Γράφει ο Ηλίας Ηλιάδης
Σκέφτηκα πολύ πριν γράψω αυτό το άρθρο. Αποφεύγω να γράφω «ἐν βρασμῷ». Δεν είσαι ο εαυτός σου· είσαι το συναίσθημα που σε κατακλύζει· εκείνο που περιορίζει τη λογική, φυλακίζει τον ορθό λόγο και αδικεί ακόμα και την πιο δίκαιη επιχειρηματολογία. Ήθελα να κατακάτσει ο κουρνιαχτός του θυμού, να τιθασεύσω την οργή πριν γράψω έστω και μια αράδα.
Δύο εβδομάδες! Τόσο χρόνο μου επέτρεψα για να με ξανασυναντήσω νηφάλιο. Δεν είμαι βέβαιος ότι τα έχω καταφέρει. Η βούλησή μου, όμως, να αποτυπώνω στο χαρτί – ή μάλλον στην οθόνη – στιγμές και καταστάσεις που μου προκαλούν έντονο προβληματισμό και αναστάτωση, είναι τόσο μεγάλη που υπερνικά την όποια χρονική προσπάθεια ανάκτησης της νηφαλιότητάς μου.
Παρ’ όλα αυτά, νιώθω έτοιμος να αναμετρηθώ με τον εαυτό μου, να νικήσω το θυμικό και να ξεδιπλώσω, με όλο το απόθεμα ψυχραιμίας, την προσέγγισή μου. Όχι, τελικά, για το «τίς πταίει», αλλά κυρίως για το τι επιβάλλεται να λάβει χώρα στο εξής.
Είναι η τρίτη μέρα των ολιγοήμερων οικογενειακών μου διακοπών στην πανέμορφη Σιθωνία Χαλκιδικής. Η ζέστη ανεκτή, λόγω του αυγουστιάτικου μελτεμιού· όπως και η τουριστική κίνηση. Η δεύτερη, εκτός από ανεκτή, είναι και προβληματική· κυρίως ως προς την παρουσία – ή μάλλον την απουσία – του ελληνικού στοιχείου που δέσποζε στην περιοχή στο παρελθόν.
Και εξηγούμαι, για να μην παρεξηγούμαι: μακριά από οποιαδήποτε εθνικού ή φυλετικού τύπου ανάλυση στην κατανάλωση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Το πρόβλημα δεν υφίσταται στο ποιος και από ποια χώρα το καταναλώνει· βρίσκεται στην ολοένα και αυξανόμενη αδυναμία των Ελλήνων να ανταπεξέλθουν έστω και σε πέντε ημέρες καλοκαιρινών διακοπών από την άκαμπτη και βαριά καθημερινότητα του υπόλοιπου χρόνου.
Ελάχιστοι Έλληνες στις παραλίες, ελάχιστα τα οχήματα με ελληνικές πινακίδες. Όσο, δε, κατεβαίνεις προς την άκρη του δεύτερου ποδιού, τόσο μειώνεται ο αριθμός τους και αυξάνεται αντίστοιχα εκείνος των οχημάτων βαλκανικής, κυρίως, προέλευσης – υψηλού κυβισμού και πολλών χρημάτων. Πάνε πακέτο αυτά, άλλωστε.
Πρώτα τα νησιά, τώρα μέρη της ηπειρωτικής Ελλάδας· και έπεται συνέχεια. Ο Έλληνας, κατά πλειοψηφία, όμηρος της οικονομικής δυσπραγίας του, αδυνατεί να επισκεφθεί άλλοτε δημοφιλείς προορισμούς και εγκλωβίζεται είτε εκεί όπου διαμένει είτε σε κοντινούς προορισμούς, για ελάχιστες ημέρες ή μόνο τα σαββατοκύριακα. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που μπορεί και ξεκλέβει λίγο παραπάνω χρόνο. Για φαντάσου!
Από την άλλη, λαοί που υπολείπονταν σε ανάπτυξη και ευημερία, εξαιτίας πρώην κλειστών οικονομιών και σοβιετικής επιρροής, κατορθώνουν σήμερα να ανέλθουν την αναπτυξιακή κλίμακα. Επιδεικνύουν μάλιστα εξαιρετική προσαρμοστικότητα και ευελιξία στις δυτικού τύπου οικονομικές συνθήκες που βιώνουν τα τελευταία 30 με 35 χρόνια, πάνω-κάτω, με αποτέλεσμα να έχουν μειώσει αισθητά την ψαλίδα της υστέρησης.
