Πάρα πολλά έχουν γραφτεί τα τελευταία έτη γύρω από τις υποχρεώσεις των φορολογούμενων προσώπων απέναντι στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες. Ενέργειες όπως υποβολή δηλώσεων, επιστροφές φόρων και δεσμεύσεις ή κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών απασχολούν σε καθημερινό επίπεδο πλήθος συνανθρώπων μας οι οποίοι προβληματίζονται για το πώς μπορούν να λύσουν το ζήτημα που τους απασχολεί γύρω από τα αντικείμενα αυτά. Ενδιαφερόμενος όμως δεν χρειάζεται να είναι απαραίτητα ο οφειλέτης-φορολογούμενος. Το ίδιο ενδιαφέρον για τα ζητήματα αυτά δείχνουν και οι σύζυγοι των παραπάνω προσώπων οι οποίοι συχνά αποτελούν τα αθώα θύματα των φορολογικών κυρώσεων που επιβάλλονται στους συζύγους τους.
Οι σύζυγοι, κατά τη διάρκεια του γάμου, υποχρεούνται να υποβάλουν κοινή δήλωση για τα εισοδήματά τους στα οποία ο φόρος, τα τέλη και οι εισφορές που αναλογούν υπολογίζονται χωριστά στο εισόδημα καθενός συζύγου τυχόν ζημίες του εισοδήματος του ενός συζύγου ή μέρους συμφώνου συμβίωσης, δεν συμψηφίζονται με τα εισοδήματα του άλλου συζύγου ή του άλλου μέρους συμφώνου συμβίωσης.
Υπόχρεος υποβολής της κοινής δήλωσης είναι ο σύζυγος. Ο φόρος εισοδήματος, που προκύπτει από την εκκαθάριση βεβαιώνεται στο όνομα του συζύγου αφού έχει προηγηθεί η εκκαθάριση κατά την οποία συμψηφίζονται οι φόροι μεταξύ των συζύγων. Με αίτηση του ενός συζύγου μπορεί να ζητηθεί ο χωρισμός των οφειλόμενων ποσών σε δύο ξεχωριστές πράξεις ώστε οι οφειλόμενες δόσεις να αφορούν τα εισοδήματα εκάστου συζύγου και να μην καταβάλλονται από κοινού περιοδικά στον ίδιο κωδικό. Με λίγα λόγια ο κάθε σύζυγος να καταβάλει αυτό που του αναλογεί χωρίς προηγούμενο συμψηφισμό των φορολογικών αποτελεσμάτων.
Έχει κριθεί από τα δικαστήρια πως η οφειλή του ενός συζύγου δεν αποτελεί οφειλή του έτερου συζύγου βάσει της οποίας μπορούν να κινηθούν διαδικασίες αναγκαστικής είσπραξης και εν γένει εκτέλεσης επί της περιουσίας του. Συγκεκριμένα, δεν θεσπίζεται σε καμία περίπτωση προσωπική ευθύνη του ενός συζύγου για τα εισοδήματα του άλλου και συνακόλουθα η λήψη αναγκαστικών μέτρων σε βάρος της περιουσίας του ενός συζύγου που κατατείνουν στην εξόφληση της οφειλής για τη φορολογική υποχρέωση που υπέχει για τα εισοδήματά του ο άλλος σύζυγος δεν είναι νόμιμη.
Φωτεινή εξαίρεση στον κανόνα αυτόν όμως, μπορούμε να πούμε πως αποτελούν οι λεγόμενοι κοινόχρηστοι τραπεζικοί λογαριασμοί. Στους κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς τεκμαίρεται απέναντι στην εφορία πως το περιεχόμενο των λογαριασμών ανήκει ισομερώς στους συνδικαιούχους του. Π.χ. σε έναν κοινόχρηστο μεταξύ συζύγων, στα μάτια της εφορίας οι καταθέσεις αναλογούν 50% στον κάθε σύζυγο. Αντί λοιπόν να κατασχέσουν το 50% των καταθέσεων, έχουν παρατηρηθεί περιπτώσεις όπου οι φορολογικές αρχές προέβησαν σε κατάσχεση του συνολικού ποσού.
Σε περίπτωση που ένας εκ των συζύγων οφείλει στην εφορία χρήματα, φορολογική ενημερότητα εκδίδεται μόνο σε περίπτωση ρύθμισης ή εξόφλησης της οφειλής αυτής. Το ίδιο ισχύει και στον σύζυγο του οφειλέτη. Ο τρόπος για να μπορεί σύζυγος να εξασφαλίσει την άμεση διαθεσιμότητα της φορολογικής ενημερότητάς του εφόσον δεν οφείλει ο ίδιος, είναι η κατάθεση αίτησης διαχωρισμού χρεών. Με την ίδια διαδικασία υποβολής αίτησης, δίνεται η δυνατότητα, η επιστροφή φόρου που δικαιούται ο ένας εκ των συζύγων, να μην συμψηφιστεί με τις οφειλές του άλλου συζύγου. Θυμίζουμε εδώ, ότι πλέον οι φορολογικές αρχές δεν προχωράνε σε απόδοση επιστρεφόμενου φόρου άμεσα αλλά αναμένουν τον συμψηφισμό αυτού με ενδεχόμενο χρεωστικό εκκαθαριστικό ΕΝΦΙΑ.
Η επιλογή και ανάπτυξη των θεμάτων γίνεται από το λογιστικό γραφείο των Κωτούλα Αργυρώς και Κωτούλα Αλέξη
Μοιραστείτε την είδηση