λεν τον ποταμό».
Κάποιες φορές προηγείτο η παρακολούθηση κινηματογραφικού έργου στο θερινό σινεμά Κένταυρος. Το σινεμά βρισκόταν εκεί που είναι σήμερα η Λέσχη Αξιωματικών Κοζάνης. Οι μικροί καθόμασταν στις μπροστινές σειρές καθισμάτων.
Εκεί ένα βράδυ ο μικρός Βαγγέλης παρακολουθούσε γουέστερν, πιο πίσω καθόταν ο μπαμπάς του. Όταν στην οθόνη εμφανίσθηκε ένα καταπράσινο λιβάδι και ένα κοπάδι αγελάδες, ακούσθηκε μια βροντερή φωνή:
– Βαγγέλ’ι αρά Βαγγέλ’ι τν πότσις τ’γελάδα;
– Ναι μπάκα, τν πότσα !
Στο ισόγειο του Ερμιόνιου στεγαζόταν εστιατόριο και ζαχαροπλαστείο. Στους ορόφους τα δωμάτια του ξενοδοχείου.
Θυμάμαι το 1960 με 1961 πως σε ένα από τα δωμάτια του δεύτερου ορόφου έμενε ένας μηχανικός που εργαζόταν στη ΛΙΠΤΟΛ. Τα απογεύματα η σύζυγος συνήθιζε να βγαίνει για σεργιάνι στο μπαλκονάκι του δωματίου. Φορούσε ωραία φορέματα με φουρό μέχρι το γόνατο. Εντυπωσιακά ωραία γυναίκα. Κάτω στην πλατεία γινόταν συχνά διαδήλωση.
– Ιάτην, ιάτην, βγήκι, σιγοψιθύριζαμε με θαυμασμό.
Τα Σάββατα συνήθως στην αίθουσα του ισόγειου φιλοξενούνταν ορχήστρες και λαϊκές φωνές. Το χειμώνα οι κουρτίνες και τα κουρτινάκια δεν επέτρεπαν να διακρίνονται οι θαμώνες. Ακουγόταν η μουσική. Το γλέντι τις περισσότερες φορές γινόταν ως αργά το βράδυ. Παιδί θυμάμαι τις Αποκριές πως γινόταν τα απογεύματα κάθε μέρα της εβδομάδας μπάλ ντ’ ανφάν. Τα βράδια χοροί συλλόγων.
Ένα τέτοιο βραδυ μετά το πέρας του χορού ένα γνωστό στην Κοζάνη γεροντοπαλίκαρο έφυγε συνοδεύοντας μια ντιζέζ. Όταν βρέθηκαν στην κρεβατοκάμαρα του, ο κύριος είπε:
– Ένα λεπτό να πάω προς νερού μου. Επιστρέφοντας ρώτησε με αγωνία
– Που είναι μάρ, εδώ στο κομοδίνο είχα ένα σοκολατάκ’ι.
– Το έφαγα χρυσέ μου, είχα μια λιγούρα .
– Το φαγες το σοκολατάκ’ι, τότι κάτσι να σε τετοιώσ’ι του σοκολατάκ’ι!
Ήταν παραγγελία από το Παρίσι, το βιάγκρα εκείνης της εποχής!
Υ.γ.
Κουίζ: τι φοντάν προτιμάτε γκόλιαβο ή με περιτύλιγμα;

Μοιραστείτε την είδηση