Ετικέτες τροφίμων: τα ψιλά γράμματα στη διατροφή μας (Μέρος 2ο), της Βούλας Αγραφιώτη*

4 Min Read

Εδώ το πρώτο μέρος

Στα τρόφιμα που μπορούν να διατηρηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα (π.χ. κονσέρβες, δημητριακά, ρύζι, μπαχαρικά κ.α.), αναγράφεται η ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας με την ένδειξη «Ανάλωση κατά προτίμηση πριν από..» εφόσον περιλαμβάνεται ένδειξη της ημέρας και του μήνα (π.χ. Ανάλωση κατά προτίμηση πριν από 31/1/2020) και «Ανάλωση κατά προτίμηση πριν από το τέλος..» σε κάθε άλλη περίπτωση. Ωστόσο, στην περίπτωση τροφίμων τα οποία είναι ιδιαίτερα ευαλλοίωτα (κρέας, γαλακτοκομικά, αυγά κ.α.) και τα οποία ενδέχεται έπειτα από σύντομο χρονικό διάστημα, να συνιστούν άμεσο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, η ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας αντικαθίσταται από την τελική ημερομηνία ανάλωσης, που δηλώνεται με την ένδειξη «Ανάλωση μέχρι..». Αφού παρέλθει η τελική ημερομηνία ανάλωσης, το τρόφιμο θεωρείται μη ασφαλές. Οι ενδείξεις αυτές δηλώνουν για πόσο καιρό ένα τρόφιμο διατηρεί τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά και είναι ασφαλές για κατανάλωση.

- Advertisement -


Τα τελευταία χρόνια όλο και πιο συχνά συναντάμε στις ετικέτες τροφίμων ισχυρισμούς διατροφής π.χ. «χωρίς προσθήκη ζάχαρης», «με χαμηλά λιπαρά», «light» και ισχυρισμούς υγείας π.χ. «μειώνει τη χοληστερόλη», «βελτιώνει τη λειτουργία του εντέρου», «ενισχύει τη φυσική άμυνα του οργανισμού» κ.α. Η χρήση ισχυρισμών διατροφής και υγείας επιτρέπεται μόνον εάν η παρουσία, η απουσία ή η μειωμένη περιεκτικότητα μιας ουσίας σε ένα τρόφιμο έχει αποδεδειγμένα ευεργετικό αποτέλεσμα στον οργανισμό, σύμφωνα με αποδεκτά επιστημονικά στοιχεία. Οι ισχυρισμοί επί θεμάτων διατροφής και υγείας δεν θα πρέπει να είναι ψευδείς, διφορούμενοι ή παραπλανητικοί, να ενθαρρύνουν την υπερβολική κατανάλωση ενός τροφίμου και φυσικά δε θα πρέπει να υπονοούν ότι μπορεί να επηρεαστεί η υγεία από τη μη κατανάλωση του τροφίμου ούτε να αναφέρονται στην απώλεια βάρους.
Είναι σημαντικό, οι καταναλωτές να ερμηνεύουν ορθά τους διατροφικούς ισχυρισμούς. Για παράδειγμα, για να χαρακτηριστεί ένα τρόφιμο «χαμηλών λιπαρών» δε θα πρέπει να περιέχει πάνω από 3 γραμμάρια λιπαρών ανά 100 γραμμάρια προϊόντος (δηλαδή 3% λίπος για στερεές τροφές) ή 1,5 γραμμάριο λιπαρών ανά 100 ml (1,5% για υγρές τροφές). Για παράδειγμα ένα γιαούρτι με 2% λιπαρά είναι όντως χαμηλό σε λιπαρά, ενώ ένα τυρί με 17% λιπαρά, που χαρακτηρίζεται από την εταιρεία χαμηλών λιπαρών, ουσιαστικά δεν είναι χαμηλό σε λιπαρά, απλά έχει λιγότερα λιπαρά από το αντίστοιχο πλήρες προϊόν της εταιρείας. Επίσης όταν στην ετικέτα ενός τροφίμου υπάρχει ο ισχυρισμός «υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη» θα πρέπει τουλάχιστον το 20% της ενεργειακής αξίας του τροφίμου να παρέχεται από πρωτεΐνες. Σε ό,τι αφορά τα light προϊόντα, όταν χρησιμοποιείται ο ισχυρισμός light θα πρέπει η ενεργειακή αξία του τροφίμου (θερμίδες) να έχει μειωθεί κατά 30 % τουλάχιστον σε σχέση με το συμβατικό προϊόν και θα πρέπει να γίνεται αναφορά στο συστατικό το οποίο μειώθηκε (ζάχαρη, λιπαρά) ώστε να μπορέσει το προϊόν να χαρακτηριστεί light. Με λίγα λόγια, αυτά τα προϊόντα μπορεί να είναι όντως πιο «light» από τα συμβατικά, συνήθως όμως δεν στερούνται θερμίδων, λιπαρών ή ζάχαρης.


Είναι αλήθεια πως είναι πάρα πολλές οι πληροφορίες που ο καταναλωτής καλείται να γνωρίζει ώστε να προστατεύεται και να μην παραπλανάται, ωστόσο αρκεί ως πρώτο βήμα, να διαβάζουμε τα ψιλά γράμματα της ετικέτας που «κρύβουν» πολλές και σημαντικές πληροφορίες.

Η Βούλα Αγραφιώτη είναι M.Sc. Γεωπόνος Επιστήμης και Τεχνολογίας τροφίμων Α.Π.Θ., Πιστοποιημένη Εκπαιδευτής ΕΦΕΤ

Μοιραστείτε την είδηση