Αναμνήσεις από το Κοινωνικό Ιατρείο, του Αναστάσιου  Σεμίζογλου

14 Min Read

Από τον πρώτο καιρό που λειτούργησε το Κοινωνικό Ιατρείο είχαμε ένα μόνιμο πρόβλημα. Ενώ εξυπηρετούμε και περιθάλπουμε αλλοδαπούς φίλους που διαμένουν και εργάζονται στην πατρίδα μας πολύ δύσκολα προσέρχονται ημεδαποί ασθενείς και εμπερίστατοι συμπολίτες μας. Αυτό οφείλεται στις εγγενώς ανεπαρκείς λειτουργίες μας που αναπόφευκτα υπάρχουν σε τέτοιου είδους εθελοντικές προσπάθειες, στη ‘’μαύρη’’ εργασία (διαδεδομένη στους αλλοδαπούς μετανάστες μάλλον παρά στους γηγενείς) που απλοποιεί και διευκολύνει την έκδοση κάρτας Κοινωνικού Ιατρείου. Από τις απαρχές λειτουργίας του Κοινωνικού Ιατρείου φιλοδοξούμε να προσεγγίσουμε όλες τις κοινωνικές ομάδες που είναι τα μεγαλύτερα θύματα και κύρια υφίστανται τις συνέπειες της μνημονιακής θύελλας. Είναι φυσικό να υπάρχει απόκλιση μεταξύ αυτού που θέλουμε να πετύχουμε (ιδανικό) και αυτού που μπορούμε(εφικτό). Δυστυχώς σε ένα μεγάλο βαθμό οι έχοντες ανάγκη Έλληνες συμπολίτες μας θεωρούν στιγματισμό την προσφυγή τους σε εθελοντικές κοινωνικές δομές για παροχή βοήθειας, επιδιώκουν την ανωνυμία για να μη φανερωθεί η πληγωμένη τους υπερηφάνεια, τα όνειρα που διαψεύστηκαν. Αυτό ισχύει και για την πατρίδα μας σαν σύνολο. Η εικόνα της χώρας μας που επαιτεί, ικετεύει, εκποιεί δημόσια περιουσία, ιερά και όσια, όνομα και ιστορία (Μακεδονία) έναντι οικονομικού οφέλους στα διευθυντήρια της Ευρώπης και των ισχυρών της γης είναι πρωτόγνωρη για το έθνος μας στην πολλών χιλιετιών ιστορία του.

Ήμουν ακόμη στο ιατρείο μου, αργά το μεσημέρι μιας Δευτέρας. «Είναι ώρα να φεύγω, είπα μέσα μου. Αρκετά για σήμερα. Εξάλλου το απόγευμα έχω δύο ασθενείς για πλήρη έλεγχο, συν τις επανεξετάσεις, τα εργαστηριακά και λοιπά.»

Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το κουδούνι της εισόδου. Βαριεστημένα γιατί ήταν ήδη μεσημέρι και φανερά ενοχλημένος άνοιξα την πόρτα. Ήταν ένας παλιός γνώριμος και φίλος. Συναντιόμασταν κατά καιρούς  στο ανώνυμο πλήθος της πόλης  και είχαμε μια καλημέρα.                                                                                                 – Θέλω μόνο ένα χαρτί, θα κάνω σε πρώτη φάση εξαγωγές πέντε δοντιών, μού είπε δείχνοντας τα δόντια του, δεν έχω ούτε ένα δόντι σωστό. Πάμε για οδοντοστοιχία. Άστα να πάνε, καταστροφή και δεν έχω μία.

-Σαν τι είδους χαρτί, απάντησα.

– Ένα χαρτί, ότι η καρδιά μου είναι γερή. Ο οδοντίατρος δεν επεμβαίνει αν δεν σιγουρευτεί για την καρδιά μου.

