Η γνωριμία μου με αυτό το τεράστιο πολιτιστικό κεφάλαιο, αλλά και πεισματικώς πολιτική οντότητα, τον Μίκη Θεοδωράκη, ξεκίνησε …επεισοδιακώς. Ήταν το 1963 . Ήμουν γραμματέας της Νεολαίας Λαμπράκη Νικαίας – Κορυδαλλού και ο Μίκης ήταν ο αρχηγός μας. Είχαμε ανακηρυχθεί “η μεγαλύτερη και πρότυπη οργάνωση” των Λαμπράκηδων σε όλη τη χώρα. Και ο Μίκης επισκέφθηκε τα γραφεία μας, οδηγώντας τον περίφημο “βάτραχο” του, για να μας γνωρίσει από κοντά.
Ανεβαίνοντας τις σκάλες είδε μιαν επιγραφή που τον εξόργισε. Είχα απαγορεύσει το κάπνισμα στα γραφεία. Οπότε με κατσάδιασε ως …κρυφοσταλινικό. Όταν του εξήγησα ότι καθημερινώς στα γραφεία αυτά περνούσαν αρκετό χρόνο δεκάδες παιδιά, καθώς οργανώναμε συνεχώς από πολιτικές εκδηλώσεις ως μαθητικά φροντιστήρια, και εγώ δεν ήμουν μόνο γραμματέας αλλά και …καθαρίστρια, μαλάκωσε. Και δυο μήνες μετά ξανακατέβηκε, στο δημοτικό γηπεδάκι στίβου της Νίκαιας, κάνοντας την πρώτη αμιγώς υπαίθρια πολιτική συναυλία του. Τιμώντας με πια με τον δικό του τρόπο: Τραγούδησε, αφιερώνοντας το “στον αρχιλαμπράκη Γιώργη” το κλασικό κρητικό ριζίτικο “Ο Αετός”.
Δεν νομίζω να υπάρχει άλλος άνθρωπος που να σημάδεψε τόσο πολύ, τόσο βαθιά, πολιτιστικώς, τη γενιά μου. Και όχι μόνον τη δική μου. Που να ταξίδεψε τόσον ευρέως, ανά την υφήλιο, το όνομα της Ελλάδας. Που έμαθε στους Έλληνες, αλλά και στον κόσμο, τους μεγάλους ποιητές μας. Από τους δυο νομπελίστες, Σεφέρη και Ελύτη, που κατά μέγα μέρος χρωστούσαν το νόμπελ τους στο ότι τους έμαθαν οι Σουηδοί από τον Μίκη. Ως τον Ρίτσο, τον Λειβαδίτη, τον Αναγνωστάκη και τον Βάρναλη. Ακόμη και τον Μποστ.
“Ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος”. Αλλά ο Μίκης είχε δική του επιλογή. Ήθελε να ταφεί στα πατρώα χώματα. Στον Γαλατά Χανίων. Εκεί που βρίσκονται θαμμένοι ο πατέρας του, που τόσο τον θαύμαζε ο Μίκης, η μητέρα του, αλλά και ο Γιάννης, ο αγαπημένος του αδελφός, συνάδελφος μου στην προδικτατορική “Αυγή” και στιχουργός των υπέροχων τραγουδιών της “Πολιτείας”. Κρίμα που, για μια ακόμη φορά, η τραγουδισμένη από τον ίδιο κόρη του, η “Μαργαρίτα – Μαργαρώ”, μη σεβόμενη την τελευταία του επιθυμία, αποφάσισε, για μια ακόμη φορά, να κάνει το δικό της. Να τον θάψει στο Βραχάτι Κορινθίας, όπου το εξοχικό που της άφησε, για να τον έχει κοντά της και να μην τρέχει συνεχώς στην Κρήτη.