Φτωχοί και μόνοι οι Δυτικομακεδόνες

5 Min Read

Τι λένε τα τελευταία στοιχεία του Παρατηρητηρίου Περιφερειακών Πολιτικών

Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία που προκύπτουν από την έρευνα του Παρατηρητηρίου Περιφερειακών Πολιτικών που την δημοσιεύει από κοινού με την ΔιαΝΕΟσις σε σχέση με την περιφερειακή διάσταση της εισοδηματικής φτώχειας. Το βασικότερο εύρημα είναι οι μεγάλες διαφοροποιήσεις τόσο στα ποσοστά, όσο και στο χάσμα φτώχειας μεταξύ των Περιφερειών.

- Advertisement -
Ad image
- Advertisement -
Ad image

Η εικόνα που φτιάχνουν τα νούμερα για τη Δυτική Μακεδονία δεν είναι και τόσο αισιόδοξη, καθώς οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και περισσότεροι.

Πρόκειται για στοιχεία που πρέπει να δούμε με προσοχή και να τροφοδοτήσουν τις όποιες αποφάσεις για χάραξη πολιτικών στο πλαίσιο της Μετάβασης, αλλά και γενικότερα.

Η έρευνα αναδεικνύει τις ανισότητες μεταξύ περιφερειών και δίνει μια καλύτερη εικόνα για την ερώτηση “πόσοι είναι οι φτωχοί” σε κάθε περιφέρεια, αλλά και για το “πόσο φτωχοί είναι οι φτωχοί” σε κάθε περιφέρεια.

Δίνοντας ταυτόχρονα έμφαση στην επίδραση της πανδημίας στην περιφερειακή φτώχεια, η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι διαφοροποιήσεις αναδεικνύουν και την ανθεκτικότητα των Περιφερειών στις απότομες κρίσεις. Παρότι τα περιοριστικά μέτρα που υιοθετήθηκαν το 2020 ήταν οριζόντια ως προς τη γεωγραφική τους έκταση, οι συνέπειές τους ως προς το ΑΕΠ κάθε Περιφέρειας δεν ήταν συμμετρικές με αποτέλεσμα διαφοροποιήσεις στο ΑΕΠ της κάθε Περιφέρειας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η Δυτική Μακεδονία, η οποία είναι ανάμεσα στις περιοχές που φαίνεται ότι επλήγησαν περισσότερο την περίοδο της πανδημίας μαζί με τα Ιόνια Νησιά, το Νότιο Αιγαίο και την Κρήτη. Στη Δυτική Μακεδονία η μεταβολή του ΑΕΠ ήταν αρκετά μεγαλύτερη από τον  εθνικό μέσο όρο. Ωστόσο, σε αντίθεση με τις άλλες νησιωτικές περιφέρειες που η μεταβολή αφορά το πλήγμα που δέχθηκε ο τουρισμός κατά τη διάρκεια της πανδημίας, στην περιφέρειά μας η πτώση αυτή συνδέεται με την απόφαση της απολιγνιτοποίησης.

Μεταξύ 5-10.000 ευρώ η μεγαλύτερη συγκέντρωση εισοδήματος

Σημαντικές μεταβολές και στην κατανομή του διαθέσιμου εισοδήματος παρατηρούνται στην  Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας. Μεταξύ των ετών 2017 και 2019, φαίνεται να μειώνεται ο πληθυσμός με εισοδήματα άνω των 10.000 ευρώ ετησίως, ενώ το υπόλοιπο τμήμα της κατανομής παραμένει σταθερό.

Μεγαλύτερες είναι οι αλλαγές μεταξύ των ετών 2019 και 2020. Ενώ φαίνεται να μειώνεται ο πληθυσμός με χαμηλά εισοδήματα (κάτω των 5.000 ευρώ ετησίως), παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση μεταξύ των 5.000 και 10.000 ευρώ, ενώ στα υψηλότερα εισοδήματα οι αλλαγές είναι μικρότερες. Σημειώνεται, επίσης, ότι μικρότερες είναι οι μεταβολές στην κατανομή μεταξύ των ετών 2020 και 2022.

Μέσο ισοδύναμο εισόδημα

Στο (-13%) βρίσκεται η περιφέρειά μας και σε σχέση με το μέσο ισοδύναμο εισόδημα. Παρότι το μέσο εισόδημα εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο, η Δυτική Μακεδονία μαζί με τη Θεσσαλία και τα Ιόνια Νησιά το 2021 πλησίασαν το εθνικό μέσο εισόδημα, φανερώνοντας κάποιου είδους περιφερειακή σύγκλιση ως προς το μέγεθος αυτό. Μάλιστα, στα Ιόνια Νησιά το μέσο ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα ανήλθε σε 11% υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο το 2022. Στη Δυτική Μακεδονία εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο.

Ποσοστό φτώχειας

Στη Δυτική Μακεδονία το ποσοστό φτώχειας για το 2022 διαμορφώθηκε στο 24,9%, αυξανόμενο σημαντικά από 19,5% το 2020, φανερώνοντας σημαντικές αλλαγές στην κατανομή εισοδήματος σε σύγκριση με άλλες Περιφέρειες. Ωστόσο, κατά την περίοδο 2017-2022 σημειώνονται σημαντικές διακυμάνσεις στο ποσοστό φτώχειας, γεγονός που δείχνει ότι πιθανότατα ένα μέρος του πληθυσμού της Περιφέρειας αυτής βρίσκεται κοντά στην εθνική γραμμή φτώχειας. Ως εκ τούτου, τα ποσοστά φτώχειας είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στις αλλαγές του ορίου φτώχειας.

Να σημειωθεί ότι το 2019 το ποσοστό φτώχειας ήταν στο 25,3% (7,9 μονάδες υψηλότερο από το εθνικό ποσοστό), όμως το 2020 το περιφερειακό ποσοστό φτώχειας συνέκλινε σε μεγάλο βαθμό, καθώς η απόσταση μειώθηκε στις 0,7 μονάδες, με το περιφερειακό ποσοστό φτώχειας να διαμορφώνεται στο 19,5%. Αυτό αφενός οφείλεται στη μικρή επίδραση της πανδημίας στην τοπική οικονομία και αφετέρου πιθανώς σε μέτρα που σχετίζονται με την απολιγνιτοποίηση της περιοχής.

Καθώς η ανεργία αποτελεί έναν βασικό προσδιοριστικό παράγοντα της φτώχειας, η πληρέστερη κατανόηση των τοπικών αγορών εργασίας μπορεί να συνεισφέρει στην εξήγηση των διαφοροποιήσεων των ποσοστών φτώχειας, και κατ’ επέκταση στην καλύτερη αντιμετώπιση του φαινομένου της φτώχειας μέσω κοινωνικών πολιτικών, αλλά και πολιτικών απασχόληση.

Η παρούσα έρευνα ανατέθηκε από το Παρατηρητήριο Περιφερειακών Πολιτικών που τη δημοσιεύει από κοινού με την ΔιαΝΕΟσις στους Δρ. Αλέξανδρο Καρακίτσιο, Οικονομολόγο, Ερευνητή στην Τράπεζα της Ελλάδος Δρ. Φαίη Μακαντάση Διευθύντρια Ερευνών, διαΝΕΟσις, Ηλία Βαλεντή Research Analyst, διαΝΕΟσις.

Μοιραστείτε την είδηση