Είναι, άραγε, αυτό που βλέπουμε σήμερα ετεροχρονισμένη συνέπεια της δημοσιονομικής και μνημονιακής μας κατάρρευσης και των αλλεπάλληλων λαθών και παλινωδιών που τη χαρακτήρισαν; Προφανώς! Δεν είναι μικρή η απώλεια του 25% του ΑΕΠ σου· απαιτείται χρόνος για να συνέλθει η οικονομία.
Από την άλλη, η αδυναμία της κυβέρνησης να τιθασεύσει αποτελεσματικά την ακρίβεια καθηλώνει τους Έλληνες, οι οποίοι βλέπουν το ήδη περιορισμένο, πενιχρό εισόδημά τους να εξανεμίζεται μόλις στο πρώτο δεκαήμερο του μήνα.
Η δυσμενής οικονομική κατάσταση καταγράφεται σε χαρακτηριστικό δημοσίευμα του Guardian στις 20 Αυγούστου 2025 με τίτλο: «‘The Thailand of Europe’: foreigners live holiday dreams in Greece but locals priced out». Στο δημοσίευμα επισημαίνεται ότι η Ελλάδα, παρότι καταγράφει υψηλή τουριστική κίνηση και αύξηση εσόδων, βλέπει τους ίδιους τους πολίτες της να αποκλείονται από το βασικό αγαθό των διακοπών, λόγω της ακρίβειας, της συμπίεσης μισθών και του υπερβολικού κόστους ζωής.
Σε κάθε περίπτωση, οι ουσιαστικές αιτίες της οικονομικής οπισθοδρόμησης έχουν να κάνουν με κάτι πολύ βαθύτερο: τη λειτουργία και τις επιλογές του πολιτικού και οικονομικού συστήματος της χώρας από τη μεταπολίτευση και μετά. Επιλογές που δεν κατόρθωσαν, εν τέλει, να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να εγκαθιδρύσουν μια ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη για το σύνολο της κοινωνίας.
Ακολουθώντας τη γραμμή της ψύχραιμης ανάλυσης, όπως υποσχέθηκα, αλλά και του μη καταγγελτικού και διαπιστωτικού λόγου, που χρησιμεύει περισσότερο ως ψυχοθεραπεία παρά ως προσφορά και ουσία, θα επιχειρήσω να καταγράψω δύο πυλώνες πολιτικής που θεωρώ ότι πρέπει να ανασχεδιαστούν κατά προτεραιότητα. Έτσι θα διαμορφωθούν, κατά την προσωπική μου εκτίμηση, οι προϋποθέσεις να επανατοποθετηθεί δυναμικά ο Έλληνας στην αναπτυξιακή σκακιέρα και να παράξει πλούτο.
- Άμεση διαφοροποίηση του παραγωγικού μοντέλου
Στροφή από την τουριστική μονοκαλλιέργεια και την οικονομία υπηρεσιών στην ουσιαστική παραγωγή, που επιτυγχάνεται από την ανάπτυξη του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα – δηλαδή της αγροτικής παραγωγής και της βιομηχανίας. Δύο οι βασικοί άξονες πολιτικής:
Α. Ουσιαστική και αποτελεσματική καταγραφή του συνόλου των διαθέσιμων καλλιεργήσιμων εκτάσεων μέσω εθνικού κτηματολογίου· ηλεκτρονική απεικόνισή τους, ώστε να διασφαλίζονται η γνώση του τι καλλιεργείται ή τι μπορεί να καλλιεργηθεί – και πού – και η διαφάνεια ως προς τον προορισμό και τη χρήση τους.
Παραχώρηση αναξιοποίητων καλλιεργήσιμων εκτάσεων που ανήκουν στο Δημόσιο σε πολίτες που ενδιαφέρονται να τις αξιοποιήσουν. Προτεραιότητα σε εκείνους που επιθυμούν να στραφούν επαγγελματικά στη γεωργία και να μετακινηθούν από μεγάλα αστικά κέντρα στην περιφέρεια. Υπάρχει, σαφέστατα, πληθώρα πολιτών σήμερα που επιθυμεί ριζική αλλαγή στον τρόπο ζωής, φυγή από το άγχος των πόλεων και επαγγελματική στροφή που θα εξασφαλίζει έναν πιο φυσικό τρόπο ζωής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, υποβοηθάται σημαντικά – και σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα – η αποσυμφόρηση των μεγάλων πόλεων και η ανάπτυξη της περιφέρειας, που τόσο ανάγκη έχει η χώρα. Παράλληλα, αυξάνεται και ενδυναμώνεται η παραγωγή σε έναν τομέα ισχυρού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.
