Γράφω απρόσκλητα ζητώντας την ανοχή του αναγνώστη και την ευμένεια του ανώνυμου σχολιαστή, αλλά φυσικά απαιτώντας μηδέτερο.
Διαβάζοντας τα πρακτικά της συντονιστικής επιτροπής για το Σχέδιο Δίκαιης και Αναπτυξιακής Μετάβασης, την πρόσκληση της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας («υπερταμείου») για σύνταξη master plan με στόχο το «ραγδαίο» αποτέλεσμα, καθώς και παρουσιάσεις της υπό ολοκλήρωση μελέτης του World Bank Group, δεν μπορώ παρά να θυμηθώ τους Πέρσες και την ιστορική απαίτησή τους για «γῆ καὶ ὕδωρ».
Για την δική μας περιοχή έχουν γίνει όλα ανάποδα:
- η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ανακοίνωσε την πολιτική της πρόθεση για απολιγνιτοποίηση πανευρωπαϊκά 40 ημέρες μετά τις Ευρωεκλογές, κατά την διάρκεια των οποίων το θέμα δεν ετέθη ουσιαστικά στους ψηφοφόρους
- η Ελληνική κυβέρνηση και το σύνολο των κοινοβουλευτικών δυνάμεων ευθυγραμμίστηκαν με την μέγιστη δυνατή προθυμία εντός διμήνου από την ανακοίνωση, χωρίς καμία σχετική δημοκρατική εντολή, αφού δεν ανέφεραν την πρόθεση τους προεκλογικά
- οι διαβουλεύσεις με την τοπική κοινωνία προγραμματίστηκαν για χρόνους μετά την κατάρτιση των σχεδίων και όχι πριν, ή έστω κατά την διάρκεια
- και φυσικά όλες οι αποφάσεις ελήφθησαν πριν την οποιαδήποτε κατάρτιση σχεδίου. Με πίστη τετελειωμένη σε θεότητες της αγοράς και του νέου, πράσινου νομίσματός της, το ζήτημα θεωρείται λήξαν πριν ακόμη συζητηθεί.
Πρόκειται για μια αναστροφή της κοινοβουλευτικής και Δημοκρατικής τάξης, η οποία πάντως αντιμετωπίζεται με σχετικά ομόφωνη αποδοχή και μουδιασμένες ή προσχηματικές διαμαρτυρίες. Ίσως τελικά όμως αυτός να είναι ο πιο αποτελεσματικός, αν και διεσταλμένος, τρόπος της Δημοκρατίας. Ίσως φέτος να είναι το αναπόφευκτο τέλος της προ Λιγνίτη και η αρχή της μετά Λιγνίτη εποχής για την περιοχή μας, αν και τα ημερολόγια είθισται να τα συμφωνούμε με τους κύκλους της ζωής κι όχι να τα τυπώνουμε, δεύτερο χέρι, μέσα στη μαύρη νύχτα.
Ας δούμε λοιπόν το περίφημο προβαλλόμενο αποτέλεσμα της μεγάλης επικείμενης «επένδυσης»:
- ο διακριτός και εθνικός παραγωγικός ρόλος της περιοχής της Δυτικής Μακεδονίας θα χαθεί σύντομα χωρίς καμία εγγύηση για αποκατάστασή του
- τα εδάφη και το νερό της με τα δίκτυά τους, την «γῆν καὶ τὸ ὕδωρ» τα οποία διέθεσε αφειδώς στην Εθνική και κατ’ επέκταση Ευρωπαϊκή προσπάθεια, η περιοχή φαίνεται ότι επίσης κινδυνεύει να τα χάσει για τα καλά και ενώ ποτέ δεν υπήρξε τέτοια πολιτική ή κοινωνική συμφωνία
- οι ογκώδεις χρηματοδοτήσεις της πρώτης διετίας για την περιοχή θα γίνουν με όρους «υπερέσπα», με οδηγίες, ευθυγραμμίσεις και στοχεύσεις από πατρόν σε πολύ κακή Αγγλική, όλες γραμμένες μακριά κι ερήμην, οι οποίες μικρή σχέση θα έχουν με τις συνθήκες, επιθυμίες, ανάγκες και ζωές των δικαιούχων τους
- και η εργασία, ένα συνταγματικό δικαίωμα του κάθε ανθρώπου φαίνεται να μετατρέπεται πλέον επίσημα σε προνόμιο, κουπόνι, τυχερό παιχνίδι, επανακατάρτιση στο Ζάλογγο. Χωρίς «γῆ καὶ ὕδωρ».
