Ο ελληνισμός της περιφέρειας Σμύρνης πανηγύρισε υπέρ το δέον την απόβαση ελληνικού στρατού ως ελευθερωτού, τον Μάιο του 1919. Κάποιοι μάλιστα έσπευσαν να καταταγούν στις τάξεις του. Ἡ ελληνική κυβέρνηση δεν υπήρξε απόλυτα σαφής για την εντολή, που είχε δοθεί από τους «συμμάχους». Έτσι ήταν αναπόφευκτο κάποιοι να εκδηλώσουν εκδικητικότητα για βάσανα, που είχαν υποστεί οι πρόγονοί τους, κατά τη μακραίωνη δουλεία, αλλά και οι ίδιοι. Ο επιλεγείς από τον Βενιζέλο διοικητής της Σμύρνης, ο Αριστείδης Στεργιάδης, έδειξε εξ αρχής αποφασισμένος να κερδίσει την ευαρέσκεια των «συμμάχων» τηρώντας ίσες αποστάσεις από τις δύο εχθρικές μεταξύ τους εθνότητες. Αποτέλεσμα ήταν να καταστεί μισητός στους ομοεθνείς μας. Το άκρως εντυπωσιακό είναι ότι υπήρξε ο μόνος που δεν διενοήθησαν οι φιλοβασιλικές κυβερνήσεις να αντικαταστήσουν, ενώ είχαν επιφέρει ευρείες μεταβολές στη διοίκηση του στρατού, τις οποίες αυτός πληρώσαμε πολύ ακριβά! Υπήρξε ισχυρός προστάτης του Στεργιάδη και ποιός;
Ο στρατός μας, μετά τη σύμπτυξη ευθύς μετά τη διάβαση του Σαγγαρίου, παρέμεινε στις θέσεις, στις οποίες είχε προωθηθεί κατ’ εντολή των «συμμάχων», επί έντεκα μήνες. Στο διάστημα αυτό οι κυβερνώντες απεγνωσμένα ζητούσαν οικονομική και άλλη βοήθεια από τους ισχυρούς. Πώς όμως ήλπιζαν ότι θα τη λάβουν, αφού από την αρχή του 1921 τους είχαν γνωστοποιήσει οι «σύμμαχοι» ότι αντιμετώπιζαν την Ελλάδα ως εχθρική χώρα; Ούτε δάνειο έλαβαν ούτε επικυρώθη από κάποιο κοινοβούλιο η πολυδιαφημισθείσα συνθήκη των Σεβρών. Παράλληλα όμως στα κυβερνητικά κλιμάκια, από τις αρχές του 1922, γίνονταν συζητήσεις για απαγκίστρωση του στρατού από τα εδάφη της Ιωνίας. Μάλιστα είχαν αποκρούσει πρόταση του μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου για αποδέσμευση από τις υποχρεώσεις έναντι των «συμμάχων», ανακήρυξη της ανεξάρτητης Ιωνίας και σχηματισμό στρατού από εντοπίους. Ασφαλώς και η πρόταση εκείνη φαντάζει ουτοπική, ίσως όμως να οδηγούσε σε μικρότερη συμφορά. Και ο στρατός του Μουσταφά Κεμάλ δυνάμωνε με τη φανερή βοήθεια Ιταλών, Γάλλων και Μπολσεβίκων και τη μυστική των Άγγλων. Τί έλπιζαν οι κυβερνώντες να συμβεί, ώστε να ανατραπεί η δυσμενής για τη χώρα μας κατάσταση; Μήπως οι Άγγλοι είχαν δώσει μυστικές υποσχέσεις βοήθειας, προκειμένου να εφησυχάσουμε, ώσπου να συντελεστεί η καταστροφή; Είναι πιθανόν.
Το γεγονός ότι το μέτωπο κατέρρευσε τάχιστα και συνελήφθησαν περί τους 55.000 αξιωματικοί και στρατιώτες αιχμάλωτοι, μαρτυρεί ότι ο στρατός μας, αποκαμωμένος από τη μακρόχρονη ταλαιπωρία και την ανεπαρκή σίτιση, είχε αφεθεί στην τύχη του, χωρίς δηλαδή σχέδιο τακτικής υποχώρησης έναντι ισχυρού αντιπάλου. Και αφού δεν υπήρξε σχέδιο για τον στρατό ήταν δυνατόν να είχε καταστρωθεί σχέδιο για τον άμαχο πληθυσμό; Ασφαλώς όμως υπήρξε! Ο νόμος 2870 του Ιουλίου 1922, που ψηφίστηκε ομόφωνα από τη Βουλή, λίγο πριν οι Τούρκοι εξαπολύσουν την αντεπίθεση, όριζε: «Απαγορεύεται η εν Ελλάδι αποβίβασις προσώπων ομαδόν αφικνουμένων εξ αλλοδαπής, εφ’ όσον ούτοι δεν είναι εφωδιασμένοι δια τακτικών διαβατηρίων νομίμως τεθεωρημένων»! Βάσει του νόμου ο ελληνισμός της Μικρασίας προσφέρθηκε ως εξιλαστήριο θύμα στους διψώντες για εκδίκηση Τούρκους, ιδιαίτερα μετά τις καταστροφές που προκάλεσε ο στρατός μας, κατά την υποχώρηση.
