Το αν συμπαθώ τον Σόιμπλε, το γνωρίζουν άριστα όσοι διαβάζουν αυτή τη στήλη, σε όλη τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης. Φλύκταινες βγάζω στο άκουσμα του. Όχι γιατί πιστεύω ότι εκείνος, ή οποιοσδήποτε άλλος ξένος, μας έριξε, ως χώρα και ως κοινωνία, στα Τάρταρα. Οι ευθύνες είναι πρωτίστως των πολιτικών που μας κυβέρνησαν. Αλλά και εκείνων που διαμόρφωναν κλίμα, με τις ανεύθυνες λαϊκιστικές επιδόσεις τους, ως αντιπολίτευση.
Αλλά και να γράψει οποιοσδήποτε δημοσιογράφος μια στραβή κουβέντα, δεν πρόκειται να γίνει ανατολικό ζήτημα. Όταν όμως ένας πολίτικος ηγείται μιας χώρας, και δη μιας χώρας που έχει απόλυτη ανάγκη την κατανόηση και την συμπαράσταση των εταιρών μας, έτσι όπως δυστυχώς την κατάντησαν οι ηγέτες μας, τότε πρέπει να προσέχει τα λόγια του. Και να μην γελοιοποιείται ρίχνοντας μια «μπηχτή» και σπεύδοντας ύστερα να ανακοινώνει, με την μέθοδο των διαρροών του περιβάλλοντος του, ότι «δεν εννοούσα αυτόν».
Είναι γελοία τακτική που μου θυμίζει τα χρόνια στην φυλακή, όταν για μια περίοδο συνυπήρχαμε οι πολιτικοί κρατούμενοι με τους ποινικούς. Όπου μπορούσες να παρατηρήσεις την συμπεριφορά κάποιου που τολμούσε να πει μια «βαριά κουβέντα» για κάποιον άλλον, αλλά όταν ο άλλος, που συνέβαινε να είναι πιο δυνατός, τα «έπαιρνε στο κρανίο», και εγειρόταν με άγριες διαθέσεις, ο λογάς έσπευδε να «ξηγηθεί» ότι επρόκειτο περί «παραξήγησις», διότι σε καμία περίπτωση «δεν εννοούσε εκείνον».
Τέτοιες συμπεριφορές δεν είναι για υπευθύνους ηγέτες. Αν έχεις να πεις κάτι για την πολιτική του Σόιμπλε, το λες στα ίσα και με επιχειρήματα. Δεν πας μέσω …ψυχικών προβλημάτων, που προφανώς εννοείς ότι προέρχονται από την αναπηρία του, αναπαράγοντας έτσι τα λόγια του Λάκη Λαζόπουλου για το ίδιο πρόσωπο.
Με συμπαθάτε για την έκφραση αλλά, αλλά θα έπρεπε να βάλετε τον κώλο σας κάτω, να επεξεργαστείτε στοιχεία, ώστε να δώσετε μια υπεύθυνη απάντηση στους ισχυρισμούς του Σόιμπλε ότι πληρώνουν, για τις συντάξεις των Ελλήνων, λαοί που απολάβουν πολύ μικρότερων συντάξεων. Διότι η σύγκριση σε απόλυτους αριθμούς, τόσα ευρώ εγώ, τόσα εσύ, είναι μια τυπική περίπτωση απατηλής χρήσης στατιστικών στοιχείων από πολιτικούς. Η σύγκριση μπορεί να γίνει μόνο στη βάση του τι αντιπροσωπεύει σε κόστος ζωής, καταναλωτική αξία, αυτό που παίρνει ο ένας και ο άλλος.
Γ. Π. ΜΑΣΣΑΒΕΤΑΣ