Προώθηση, συνεπώς, ενός μοντέλου και χάραξη πολιτικών που έρχονται σε αντιδιαστολή με εκείνες προηγούμενων δεκαετιών, που απογύμνωσαν την περιφέρεια και γέννησαν το ισχυρό φαινόμενο της αστυφιλίας και των υδροκέφαλων, μη βιώσιμων πόλεων. Πολιτικών που, ταυτόχρονα, διευρύνουν δυναμικά την αγροτική παραγωγή με νέα προϊόντα, αξιοποιούν το εύφορο της ελληνικής γης, αυξάνουν τις εξαγωγές και παράγουν πλούτο επ’ ωφελεία των παραγωγών.
Β. Προτεραιοποίηση στην ενίσχυση των πολιτικών και υποδομών υποδοχής βιομηχανικών-μεταποιητικών δραστηριοτήτων. Δημιουργία και αναβάθμιση οργανωμένων βιομηχανικών υποδοχέων και ζωνών, επιστημονικών και τεχνολογικών πάρκων και κέντρων καινοτομίας που να διαθέτουν σύγχρονες υποδομές μεταποίησης, logistics, ενέργειας, τηλεπικοινωνιών.
Η Ελλάδα διαθέτει σήμερα εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό σε τεχνολογίες αιχμής, μηχανική, πληροφορική και εφαρμοσμένη έρευνα. Αυτό το πλεονέκτημα μπορεί να αξιοποιηθεί για την παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως προηγμένα βιομηχανικά συστήματα, συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, συστήματα εκτέλεσης παραγωγής, ρομποτική, κυβερνοασφάλεια, τεχνολογίες αυτοματισμού, έξυπνα ενεργειακά συστήματα, εξειδικευμένα χημικά και φαρμακευτικά προϊόντα, συστήματα ασφάλειας τροφίμων και αποδοτικής συσκευασίας, ηλεκτρονικά και ψηφιακά προϊόντα – όπως η παραγωγή μικροκυκλωμάτων και ημιαγωγών για διεθνείς αγορές – σε μια συγκυρία που η Ευρώπη καλείται να εξασφαλίσει αυτάρκεια και αυτονομία για τον έλεγχο και τη βιωσιμότητα της βιομηχανίας της. Για να μετατραπεί, όμως, αυτή η δυναμική σε πραγματική παραγωγική ισχύ και διεθνή ανταγωνιστικότητα, απαιτείται η στήριξη από ένα συνεκτικό πλαίσιο κινήτρων.
Τα μέτρα πολιτικής θα πρέπει να εστιάσουν σε ουσιαστικά φορολογικά κίνητρα, όπως μείωση του φορολογικού συντελεστή για επιχειρήσεις που επενδύουν στην έξυπνη μεταποίηση και φοροαπαλλαγές για επενδύσεις σε υποδομές και τεχνολογία. Τέτοια κίνητρα θα προσελκύσουν περισσότερους επενδυτές, εξασφαλίζοντας τη σταθερή ανάπτυξη ενός σύγχρονου παραγωγικού ιστού με διεθνή ανταγωνιστικότητα και τη δημιουργία πλούτου και, εν τέλει, αναβαθμισμένου ατομικού και κοινωνικού εισοδήματος.
- Προώθηση μέτρων ενεργητικής απασχόλησης, έναντι επιδοματικής πολιτικής
Εκπόνηση εξειδικευμένων προγραμμάτων στήριξης της απασχόλησης που συμβάλλουν στη διαμόρφωση υπεύθυνων, πλήρως λειτουργικών και οικονομικά ανεξάρτητων πολιτών, με διαρκώς ενεργή παρουσία στην παραγωγική διαδικασία.
Κρίσιμο παράγοντα προς την κατεύθυνση αυτή αποτελεί η ομαλή συνεργασία μεταξύ κράτους και επιχειρήσεων, η οποία λειτουργεί μέσα από ένα οργανωμένο σύστημα διαρκώς ενεργού κορπορατισμού. Σε αυτό, εργαζόμενοι, εργοδότες και άλλοι κοινωνικοί φορείς διαπραγματεύονται συλλογικά με το κράτος, για να επηρεάσουν και να διαμορφώσουν πολιτικές και οικονομικές αποφάσεις· εν προκειμένω, πολιτικές και αποφάσεις που σχετίζονται με την απασχόληση.
