Επιστροφή στη κοινή λογική μετά τη Θεσσαλία, του Ευστάθιου Χιώτη

12 Min Read

Δεν ωφελεί να κρυβόμαστε πίσω από την πρόσφατη κλιματική αλλαγή για τις πλημμύρες στη Θεσσαλία. Είναι το μεταπολεμικό μοντέλο ανάπτυξης που μεγιστοποίησε τις καταστροφές ακραίων φυσικών φαινομένων που ούτως ή άλλως συνέβαιναν και θα συμβαίνουν. Καιρός είναι να επιστρέψουμε στη κοινή λογική, αξιοποιώντας την Επιστήμη με σεβασμό στη Φύση και νέο μοντέλο ανάπτυξης. Αρκετά με την κομματική λογική και την πολιτική βούληση.

Αναφερόμενος στις καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία ο Πρωθυπουργός δήλωσε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης: «Μπορεί η επέλαση της κλιματικής κρίσης να ξεπερνά τις δυνατότητες των κρατικών δομών και των επιστημόνων, αλλά με την συστράτευση όλων θα φανούμε ανθεκτικοί».

- Advertisement -
Ad image
- Advertisement -
Ad image

Εκτιμώ τις καλές προθέσεις, την ειλικρίνεια των οποίων δεν αμφισβητώ, αλλά θεωρώ ότι εμμένουν στο παραδοσιακό άλλοθι του παρελθόντος και κλείνουν με μια άτολμη ευχή. Διερωτώμαι αν φιλοδοξούμε απλά «να φανούμε ανθεκτικοί» ή να  «πάμε μπροστά» με νέα μοντέλα ανάπτυξης;

Μιλούσαμε παλιότερα για θεομηνίες που κάποιοι απέδιδαν σε θεϊκή οργή γιατί «ξεφύγαμε από το δρόμο του». Ο ένοχος σήμερα είναι η «κλιματική κρίση», επιχείρημα που έχει αντίκρισμα μόνο για την διεκδίκηση ευρωπαϊκών πιστώσεων, αλλά δεν αντέχει στη κοινή λογική για τις ένοχες και επισφαλείς επιλογές μας, πολεοδομικές, υποδομών, αναπτυξιακές και άλλες. Και βέβαια «οι δυνατότητες των επιστημόνων» δεν ξεπεράστηκαν. Απλά δεν εισακούστηκαν ή δεν ζητήθηκαν καν οι εισηγήσεις τους διαχρονικά.

Δεν αμφισβητώ, την πρόσφατη άλλωστε κλιματική αλλαγή, που ίσως κάνει εντονότερα τα ακραία κλιματικά φαινόμενα, αλλά και χωρίς αυτή οι καταστροφές δεν θα ήταν μικρότερες στη Θεσσαλία. Αν αντί για 800 χιλιοστά βροχοπτώσεις είχαμε 600 ή 400 μόνο, οι καταστροφές θα ήταν οι ίδιες. Ανάλογες ακραίες συνθήκες αντιμετωπίσθηκαν και στο παρελθόν, με τη διαφορά ότι τώρα προχωρήσαμε σε ευπαθείς κατασκευές μεγαλύτερης κλίμακας, αλλά με βάση τις συνήθεις καιρικές συνθήκες και κινδύνους. 

Ακολουθήσαμε διαχρονικά μοντέλο ευκαιριακής ανάπτυξης, υπερβολικά ευάλωτο στα ακραία φυσικά φαινόμενα, αλλά χωρίς τις απαραίτητες και εκθετικού κόστους υποδομές. Έτσι φθάσαμε σε ασύμμετρες πολεοδομικές λύσεις με το μισό πληθυσμό της Χώρας συγκεντρωμένο στην υδροκέφαλη Αττική και αναδείξαμε τους κάμπους σε αστικές περιοχές. Είναι υπερβολικό το κόστος προστασίας αστικών δομών στο μέσο πεδιάδων, αλλά απλουστεύονται τα πράγματα αν κρατήσουμε τις πεδιάδες για καλλιέργεια και επιλέξουμε ασφαλείς θέσεις πολεοδομικής ανάπτυξης, ακολουθώντας τη παραδοσιακή σοφία του παρελθόντος.

