Γράφει ο Ηλίας Ηλιάδης
Κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες, η χώρα ζει και πορεύεται στον αστερισμό της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Υπερηφάνως αναδεικνύεται, από δημοσιολογούντες και μη, ότι το ετήσιο αυτό γεγονός κλείνει έναν αιώνα ζωής. Για τι γεγονός, όμως, μιλάμε πραγματικά; Πόσο συνάδουν η στόχευση και η ουσία του με εκείνες αντίστοιχων μεγάλων εκθεσιακών εκδηλώσεων στην Ευρώπη; Δικαιολογεί η ηλικία του το εκθεσιακό του περιεχόμενο;
Στο σύγχρονο, ανεπτυγμένο κόσμο, οι διεθνείς εκθέσεις αποτελούν σημαντικά επιχειρηματικά και οικονομικά γεγονότα. Οργανώνονται από φορείς με υψηλή επάρκεια και τεχνογνωσία, των οποίων κύριο μέλημα είναι η παροχή υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας στις επιχειρήσεις-εκθέτες, η μέγιστη δυνατή προβολή τους και η ανάδειξη της επιχειρηματικότητας σε κύριο μοχλό οικονομικής ανάπτυξης. Διαθέτουν υψηλότατου επιπέδου κατασκευαστικές και τεχνολογικές υποδομές και διακρίνονται για την προσέλκυση διεθνούς επιχειρηματικού ενδιαφέροντος, τόσο σε επίπεδο εκθετών όσο και σε επίπεδο επισκεπτών. Ταυτόχρονα, αποτελούν διακριτά σημεία παρουσίασης νέων, προηγμένων και καινοτόμων προϊόντων ή υπηρεσιών. Εν ολίγοις, αποτελούν συγκεντρώσεις ισχυρού εμπορικού και επενδυτικού ενδιαφέροντος, που απέχουν σε σημαντικό βαθμό από τη φιλοσοφία και την πρακτική της σημερινής ΔΕΘ.
89η ΔΕΘ. Ογδόντα εννέα χρόνια κατά τα οποία, παρά τη βασική επιδίωξη της επιχειρηματικής προβολής, παρατηρείται έντονη παρουσία πολιτικών και θεσμικών παραγόντων. Αντί να επικεντρωνόμαστε αποκλειστικά στις επιχειρηματικές εξελίξεις και τα νέα προϊόντα, η έκθεση φαίνεται να δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στη δικτύωση και στις δημόσιες σχέσεις, συνοδευόμενες από επίσημες εκδηλώσεις και πολιτικά δείπνα, ενώ παράλληλα διατηρεί στοιχεία λαϊκής ψυχαγωγίας.
Στο ίδιο πλαίσιο, κάθε χρόνο παρατηρείται η παρουσία περιπτέρων υπουργείων, που αναπαριστούν σε μικρογραφία τις λειτουργίες τους, στο πλαίσιο μιας εμπορικής έκθεσης. Με μακέτες, φωτογραφίες και ενημερωτικά φυλλάδια, προσφέρουν πληροφορίες για τις δραστηριότητές τους, αν και το κύριο ενδιαφέρον του επιχειρηματικού κόσμου εστιάζει στην αναζήτηση προϊόντων, τεχνολογιών και επιχειρηματικών ευκαιριών.
Ποιο είναι το πραγματικό όφελος από τη συμμετοχή υπουργείων σε εκθεσιακά περίπτερα, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου η προσοχή στις δημόσιες δαπάνες και η αποτελεσματική διαχείρισή τους είναι κρίσιμη; Σε αντίστοιχες διεθνείς εκθέσεις ώριμων οικονομιών, η προτεραιότητα δίνεται στην επιχειρηματική καινοτομία, την τεχνολογική πρόοδο, τις στρατηγικές επενδυτικές συνεργασίες και την είσοδο σε νέες αγορές. Ταυτόχρονα η έμφαση επικεντρώνεται στις επιχειρήσεις που επιδιώκουν περαιτέρω ανάπτυξη και διεθνή διείσδυση. Αναπόφευκτα, προκύπτει και ένα πιο ουσιαστικό ερώτημα: μήπως αυτό το μοντέλο αναπαράγει την εικόνα μιας χώρας όπου το κράτος προηγείται και η οικονομία έπεται;
Είναι καιρός να ξαναδούμε τι πραγματικά θέλουμε από τη ΔΕΘ. Θέλουμε μια έκθεση που θα παραμένει δέσμια ενός παραδοσιακού μοντέλου, ή μια διεθνή διοργάνωση στην οποία πρωταγωνιστές θα είναι αποκλειστικά η καινοτομία, η εξωστρέφεια και η δημιουργικότητα της ελληνικής επιχειρηματικότητας; Αν ο θεσμός θέλει πραγματικά να δικαιώσει το όνομά του, οφείλει να υπερβεί τη μεγάλη αντίθεση· να πάψει να εγκλωβίζεται στην απόσταση ανάμεσα σε αυτά που εξαγγέλλουμε και σε εκείνα που παρουσιάζουμε και να μετεξελιχθεί σε γνήσιο πεδίο επιχειρηματικής συνάντησης και διεθνούς εμπορικού ενδιαφέροντος.
Για να ολοκληρωθούν και να αποδώσουν τα παραπάνω, χρειάζεται επαναπροσδιορισμός στρατηγικής στόχευσης που θα ορίσει νέα, σύγχρονα κριτήρια συμμετοχής. Σε αυτά θα συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, η παραγωγική δυνατότητα, η εξαγωγική δυναμική, η καινοτομία, η χρήση νέων τεχνολογιών. Παράλληλα, απαιτείται η μέγιστη δυνατή συναίνεση και συνεννόηση σε πολιτικό, οικονομικό και οργανωτικό επίπεδο. Μόνο έτσι θα καταστεί πραγματικά εφικτή η σύγκλιση με τους Ευρωπαίους εταίρους μας σε ένα ζήτημα ουσίας, αλλά και διεθνούς εικόνας.-