Γράφει η Γιώτα Κουτσώνα*
Ο καλλιτέχνης δεν γεννιέται από αντιγραφή, αλλά από αλήθεια…
Στην τέχνη, όπως και στη ζωή, όλοι ξεκινάμε με κάτι μικρό στο χέρι.
Ένα μολύβι που αφήνει ίχνη σε χαρτί. Ένα πινέλο που κουβαλά χρώμα.
Ένα μοτεράκι που χαράζει μνήμες στο δέρμα.
Κανείς δεν ξέρει στην αρχή τι θα γίνει. Ξέρει μόνο ότι κάτι μέσα του τον τραβά.
Η τέχνη δεν γεννιέται τη μέρα που πιάνεις ένα εργαλείο. Γεννιέται τη μέρα που του επιτρέπεις να σε εκφράσει. Τη μέρα που αφήνεις τη γραμμή σου να μοιάσει λίγο με την αλήθεια σου. Τη μέρα που δεν φοβάσαι πια να φανείς.
Η αυθεντικότητα δεν είναι ύφος, είναι στάση ζωής.
Όσα χρόνια κι αν δουλεύω, ένα πράγμα μένει ίδιο. O κόσμος καταλαβαίνει πότε τον αγγίζεις αληθινά, ακόμη κι αν δεν ξέρει να το εξηγήσει. Δεν ψάχνει την τελειότητα. Ψάχνει το ανθρώπινο. Η αυθεντικότητα δεν είναι τεχνική. Είναι η απόφαση να μην κρυφτείς. Να μη δανειστείς φως που δεν σου ανήκει. Να μην πατήσεις πάνω σε σκιές άλλων.
Η γραμμή που μένει στον χρόνο είναι εκείνη που στηρίζεται στην ψυχή κι όχι στη μίμηση.
Τεχνίτης ή καλλιτέχνης;
Υπάρχει μια λεπτή διαφορά, που όμως την αισθάνεσαι αμέσως.
Ο τεχνίτης δουλεύει με χέρια και μυαλό.
Ο καλλιτέχνης δουλεύει με χέρια, μυαλό και, πάνω απ’ όλα, με καρδιά.
Ο τεχνίτης εκτελεί. Ο καλλιτέχνης αφήνει ένα κομμάτι από τον εαυτό του σε κάθε γραμμή.
Κι αυτό δεν μαθαίνεται σε μια μέρα. Μαθαίνεται ζώντας, όταν αφήνεις τον χρόνο να χαράξει κι εσένα πριν χαράξεις οτιδήποτε άλλο.
Η μίμηση δεν ριζώνει. Είναι εύκολη. Δεν σε αναγκάζει να κοιτάξεις μέσα σου.

Η δημιουργία, όμως, μοιάζει με το να σκάβεις τη δική σου γη. Βγάζεις πέτρες, βρίσκεις νερό, ανακαλύπτεις τι έχεις θαμμένο μέσα σου.
Όταν κάποιος μιμείται, το βλέπεις. Όταν κάποιος δημιουργεί, το νιώθεις.
Έρχεται προς τα έξω χωρίς προσπάθεια. Γιατί το αληθινό δεν χρειάζεται θόρυβο.
Ανασαίνει μόνο του.
Ίσως γι’ αυτό σήμερα η αλήθεια στην τέχνη μοιάζει πιο αναγκαία από ποτέ. Ζούμε μέσα σε πολλές εικόνες, αλλά με λίγη σύνδεση. Σε έναν κόσμο που συχνά μπερδεύει το φαίνεσθαι με το είναι. Και εδώ, στην Ελλάδα, η τέχνη ακόμη ψάχνει τη θέση της ανάμεσα σε αυτά τα δύο. Όταν όμως είναι αληθινή, δεν χρειάζεται να αποδείξει τίποτα.
Δεν φωνάζει.
Ακουμπά.
Οι άνθρωποι που αναγνωρίζουν τον καλλιτέχνη δεν είναι οι φωνές, δεν είναι οι ειδικοί, δεν είναι αυτοί που κοιτούν απ’ έξω. Τον καλλιτέχνη τον αναγνωρίζει εκείνος που άφησε για λίγο την ψυχή του στα χέρια σου. Που είδε ένα έργο σου και ένιωσε κάτι μέσα του να κινείται, να ξυπνά, να θυμάται, να μαλακώνει. Εκείνος που κάθισε απέναντί σου με μια ιστορία που τον βάραινε, με ένα όνειρο που τον κρατούσε, με ένα σημάδι που ήθελε να γίνει φως. Αυτός ξέρει ποιος είσαι, ακόμη κι αν δεν στο πει ποτέ. Αυτός βλέπει την αξία σου. Αυτός σε κουβαλά πάνω του.
Η αναγνώριση δεν είναι χειροκρότημα.
Είναι ένα βλέμμα που σου λέει «ευχαριστώ» χωρίς καμία λέξη.
Όσο περνούν τα χρόνια, καταλαβαίνω πως αυτό που μένει δεν είναι η τεχνική, ούτε τα «ωραία σχέδια». Μένει ο τρόπος. Το ήθος. Η στάση σου απέναντι σε κάθε άνθρωπο που σου άνοιξε χώρο στο δέρμα και στην ψυχή του.
Αν η τέχνη σου στηρίζεται εκεί, προχωρά.
Βρίσκει νόημα. Αφήνει ίχνος.
Και στο τέλος, όταν μένεις μόνη με το έργο σου, το μόνο που έχει σημασία είναι να μπορείς να πεις «Αυτό είναι δικό μου. Αυτό είμαι εγώ.»
Και όταν το πεις με ησυχία μέσα σου, ξέρεις ότι βρήκες την ταυτότητά σου.
Και αυτή δεν χρειάζεται να τη φωνάξεις.
Φαίνεται.
Σε κάθε γραμμή.
Σε κάθε άνθρωπο που άγγιξες.
Σε κάθε ιστορία που άφησες να ακουμπήσει, έστω για λίγο, την καρδιά σου.
*Γιώτα Κουτσώνα Καλλιτέχνιδα Tattoo & Ιδιοκτήτρια του The Lighthouse Tattoo