Εργαζόταν σε εργολάβους που κατασκεύαζαν δρόμους, δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, γραμμές τηλεπικοινωνιών, οτιδήποτε. Χειριζόταν το βαρύ κρουστικό μηχάνημα που κομμάτιαζε τσιμέντο, βράχους και ασφαλτικό. Συνθήκες δουλειάς σκληρές, μέτρα προστασίας ανύπαρκτα. Το καλοκαίρι πολλές φορές δούλευε κάτω από τον ήλιο με τροπικές θερμοκρασίες, ποτάμι ο ιδρώτας κι η σκόνη κολλούσε στο κάθυγρο πρόσωπο. Τους κρύους μήνες εργαζόταν με βροχές, χιόνια, πάγους και με θερμοκρασίες που πολλές φορές ήταν πολικές. Για πολλούς εργολάβους οι εργάτες των δρόμων είναι εργατικό δυναμικό που προσλαμβάνεται εύκολα και ευκαιριακά από τη  μεγάλη δεξαμενή των ανέργων. Το μόνο δικαίωμα που έχουν είναι να εγκαταλείψουν τη δουλειά όποτε θέλουν, κανένα πρόβλημα. Στη θέση τους εμφανίζονται καμιά δεκαριά άνεργοι, πιθανώς και περισσότεροι, ημεδαποί και αλλοδαποί έτοιμοι ν’ αδράξουν με κάθε μέσο  την  ανεπάντεχη ευκαιρία.   Σταματούν να δουλεύουν μόνο όταν το έργο τελειώσει ή όταν συμβεί ατύχημα.

Μου εκμυστηρεύτηκε: Δουλεύαμε κάτω από δυνατή βροχή σε ένα χωριό των Σερβίων, στο  .   .   .  .  Ξέρεις Αναστάση, (λόγω της παλιάς γνωριμίας και οικειότητας με προσφωνούσε με το μικρό όνομά μου και όχι με το γνωστό: Γιατρέ .  .   . ), σκάβαμε ένα κανάλι για το νέο δίκτυο ύδρευσης του χωριού. Ο εργολάβος βιαζόταν να τελειώσει το έργο. Δεν ήταν μόνο η βροχή που περόνιασε όλο το σώμα και ο δυνατός αέρας αλλά και το κρύο(ήταν Οκτώβρης κι η θερμοκρασία ήταν χαμηλή) που έκανε τα δάχτυλα να κολλάνε στο παγωμένο, ατσάλινο κρουστικό. Μεσαίωνας φίλε μου. Ο κόσμος του χωριού βλέποντάς μας που δουλεύαμε σαν αιχμάλωτοι, τη σκληρότητα του εργολάβου, ξεσηκώθηκε εναντίον του και μας σταμάτησε. Μας πήραν στα σπίτια τους να ζεσταθούμε και να στεγνώσουμε τα ρούχα μας .  .    . Ας είναι καλά οι άνθρωποι.                                                                  – Για να σου δώσω χαρτί, του είπα, χρειάζεται να σε εξετάσω, ένα καρδιογράφημα και ένα υπερηχογράφημα καρδιάς πρέπει οπωσδήποτε να γίνουν.

– Ωραία λοιπόν ξεκίνα, μου είπε.

–Είναι αργά μεσημέρι, ανταπάντησα, δεν έχω χρόνο, έλα στις επτά το βράδυ στο Κοινωνικό Ιατρείο.   Η διάγνωση εύκολη με την πρώτη ακρόαση. Φύσημα τραχύ σαν άνεμος δέκα μποφώρ, ακουστό παντού, από τη βάση της καρδιάς μέχρι την κάτω γνάθο: βαριά βλάβη της αορτικής βαλβίδας. Το καρδιογράφημα επίσης παθολογικό που ταίριαζε με την πάθηση. Η επιβεβαίωση ήρθε την άλλη μέρα με το υπερηχογράφημα.

– Γιώργο, του είπα, η πάθησή σου δεν επιδέχεται άλλη θεραπεία εκτός από τη χειρουργική αντικατάσταση της βαλβίδας.