Κοινός παρονομαστής στην πρόκριση δημόσιων επενδύσεων, μεταξύ των οποίων και αυτές της τέως κρατικής ΔΕΗ, οι επόμενες εκλογές, που αποτρέπουν έργα χωρίς άμεση λαϊκή απήχηση. Στην ενέργεια παραμείναμε επί δεκαετίες στους παλιούς θερμοηλεκτρικούς σταθμούς και μόλις φέτος λειτούργησε ένας σύγχρονος λιγνιτικός σταθμός. Ποια θα είναι η ετήσια  εξοικονόμηση με τη νέα μονάδα Πτολεμαΐδα 5; Μόνο στα δικαιώματα διοξειδίου του άνθρακα για ετήσια παραγωγή 4.300 GWh και μέση τιμή δικαιωμάτων 90€/MWh το όφελος θα είναι περίπου 150 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο ή 35 €/MWh.

Αλλά και στο φυσικό αέριο τώρα μόλις περνάμε στη νέα τεχνολογία με το νέο σταθμό Μυτιλιναίου με απόδοση 60% τουλάχιστον,  έναντι 50% για τους υπόλοιπους. Αυτό συνεπάγεται σημαντική εξοικονόμηση από τη μειωμένη κατανάλωση φυσικού αερίου. Για παράδειγμα τον Ιούλιο 2023 η παραγωγή 1910 GWh από φυσικό αέριο, αν παραγόταν στο σύνολό από σύγχρονους σταθμούς, η εξοικονόμηση από το καύσιμο φυσικό αέριο θα ήταν περί τα 20 εκατομμύρια ευρώ και άλλα τόσα από τα δικαιώματα εκπομπών. Αυτό συνεπάγεται μείωση κόστους μεγαβατώρας κατά 21 ευρώ. Και αυτά με τις τρέχουσες χαμηλές τιμές φυσικού αερίου.

Στη ΔΕΗ πέρα από τη στασιμότητα επενδύσεων δεκαετιών και την τεχνολογική υστέρηση των λιγνιτικών σταθμών, είδαμε και το αντίστροφο φαινόμενο, την επιδίωξη άμεσων κοινοτικών επιδοτήσεων με  δέσμευση την άφρονα απολιγνιτοποίηση και την απαξίωση του μοναδικού ενεργειακού πόρου της Χώρας, του λιγνίτη, ερήμην των εργαζόμενων ή με οικονομικά κίνητρα καταστολής. Αντί για κάποια επιστημονική τεκμηρίωση είχαμε «ατράνταχτα επιχειρήματα» του τύπου ο λιγνίτης είναι βαρίδι, είναι ακριβός, είναι ρυπογόνος. Και από την άλλη πλευρά ωραιοποίηση του φυσικού αερίου και των απρόβλεπτων διακυμάνσεων της αγοράς και ανοχή σε ανεξέλεγκτες διαρροές μεθανίου και υπερβολικά κέρδη. 

Η ΔΕΗ ήταν σταθερά αρνητική τα τελευταία χρόνια για τη νέα λιγνιτική μονάδα, αλλά χωρίς κάποια σοβαρή μελέτη εκ μέρους της. Η αλήθεια είναι πως είχαμε δύο τουλάχιστον μελέτες με ετερόκλητη χρηματοδότηση εκτός ΔΕΗ. Η μια για την Πτολεμαΐδα 5 από την αξιόλογη «δεξαμενή σκέψης» Green Tank με βασική παραδοχή και αφετηρία την αντικατάσταση του λιγνίτη και στόχο την άμεση και βέλτιστη μετατροπή της λιγνιτικής μονάδας για άλλη ενεργειακή χρήση. Ενδιαφέρουσα μελέτη για μελλοντικό προβληματισμό ίσως, αλλά εκτός τόπου και χρόνου και χωρίς σύνδεση με συνολικό ενεργειακό σχεδιασμό.