Για τις αγριότητες ιδίως των ατάκτων (τσετών) έχουν γραφεί πολλά. Το κύριο ερώτημα είναι: Πρόφθαναν να διασωθούν οι Ρωμηοί, επιβιβαζόμενοι σε πλοία, η μήπως ήταν πολύ αργά; Αν πρόφθαναν, γιατί δεν συνέβη αυτό; Γράψαμε για τον νόμο 2870, που ασφαλώς φωτογράφιζε τους Έλληνες της Μικράς Ασίας. Όμως σε έκρυθμες καταστάσεις οι ιθύνοντες οφείλουν να παραβούν τους νόμους, όταν πρόκειται να σωθούν ανθρώπινες ζωές. Ο διοικητής Στεργιάδης όμως σε εισήγησή του προς την ελληνική κυβέρνηση (22.8 π.ημ) έγραφε: «Εγκρίνετε εμποδισθώσι αναχωρίσωσι Έλληνες Μικρασιάται δι’ Ελλάδα, ακόμα και όταν είναι εύποροι δυνάμενοι αναχωρήσωσι με συνήθη ταχυδρομικά ατμόπλοια»! Και η κυβέρνηση ενέκρινε. Συνεπώς οι κυβερνώντες την Ελλάδα επέμεναν μέχρι τέλους στη θυσία του μικρασιατικού ελληνισμού.
Είναι ευρέως γνωστή η στάση των πλοιάρχων των ελλιμενισμένων στη Σμύρνη «συμμαχικών» πλοίων. Όχι μόνο δεν έσπευσαν προς παροχή βοήθειας προς τα συσσωρευμένα στην προκυμαία πλήθη, που εναγωνίως κραύγαζαν για βοήθεια, ενώ οι τσέτες ξεπρόβαλλαν από παντού, αλλά απωθούσαν βίαια εκείνους που επιχειρούσαν να ανέλθουν στα πλοία τους. Ο Τζώρτζ Χὀρτον, Αμερικανός πρόξενος τότε στη Σμύρνη, έγραψε στο Βιβλίο του «Η μάστιξ της Ασίας»: «Και όμως θα αρκούσε μια οβίδα στο βρόντο, πάνω από την τουρκική συνοικία, για να συγκρατηθεί η θηριωδία των Τούρκων». Όλοι όμως κρύφθηκαν πίσω από το άλλοθι της ουδετερότητας! Κάποιοι απλοί ναύτες, με δική τους πρωτοβουλία, ο Αμερικανός πάστορας Τζένιγκς και Ιάπων πλοίαρχος εμπορικού πλοίου συνέβαλαν στη διάσωση κάποιων ψυχών. Οι πολλοί έπεσαν θύματα της τουρκικής θηριωδίας υπό τα βλέμματα των πληρωμάτων των πλοίων των πολιτισμένων λαών, που απολάμβαναν εκ του ασφαλούς το θέαμα των συνωστισμένων στην προκυμαία, κατά εκδοχή «Ελληνίδας ιστορικού»!
Όπως συμβαίνει σε κάθε ανάλογη περίπτωση, οι ισχυροί έσπευσαν να προσφέρουν τρόπο διάσωσης στους επιφανείς. Έτσι πρόταση έγινε στον μητροπολίτη Χρυσόστομο από Γάλλους και στον Στεργιάδη από Άγγλους. Ο δεύτερος, αφού μετέφερε στο αγγλικό πλοίο όλη την οικοσκευή του, αναχώρησε υπό την προστασία βρετανικού αγήματος, ενώ τον αέρα δονούσαν οι κατάρες των απελπισμένων Ρωμηών. Έζησε έκτοτε στη Νίκαια της Γαλλίας μισθοδοτούμενος από την Intelligent Service. Κατανοούμε ποιος τον είχε επιλέξει και έδωσε εντολή στον Βενιζέλο, αρχικά, και στους φιλοβασιλικούς στη συνέχεια! Ο πρώτος, κατά τον Χόρτον, απάντησε: «Είμαι ποιμένας και οφείλω να μείνω κοντά στο ποίμνιό μου». Έμεινε και λυντσαρίστηκε από τον φανατισμένο όχλο. Είχε διαπράξει σφάλμα γράφοντας στον Βενιζέλο, δύο ημέρες πριν από το τραγικό του μαρτύριο: «Και νυν, φίλτατε αδελφέ, σε μόνον θεωρούμεν τον από μηχανής Θεόν, σε βράχον, σε ελπίδα, σε σωτήρα και σε μεσσίαν μας». Ελπίδες στηριγμένες σε εγκόσμιους «σωτήρες»! Εξαγνίστηκε όμως ευθύς με τον μαρτυρικό του θάνατο.
Οι Τούρκοι κόρεσαν το πάθος τους για σφαγή, βιασμούς και λεηλασία υπό τα απαθή βλέμματα των πολιτισμένων και μέχρι σήμερα «φίλων», «συμμάχων» και «εταίρων» μας, ώστε ο Χόρτον να γράψει στο βιβλίο του: «Ντρέπομαι, που ανήκω στο ανθρώπινο αυτό γένος». Έκτοτε διαπράχθηκαν πληθώρα άλλων εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας με θύματα διαφορετικούς λαούς κάθε φορά και θύτες άλλους, πάντοτε όμως προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πολιτισμένων ισχυρών χωρών. Και η ιστορία συνεχίζεται. Ποιο το επόμενο θύμα;