– Κι αν αρνηθώ και δεν κάνω εγχείρηση;

– Υπάρχει κίνδυνος για τη ζωή σου που ξεπερνά τον εγχειρητικό κίνδυνο. Εσύ αποφασίζεις.

– Κατάλαβα, μου είπε κοιτώντας αφηρημένα προς το παράθυρο. -Πρέπει πρώτα να κάνουμε στεφανιογραφία, να δούμε αν εκτός απ τη βλαμμένη βαλβίδα έχεις και βουλωμένες αρτηρίες στην καρδιά, συμπλήρωσα.

-Με μπερδεύεις, μου είπε, εγώ μόνο ένα χαρτί θέλω για να κάνω εξαγωγή στον οδοντίατρο και συ τό’κανες ανατολικό ζήτημα.

-Δεν θα σου δώσω χαρτί  πριν δω τις αναλύσεις αίματος.

Την άλλη μέρα τον προειδοποίησα: να μη γίνει εξαγωγή δοντιών πριν ρυθμιστεί το σάκχαρο. Ήταν στα ύψη: τετρακόσια. Ο παθολόγος του Κοινωνικού Ιατρείου ανέλαβε τη ρύθμιση του σακχάρου, που έγινε με συνδυασμό αντιδιαβητικών  δισκίων. Τώρα προέκυψαν δύο προβλήματα. Το Κοινωνικό Ιατρείο δεν διέθετε πάντα το ένα από τα δύο αντιδιαβητικά φάρμακα που ατυχώς κόστιζε ακριβά. Αυτό σήμαινε οικονομική επιβάρυνση λόγω της συμμετοχής στα φάρμακα. Το δεύτερο ήταν το διαιτολόγιο.                                                                                                 – Ψωνίζουμε ζυμαρικά, πατάτες, μου είπε, γιατί είναι φτηνότερα. Δεν φτάνουν τα χρήματα για ψάρι, μοσχαρίσιο κρέας. Δεν μας έφτανε η δίαιτα διαβητικού του παθολόγου με στρίμωξες και συ σαν καρδιολόγος με την άλιπη  δίαιτα και αποκλείσαμε το χοιρινό που ήταν εύκολη λύση γιατί κόστιζε λιγότερο η αγορά του. Τι στο καλό θα φάμε; Αυτή την εποχή μόνο τα μανταρίνια είναι φτηνά, κι αυτά τα ρημάδια είναι γλυκά σαν  μέλι.

Η βλάβη στη βαλβίδα ήταν βαριά. Από διετίας εμφάνιζε συμπτώματα, δύσπνοια και στηθάγχη,  ακόμη και στη μικρή κόπωση. Αυτό σήμαινε υψηλή θνητότητα χωρίς εγχείρηση. Τον έπεισα να εισαχθεί  στο νοσοκομείο. Παραπέμφθηκε για στεφανιογραφία.

-Θα γίνει σε κρατικό νοσοκομείο, μου είπε. Ο νέος νόμος του Τσίπρα καλύπτει όλους τους ανασφάλιστους, όλους τους παραπεταμένους.

– Ίδωμεν, απάντησα.

Η αγγειογραφία αναβαλλόταν συνεχώς. Τη μιά κάποια ίωση, την άλλη δεν υπήρχε δραχμή ούτε για εισιτήρια, την παράλλη δεν ήταν διαθέσιμο το ασθενοφόρο. Πέρασε ένας χρόνος. Τελικά έγινε στα Γιάννενα. Στην ήδη υπάρχουσα πάθηση (βαλβίδα)προστέθηκε και δεύτερη: πολυαγγειακή νόσος των στεφανιαίων αρτηριών και επιπλέον νόσος του στελέχους, τουτέστιν βαρύτατη στεφανιαία νόσος που δεν σήκωνε καμία αναβολή παρά επείγουσα επέμβαση. Οι επεμβατικοί καρδιολόγοι των Ιωαννίνων ήταν καταπέλτες: μην απομακρύνεσαι από το νοσοκομείο Κοζάνης, δεν είσαι για το σπίτι και όσο το δυνατόν η εγχείρηση ταχύτερα. Παραπέμφθηκε για επείγουσα εγχείρηση σε δημόσιο Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης. Ακολούθησε άκαρπη αναμονή  ημερών, ο ασθενής νοσηλευόταν στο νοσοκομείο στο οποίο (δεν ) έμελλε να χειρουργηθεί(αντικατάσταση προσβληθείσης βαλβίδος  με τεχνητή και επιπλέον πολλαπλή αορτοστεφανιαία παράκαμψη- Bypass).

