Αλέξανδρος Ακριτίδης, Συγγραφέας και δημιουργός των εκδόσεων “Αποστακτήριο”: “Όλοι θέλουν να γράψουν κάτι, χωρίς ωστόσο να υπάρχει η επιθυμία να διαβάσουν τους άλλους.”

8 Min Read

 Της Λαμπροπούλου Βάιας

Ο Αλέξανδρος Ακριτίδης τον Μάιο του 2010 δημιούργησε την ιστοσελίδα apostaktirio.gr, η οποία έχει ως κύριο άξονα τη διάδοση της Λογοτεχνίας και των Τεχνών γενικότερα. Έχει εκδώσει επτά βιβλία μεταξύ των οποίων, τις συλλογές διηγημάτων «Της ζήσης χαρμολύπες» και «Αλαργινή ηχώ» και τα μυθιστορήματα «Χίλιοι τρόποι να πεθάνεις» και «Πλεκτάνη εξ αίματος». Στη συνέντευξη που ακολουθεί σκιαγραφεί τη συγγραφική του πορεία και μας πληροφορεί για τα νέα του σχέδια.

Κύριε Ακριτίδη, το επάγγελμα από το οποίο βιοπορίζεστε είναι οι ένοπλες δυνάμεις, έχει σχέση με τη συγγραφική σας πορεία και πώς;

 Δε θεωρώ ότι το επάγγελμά μου έχει μεγάλη σχέση με τη συγγραφική μου πορεία, όμως υποσυνείδητα μου έμαθε να είμαι τυπικός και σχολαστικός με ό,τι καταπιάνομαι, όπως επίσης και συνεπής απέναντι στους αναγνώστες μου.

 Ποια ήτανε τα πρώτα σας γραπτά κείμενα;

 Ξεκίνησα να γράφω ποιήματα από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου. Ποιήματα με την αφέλεια και τη θεματολογία της παιδικής ηλικίας, τη στιγμή που αγνοούσα τελείως πού θα με οδηγούσε όλη αυτή η δραστηριότητα. Πολλά χρόνια αργότερα, περίπου όταν ήμουν 24 ετών, άρχισα να πειραματίζομαι με τα διηγήματα και γενικότερα τον πεζό λόγο.

 Για ποιον λόγο γράφετε, κύριε Ακριτίδη;

 Γράφω μόνο όταν έχω κάτι να πω στον κόσμο, είτε αυτό θα είναι μια γενικότερη πληροφόρηση είτε μια εξωτερίκευση των προσωπικών μου “πιστεύω”. Μέσω της λογοτεχνίας μπορεί ο συγγραφέας να θίξει πολλά σημαντικά θέματα, ιστορικά, κοινωνικά, πολιτικά κ.ά. Αυτό ταυτόχρονα βοηθάει κι εμένα να γίνω καλύτερος άνθρωπος και να κάνω πράξη αυτά που πρεσβεύω μέσω της γραφής.

  Πώς νοιώσατε όταν εκδόθηκε το πρώτο σας βιβλίο; Παρουσιάστε μας τη διαδρομή του.

 Ήταν υπέροχο το συναίσθημα όταν εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο, η ποιητική συλλογή «Λέξεις που ψάχνουν για φτερά». Αυτό το “άγουρο” τότε έργο μου κυριολεκτικά μου άνοιξε τα φτερά σε νέους ουρανούς. Πολλά από τα ποιήματα του βιβλίου μελοποιήθηκαν, έγιναν τραγούδια, ταξίδεψαν σε πολλές αγκαλιές. Θεωρώ ότι αν το ξαναέβγαζα σήμερα, θα αφαιρούσα το 50% της ύλης! Κι αυτό γιατί όσο ο άνθρωπος ωριμάζει, κάποια πράγματα δεν τον εκφράζουν πια και ανήκουν σε άλλες ηλικίες!

 5) Τα δύο διηγήματά σας «Το ματωμένο βουνό» και «Ο θησαυρός» ανέβηκαν και ως θεατρικά έργα. Ποια στοιχεία ενέπνευσαν τον σκηνοθέτη; Ποιες οι ομοιότητες ενός διηγήματος με ένα θεατρικό κείμενο και ποιες οι διαφορές;

 Αυτό που ενέπνευσε τη σκηνοθέτη, την κυρία Αναστασία Θυμιοπούλου, θεωρώ ότι ήταν η ίδια η δύναμη των κειμένων. Νοήματα βαθιά για ανθρώπους που ρισκάρουν, που παλεύουν, που ψάχνουν τον εαυτό τους. Αλτρουισμός, αλληλεγγύη, θυσία για τον πλησίον, αναζήτηση της ταυτότητάς μας. Σαφώς ένα διήγημα από μόνο του δεν μπορεί να γίνει θεατρικό έργο. Χρειάζεται επεξεργασία, περισσότερους διαλόγους και, ενδεχομένως, περισσότερους ήρωες. Το διήγημα είναι μια μικρή αυτοτελή ιστορία που μπορεί να συγκινεί, αλλά το θέατρο είναι ένα οπτικοακουστικό θέαμα  που μπορεί να προσφέρει ακόμα μεγαλύτερες συγκινήσεις.