Μοιάζει με καταστροφολογία κι όμως είναι περιγραφή. Ακόμη και ο γράφων, πιστός γόνος συντηρητικού και «Δεξιού» περιβάλλοντος, πρέπει να βρω την ερμηνεία αυτή του laissez-faire στο επίπεδο του «βρείτε-κάνετε» αυταρχισμού εντελώς ακατανόητη και αδιανόητη. Είναι καινούρια αυτά τα γράμματα και τους λείπει πολύ η γραμματική, το συντακτικό, το λεξιλόγιο. Αυτά είναι τα γράμματα της πραγματικής πολιτικής αναρχίας.
Η μετάβαση λοιπόν φαίνεται πως γίνεται από το σημείο Α προς ένα σημείο με άγνωστο γράμμα της αλφαβήτου εντελώς άδικα για τον λαό της Δυτικής Μακεδονίας. Οι κόκκινες γραμμές ξέβαψαν από μερικά νοητά τσουβάλια Ευρώ που σέρνονται μπρος-πίσω. Και έτσι αιφνίδια δίνουμε «γῆ καὶ ὕδωρ», χωρίς δικαίωμα στην εργασία. Αυτές, ιστορικά, είναι οι γραμμές μιας άνευ λόγου, άνευ όρων παράδοσης ενός λαού.
Ας ελπίσουμε οι παραπάνω προβολές να είναι εντελώς άστοχες, αλλά και ας προσπαθήσουμε, όσο αντέχει η τιμή των όπλων μας, να τις διαψεύσουμε. Το πεδίο διαπραγμάτευσης και διεκδικήσεων παραμένει, την ύστατη ώρα, ευρύ και – δεν μπορεί – τα θεσμικά μας όργανα θα εκπροσωπήσουν το συμφέρον της περιοχής μας με μία και δυνατή φωνή. Παρά τις διαφωνίες μας, έχουμε όλοι εμπιστοσύνη σε όλους εντός των τειχών.
Για να μην προβώ όμως σε λαϊκισμό εκ τους ασφαλούς, ξαναδιαβάζω επιμελώς τα διαθέσιμα κείμενα εργασίας και τις ανακοινώσεις Ευρωπαίων και τοπικών αξιωματούχων. Έπειτα, προς αποφυγή Ευρωσκεπτικισμού, διαβάζω το διάγγελμα Σούμαν, της 9ης Μαΐου 1950, ένα από τα πρώτα, εμβληματικά κείμενα για την Ένωση της Ευρώπης:
«Η αλληλεγγύη στην παραγωγή…ανοιχτή σε όλες τις χώρες που θέλουν να πάρουν μέρος και που θα δώσει σε όλες τις χώρες-μέλη τα στοιχειώδη της βιομηχανικής παραγωγής επί ίσοις όροις, πάντα θα είναι το πραγματικό θεμέλιο της οικονομικής τους ένωσης.»
Και αναρωτιέμαι αναπόφευκτα: πότε ξανάρθαν ως εδώ οι Πέρσες να σκάβουν στα θεμέλια; Θα δώσουμε τα πάντα για εφάπαξ αδειανά πουκάμισα, για ένα ηλεκτρικό αμάξι και μια πρίζα, για μία ξένη μπαταρία στα χωράφια και για τα πιο ακριβά αέρια του Βορρά; Θα δώσουμε τη γη μας ενέχυρο σε νέα δανεικά; Θα πούμε πάλι «ευχαριστώ» για έναν ακόμη κόκκινο λογαριασμό, ίσως τον μεγαλύτερο από Οθωμανικής εποχής στην περιοχή μας;
Κανείς, τουλάχιστον κανείς εδώ, δεν έχει το δικαίωμα να προσφέρει «γῆ καὶ ὕδωρ», ή να ευτελίζει το δικαίωμα στην εργασία. Αυτά δεν ανήκουν σε κανέναν, γιατί ανήκουν σε όλους μας. Είναι πολύ ανεπιθύμητοι οι Πέρσες, πολύ ιερή η γη.