Η άλλη του 2020 με πρωτοβουλία και χρηματοδότηση του Συλλόγου Διπλωματούχων Μηχανικών του Ομίλου ΔΕΗ που εκπονήθηκε από το Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, με σφαιρική προσέγγιση για τα επενδυτικά σχέδια της ΔΕΗ και έμφαση στη διερεύνηση της επάρκειας του ελληνικού Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας, σε περίπτωση ολικής απόσυρσης των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων. Επίσης, σε συσχέτιση με την πολιτική αποανθρακοποίησης σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μελέτη αξιόλογη και ρεαλιστική με εναλλακτικά σενάρια, η επικαιροποίηση της οποίας θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη σήμερα, με την συνεκτίμηση των στοιχείων λειτουργίας της νέας λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα 5. 

Σε αναμονή της αναθεώρησης του Εθνικού Σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) έχουμε αισιόδοξες ενδείξεις ετοιμότητας για τον επερχόμενο χειμώνα από την προσέγγιση της νέας αλλά έμπειρης Υφυπουργού που επιστρατεύει το σύνολο των ενεργειακών πόρων χωρίς αποκλεισμούς και θεωρεί κλειδί την Πτολεμαΐδα 5.  Και βέβαια χωρίς εφησυχασμό, γιατί είμαστε στο μέσον ενεργειακού πολέμου και ο χειμώνας προσφέρεται για αιφνιδιασμό. Ενδέχεται το ακριβό πετρέλαιο το χειμώνα να οδηγήσει σε υψηλότερη της συνήθους ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, πράγμα που αφήνει περιθώρια για υπερκέρδη, με ανταγωνισμό που πλησιάζει τα όρια της συνεννόησης. Αλλά και η τιμή του φυσικού αερίου δεν θα επηρεαστεί;

 Το χρηματιστήριο ενέργειας και το διασυνδεδεμένο δίκτυο ελέγχονται από ολίγους και, με δεδομένη την απουσία κρατικής παρέμβασης σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό μοντέλο, είναι απρόβλεπτα ακόμη και με ομαλές συνθήκες της αγοράς και το ζούμε καθημερινά. Για παράδειγμα τι θα συμβεί με τις δυνατότητες εισαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, μόνιμη εξάρτηση μέχρι τώρα, σε περίπτωση κρίσης με αυξημένη ζήτηση ενέργειας, ακριβά καύσιμα και συνθήκες μέτριας απόδοσης  ΑΠΕ; 

Την εβδομάδα 11 με 17 Σεπτεμβρίου 2023 συνέβη και αυτό το περίεργο. Η χονδρική τιμή του ρεύματος κατέγραψε σημαντική αύξηση παρά τη μειωμένη ζήτηση, ως αποτέλεσμα, της υποχώρησης της παραγωγής των ΑΠΕ και της αύξησης των εξαγωγών. Καταφεύγω σε εύστοχο άρθρο του Χρήστου Στεφάνου    «Παρά τη συνεχιζόμενη πτώση της ζήτησης για τρίτη εβδομάδα, η μείωση της παραγωγής των μονάδων ΑΠΕ και οι αυξημένες εξαγωγές, που σημείωσαν υψηλό 39 εβδομάδων, άσκησαν ανοδικές πιέσεις στις τιμές του ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας. Πιο αναλυτικά η μέση Τιμή Εκκαθάρισης της Αγοράς (ΤΕΑ) σημείωσε σημαντική άνοδο κατά 11.53% συγκριτικά με την προηγούμενη εβδομάδα, με μέγιστη και ελάχιστη ΤΕΑ στα €259.8.7/MWh και στα €4.08/MWh αντίστοιχα. 

Αδιανόητο! Το ενεργειακό έλλειμμα των γειτόνων ανέβασε τις τιμές στη Χώρα μας και μάλιστα σε περίοδο χαμηλής ζήτησης.

Μετά την εξάντληση του Πρίνου το μόνο ασφαλές ενεργειακό καταφύγιο για τη χώρα μας είναι ο λιγνίτης και αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν σε περιόδους αυξημένης ζήτησης, όσο και σε ενεργειακές κρίσεις. Το ζήσαμε πρόσφατα στην περίοδο του καύσωνα, όπου ο λιγνίτης συνέβαλε αποφασιστικά στην ενεργειακή επάρκεια, με αυξημένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, όπως περιέγραψα ποσοτικά. Αλλά και στη μακρά περίοδο κρίσης φυσικού αερίου. Όσα έγραψα για το θέμα είναι επίκαιρα και δεν θα τα επαναλάβω εδώ. 