  Ποιο είναι το αγαπημένο σας θέμα για συγγραφή;

 Τα θέματα που με επηρεάζουν και που αγαπάω να χρησιμοποιώ στα έργα μου είναι πολλά. Κοινωνικά, αστυνομικά, ιστορικά κ.ά. Το βασικό στοιχειό όμως που διαπερνά τα περισσότερα βιβλία μου είναι η ανατροπή. Δε θέλω ο αναγνώστης να βλέπει τίποτα ως δεδομένο και ως τυποποιημένο. Θέλω να βιώνει τις ραγδαίες αλλαγές της πέννας μου και να μένει πάντα σε αγωνία για την εξέλιξη της κάθε υπόθεσης. Αυτό είναι ένα στοιχείο που λατρεύω.

 Τι σχεδιάζετε να μας παρουσιάσετε συγγραφικά στο επόμενο χρονικό διάστημα;

 Έχω έτοιμα αρκετά έργα που θέλω να τα δω να εκδίδονται. Το πιο πιθανόν είναι τα επόμενα δυο βιβλία μου να αφορούν το θέατρο και την παιδική λογοτεχνία. Επειδή ωστόσο το Αποστακτήριο απέκτησε και τις δικές του Εκδόσεις, η αγωνία μου και η προσμονή μου να δούμε έργα άλλων συγγραφέων να εκδίδονται από εμάς, είναι ακόμα μεγαλύτερη. Κι έχοντας στο τιμόνι των Εκδόσεων Αποστακτήριο την εκ Κοζάνης καταγόμενη σύζυγό μου, Ελένη Παπακώστα, νιώθω μεγαλύτερη ασφάλεια στο εγχείρημά μας.

  Η ιστοσελίδα σας apostaktirio.gr είναι μια δυναμική λογοτεχνική ιστοσελίδα.  Μέσα από τη διάδραση που συμβαίνει εκεί με αναγνωστικό κοινό, εκδότες και συγγραφείς, πώς βλέπετε τη λογοτεχνία στην Ελλάδα; Διαβάζουν οι Έλληνες; Ποιες θεματικές επιλέγουν και ποια λογοτεχνικά είδη διαβάζουν; 

Η λογοτεχνία στην Ελλάδα έχει πάρει έναν περίεργο δρόμο. Όλοι θέλουν να γράψουν κάτι, χωρίς ωστόσο να υπάρχει η επιθυμία να διαβάσουν τους άλλους. Γι’ αυτό υπάρχει και το φαινόμενο των πολλών εκδόσεων με μικρό αναγνωστικό κοινό. Αυτό το μικρό ποσοστό αναγνωστών, που κατά 75% αφορά γυναίκες, προσανατολίζεται πρωτίστως στην αισθηματική και κοινωνική λογοτεχνία, ενώ ακολουθούν η αστυνομική και η ιστορική.

 Υπάρχει, κ. Ακριτίδη, ενδιαφέρον των νεότερων ηλικιών για τη λογοτεχνία του σήμερα;

 Σαφώς υπάρχει, αλλά όπως προείπα δεν είναι μεγάλο το ποσοστό. Όσοι διαβάζουν όμως σε αυτή την ηλικία, προτιμούν βιβλία περιπέτειας, αστυνομικά, μεταφυσικά, παγκόσμιας συνωμοσιολογίας. 

 Η πανδημία αυτή που βιώνουμε και αλλάζει το ρου της ιστορίας τι αντίκτυπο έχει στην λογοτεχνική πορεία; 

Σαφώς και η λογοτεχνία πλήγεται ανεπανόρθωτα. Κι αν οι ήδη αναγνωρισμένοι  συγγραφείς δεν επηρεάζονται τόσο πολύ από τον “εγκλεισμό” και τα μέτρα, οι καινούργιοι ή οι μικρότερης εμβέλειας συγγραφείς, που πρέπει να “τρέξουν” για να παρουσιάσουν τις δουλειές τους, πλήττονται βαθύτατα. Ανάλογα προβλήματα συναντάμε με όλες τις μορφές της Τέχνης που επίσης βασίζονται στην παρουσία του κοινού, όπως τα θέατρα, οι εικαστικές εκθέσεις κτλ.

  Πώς θα είναι η λογοτεχνία του αύριο;

Αυτό που μας δίδαξε η πανδημία είναι ότι τα πάντα είναι ρευστά. Άλλωστε το είχε πει και ο Ηράκλειτος… Εύχομαι η λογοτεχνία του αύριο να είναι πιο ποιοτική και να ξεκαθαρίσει το τοπίο από τα δεινά που έφερε η “στεγνή” αυτοέκδοση. Θα μου πείτε: «Και ποιος είναι ικανός να κρίνει τους άλλους;» Αυτό λοιπόν που διαφοροποιεί τον κάθε συγγραφέα, τον κάθε εκδότη, το κάθε βιβλίο είναι η Γνώση του αντικειμένου. Εάν υπάρχει η γνώση, θα έχουμε και σωστά αποτελέσματα, καθώς ποτέ το ταλέντο δεν αρκεί.

Σας ευχαριστώ πολύ για την φιλοξενία!

“Τα πάντα ρει”, λοιπόν, κ.Ακριτίδη. Η λογοτεχία θα υπάρχει πάντα, με όποια μορφή και αν υπάρχει. Σας ευχαριστώ για την ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχαμε μαζί σας.

 

 

Μοιραστείτε την είδηση