Επιστροφή στην Κοζάνη με συνεχή επεισόδια στηθάγχης και δύσπνοιας. Πίσω από τον ασθενή ήταν αθέατο ένα ολόκληρο κοινωνικό δράμα: απώλεια συζύγου(απεβίωσε πριν δύο χρόνια, απλήρωτα ενοίκια, μηδενικό σχεδόν εισόδημα λόγω ανεργίας, σπίτι παγωμένο στο μεσοχείμωνο χωρίς θέρμανση και ένας σοβαρά ασθενής να προσπαθεί να ετοιμάσει με τα λιγοστά χρήματα το καθημερινό φαγητό στο παγωμένο τριάρι και να βοηθήσει και τον εικοσαετή γιό του, που ήταν ανήμπορος να συνδράμει έστω και λίγο. Μοναδική βοήθεια οι εθελοντικές κοινωνικές δομές και περιστασιακά κάποιο αναιμικό βοήθημα από φιλάνθρωπους συμπολίτες μας.

– Μπορείς να πάρεις σύνταξη, του είπα μια μέρα, σύνταξη αναπηρίας.

– Σίγουρα μπορεί να γίνει αυτό; απάντησε δύσπιστα.

– Το είδος και η βαρύτητα των δύο παθήσεων ανοίγει το δρόμο για αναπηρική σύνταξη. Αυτό είναι παραπάνω από βέβαιο.

Ένα ελαφρύ κύμα κρυμμένης χαράς και ικανοποίησης σάρωσε το πρόσωπό του. Υπολείπονταν αρκετά χρόνια σκληρής δουλειάς για σύνταξη, από μικρό παιδί ακόμα εργαζόταν σκληρά και η ανεπάντεχη είδηση ότι θα καθόταν και θα πληρωνόταν τον χαροποίησε ιδιαίτερα. Του φαινόταν αδιανόητο νέοι άνθρωποι να κάθονται και να πληρώνονται. Με ενημέρωνε για την όλη πορεία του θέματος.

–Δίπλα μου, είπε, ήταν δύο  Αλβανοί. Δεν μπορώ να καταλάβω τι συμβαίνει, πρόλαβαν και χειρουργήθηκαν πριν από μένα. Αν και στη λίστα ήταν μετά από μένα, τα κατάφεραν τα τσακάλια. Που καταντήσαμε βρε Αναστάση, να προτιμούνται πριν από μας ακόμη και οι Αλβανοί! Μου έλεγε χαρακτηριστικά: μη το ψάχνεις φίλε μου, είμαι τελειωμένος! με έκλεισαν δεύτερο ραντεβού το Νοέμβριο, αν ζήσω μέχρι τότε. Τα μάζεψα και επέστρεψα στη Κοζάνη.

Ξανά η σκληρή πραγματικότητα. Ακολουθεί νοσηλεία στο Νοσοκομείο Κοζάνης.

-Δεσμεύεις το κρεβάτι, άδειασέ μας τη γωνιά, του είπαν, έχουν κι άλλοι ανάγκη! Έχεις δωρεάν φαγητό και θέρμανση, τι το πέρασες εδώ, φιλανθρωπική λέσχη;

-Μα εγώ, .  .  .  ξέρετε . .  .  , μάταια  πήγε να διαμαρτυρηθεί.

-Σούτ, εξιτήριο αμέσως!