Ένα ακόμη πλεονέκτημα του λιγνίτη που θα αναδειχθεί σε λίγα χρόνια είναι ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί η υποκριτική ασυδοσία της περιβαλλοντικής μόλυνσης από το φυσικό αέριο. Και η μόλυνση δεν περιορίζεται μόνο στο διοξείδιο του άνθρακα από την καύση. Είναι η διαρροή μεθανίου από ατελή καύση, που δεν έχουμε αρχίσει ακόμη να καταγράφουμε στους σταθμούς, μικρή αλλά υπαρκτή. Κυρίως όμως είναι η διαρροή στην παραγωγή, τη μεταφορά και την αποθήκευση και μάλιστα με μεγάλες απώλειες στα δεξαμενόπλοια LNG.

Θα σχολιάσω τέλος τις περίεργες επιλογές της ΔΕΗ, που πολέμησε το λιγνίτη και επενδύει στη Ρουμανία, στη στιγμή που η ΤΕΡΝΑ αξιοποιεί υποδομές στη Χώρα μας, στις οποίες θα όφειλε να είχε προηγηθεί η ΔΕΗ. Το έργο αντλησιοταμίευσης στην Αμφιλοχία από την ΤΕΡΝΑ είναι εμβληματικό και πρωτοποριακό και με καθυστέρηση η ΔΕΗ σχεδιάζει να ακολουθήσει, έστω ως ουραγός. Για την εξαγορά στη Ρουμανία διατυμπανίζει η ΔΕΗ ότι επενδύει σε ΑΠΕ. Ναι. Αλλά σε εγκαταστάσεις που έχουν διατρέξει ένα μέρος του ωφέλιμου βίου, άγνωστο πόσο. Όφειλε βέβαια να έχει παρουσιάσει  στο κοινό τεκμηριωμένη  μελέτη σκοπιμότητας, για τον υψηλό δανεισμό που αναλαμβάνει. Αντ’ αυτού όμως η ενημέρωση που έχουμε είναι ελλιπής, γιατί από τον  ξένο τύπο μαθαίνουμε ότι το τίμημα της εξαγορά δεν είναι μόνο 1,26 δις ευρώ όπως έχει δημοσιευθεί διθυραμβικά, αφού αναλαμβάνει και χρέη που ανεβάζουν την αξία στα 1,9 δις. Μήπως η εξαγορά θα πρέπει να έρθει στη Βουλή για πληρέστερη ενημέρωση, αφού το Δημόσιο παραμένει βασικός μέτοχος της ΔΕΗ;

Θα κλείσω με την εκτίμηση ότι τα ενεργειακά θέματα είναι πολύ σοβαρά για δεχθούμε τον απόλυτο χειρισμό τους από την όποια Κυβέρνηση και εκτός Ελλάδος. Ακόμη  και η Καγκελάριος Μέρκελ ατύχησε. Μπορούμε, όμως, πιστεύω να εμπιστευθούμε τους επιστήμονες στις ανεξάρτητες ενεργειακές Αρχές, η συμβολή των οποίων έχει φανεί στη πράξη, και ελπίζω σύντομα να αποκτήσουμε μια Αρχή και για το περιβάλλον, χωρίς να υποτιμώ τις περιβαλλοντικές οργανώσεις που έχουν και αυτές το ρόλο τους, ούτε την κρίσιμη συμβολή του τύπου, τη φιλοξενία του οποίου αξιοποίησα επανειλημμένα.

Ο Ευστάθιος Χιώτης είναι Δρ. Μεταλλειολόγος Μηχανικός ΕΜΠ, Μηχανικός Πετρελαίων Imperial College, πρώην διευθυντής στη Δημόσια Επιχείρηση Πετρελαίων και στο Ινστιτούτο Γεωλογίας και Ερευνών Υπεδάφους.

https://independent.academia.edu/Chiotis

https://www.researchgate.net/profile/Eustathios_Chiotis

https://energypress.gr/search-content?keys=%CE%A7%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%82

Μοιραστείτε την είδηση