Στην Ελλάδα ήδη υφίστανται προγράμματα ενεργητικής απασχόλησης μέσω ΟΑΕΔ και ΕΣΠΑ, όπως επιχορηγήσεις για πρόσληψη ανέργων ή voucher κατάρτισης. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητά τους περιορίζεται από σύντομη διάρκεια, γραφειοκρατία και αδυναμία σύνδεσης με πραγματικές παραγωγικές ανάγκες και τεχνολογικές δεξιότητες.
Στο πλαίσιο της στρατηγικής αυτής, μπορεί να εφαρμοστούν προγράμματα παρόμοια με εκείνα που εφαρμόζουν χώρες όπως η Σουηδία και η Δανία. Για παράδειγμα, στο Δανικό πρόγραμμα «Job Rotation», οι επιχειρήσεις επιχορηγούνται για να απασχολήσουν νέους ή ανέργους, αντικαθιστώντας προσωρινά υφιστάμενους εργαζόμενους που παρακολουθούν επιμορφωτικά σεμινάρια ή κατάρτιση. Έτσι, o εργαζόμενος αποκτά νέες δεξιότητες και παραμένει ενεργός στην αγορά εργασίας. Η επιχείρηση συνεχίζει την παραγωγή χωρίς διακοπή, ενώ ταυτόχρονα επενδύει στην αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού της. Το κράτος μειώνει την ανεργία και περιορίζει την εξάρτηση από επιδόματα.
Η επιτυχία τέτοιων προγραμμάτων δείχνει πως η προώθηση ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης μπορεί να συνδυαστεί αποτελεσματικά με τον περιορισμό των επιδοματικών μέτρων. Στο πλαίσιο αυτό, αμιγώς επιδοματική πολιτική εφαρμόζεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και με καθορισμό του ύψους του επιδόματος βάσει αυστηρών εισοδηματικών κριτηρίων (means-tested benefits). Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται ένα δικαιότερο προνοιακό σύστημα, περιορίζεται η παραγωγική αδράνεια που επιβαρύνει τα δημόσια οικονομικά και καταπολεμούνται φαινόμενα διαφθοράς και διασπάθισης πόρων – εμφανή, αποδεδειγμένα, και στις πιο ανεπτυγμένες παραδοσιακά «κοινωνικές» οικονομίες. Παράλληλα, ενισχύεται διαρκώς η παραγωγική δραστηριότητα προς όφελος του συνόλου.
Η ελληνική οικονομία χρειάζεται επειγόντως δυναμική και ουσιαστική επανεκκίνηση. Απαιτείται συνεκτικό σχέδιο που θα αποκαταστήσει την παραγωγική βάση της χώρας, θα δημιουργήσει ποιοτικές θέσεις εργασίας και θα αποδώσει στον Έλληνα πολίτη τη δυνατότητα να συμμετέχει ισότιμα στην ανάπτυξη, παράγοντας πλούτο για τον ίδιο και το σύνολο.
Παραπάνω, κατέγραψα τα πλέον άμεσα και επείγοντα. Η επίτευξη της ανάπτυξης αποτελεί, παρ’ όλα αυτά, σύνθετο εγχείρημα, στο οποίο εμπλέκεται σειρά παραμέτρων που θα πρέπει να δράσουν συμπληρωματικά σε όσα ήδη αποτύπωσα. Χρειάζεται όμως να πιάσουμε το νήμα από κάπου· εστίασα στο να βρούμε την άκρη του για να επανεκκινήσουμε.
Απαιτείται συστηματική αλλαγή πολιτικού και οικονομικού προσανατολισμού, ρεαλιστικές πολιτικές που απαντούν στις σημερινές ανάγκες και συνθήκες, ώστε η Ελλάδα να ξαναβρεί τη θέση της στον διεθνή καταμερισμό πλούτου και να προσφέρει προοπτική στις επόμενες γενιές· προοπτική όχι επίπλαστη, αλλά βιώσιμη, βασισμένη στην ενεργή παραγωγή και όχι στην κατανάλωση χωρίς παραγωγικό αντίκρισμα.