Έφυγε σαν δαρμένο σκυλί και περίμενε νά’ρθει  .   .    .  ο Νοέμβρης για να χειρουργηθεί! Ακολούθησε δεύτερη εισαγωγή στο ίδιο νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης και δεύτερη πολυήμερη αναμονή για την προγραμματισμένη εγχείρηση. Ένα πρόβλημα με τους αιμοδότες για τις φιάλες αίματος που απαιτούνταν λύθηκε  μετά από κινητοποιήσεις των εθελοντικών ομάδων αλληλεγγύης.  Κάποια στιγμή τηλεφώνησε από το νοσοκομείο ο γιός του.

-Είμαστε σε απελπιστική κατάσταση, είπε, κανένας δεν μας δίνει σημασία. Βλέπω να μας ξαναδιώχνουν από το νοσοκομείο.

Τελευταία κίνηση για τις εθελοντικές δομές ήταν να απευθυνθούν στο διοικητή του νοσοκομείου Κοζάνης.         -Ένας άνθρωπος κινδυνεύει, μόνο εσείς μπορείτε να βοηθήσετε, του είπαν ικετευτικά. Κινδυνεύει άμεσα, είναι ήδη καταπονημένος. Η πάθησή του θεραπεύεται μόνο με εγχείρηση. Ο διοικητής του νοσοκομείου τηλεφώνησε αμέσως.

-Χειρουργείστε τον επιτέλους, μπλεξίματα θέλετε; λίγες είναι οι καταγγελίες που δεχόμαστε; βαλλόμαστε από παντού, τους είπε.

Το χειρουργείο αποφασίστηκε για την μεθεπομένη. Ξημέρωσε η μέρα, όλα ήταν έτοιμα. Τελευταίες λέξεις του πριν τη νάρκωση στο συνοδό του διπλανού ασθενούς: Σε παρακαλώ, του είπε, αν πεθάνω στην εγχείρηση ειδοποίησε το φίλο μου  .   .   . εδώ είναι το τηλέφωνό του – τού έδωσε ένα χαρτάκι με τον αριθμό- πες του να προσέχει το Βασιλάκη, το γιό μου. Έχω κάποιους μακρινούς συγγενείς που μ’ αποφεύγουν σαν νά’χω λέπρα, φοβούνται μη τυχόν τους ζητήσω χρήματα. Για μένα τέλειωσαν όλα, έχω ένα προαίσθημα ότι δεν θα ζήσω.  Εγχείρηση εργώδης και δύσκολη, παραμελημένος άρρωστος. Στεφανιαία αγγεία σκληρά, ασβεστωμένα, τοιχώματα εύθραυστα. Οι αναστομώσεις με τα λεπτά ατραυματικά ράμματα προβληματικές, το ίδιο και η βαλβίδα. Η καρδιά διογκωμένη και πετρωμένη. Παρά τις φιλότιμες  προσπάθειες της χειρουργικής ομάδας η καρδιά δεν ξαναχτύπησε μετά το πέρας της καρδιοπληγίας. Ο γιος ακούγοντας τα δυσάρεστα έμεινε βουβός, αληθινή στήλη άλατος, σαν να τον χτύπησε κεραυνός. Οι συγγενείς σταθερά ανύπαρκτοι, άφαντοι, απόντες. Συγκεντρώθηκαν από εθελοντές χρήματα για τη μεταφορά του νεκρού. Στο κοιμητήριο του μικρού, ξεχασμένου χωριού συγκεντρώθηκαν για την εξόδιο ακολουθία ελάχιστα άτομα. Δειλά-δειλά σαν φταίχτες άρχισαν να ξεφυτρώνουν στο κοιμητήριο του μικρού χωριού, ανάμεσα από πεύκα και κυπαρίσσια, λίγοι μακρινοί συγγενείς συντετριμμένοι και απαρηγόρητοι απ’ το συμβάν.

Αναστάσιος   Σεμίζογλου

καρδιολόγος, Βενιζέλου30 Κοζάνη

Μοιραστείτε την είδηση