Προτεραιότητα στην δημόσια υγεία και στην συμμετοχή των πολιτών στην λήψη αποφάσεων
Σε φάση επεξεργασίας του αδειοδοτικού πλαισίου και των αυστηρών κανονισμών που θα διέπουν τις έξι μονάδες καύσης αποβλήτων (waste-to-energy) που σχεδιάζονται από την ΔΕΗ, βρίσκεται το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Το υπουργείο μέχρι τέλος του χρόνου, θα καταλήξει στο αν και πως μπορούν να σταθούν τέτοιες μονάδες στην χώρα, χωρίς να υπάρξουν σφοδρές αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες, με νομοσχέδιο που θα τεθεί προς διαβούλευση και θα ορίζει ρητά τους περιβαλλοντικούς όρους που θα τηρούνται από την ΔΕΗ, ο Πρόεδρος της οποίας ανακοίνωσε από την Κοζάνη το ενδιαφέρον του Ομίλου στο να δημιουργήσει μια τέτοια μονάδα στην αυλή λιγνίτη της «Πτολεμαΐδα V».
Η εξειδίκευση του σχεδίου αυτού έγινε στις 29 Απριλίου στο υπουργείο από τον Γενικό Διευθυντή Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Παραγωγής της ΔΕΗ Αλέξανδρο Σουμελίδη, ο οποίος ανέφερε πως η μονάδα αυτή θα επεξεργάζεται περίπου 300.000 τόνους αποβλήτων ετησίως, χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη δευτερογενή καύσιμα (SRF/RDF) που έχουν υψηλή θερμική δύναμη. Όπως είχε αναφέρει και ο Πρόεδρος της ΔΕΗ κατά την παρουσίαση του σχεδίου στον ΑΗΣ Καρδιάς, η επένδυση των 300 εκατ. ευρώ, είναι κομβική για τη συνέχιση της τηλεθέρμανσης στην περιοχή, στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης μετά την απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων.
Ωστόσο, πολίτες, επιστημονικοί φορείς και περιβαλλοντικές οργανώσεις επισημαίνουν τον περιβαλλοντικό και υγειονομικό κίνδυνο που ελλοχεύει η καύση επεξεργασμένων απορριμμάτων, ιδίως όταν η επένδυση δεν συνοδεύεται από μια ευρύτερη στρατηγική για πρόληψη και ανακύκλωση.

WWF: Η Ελλάδα τιμωρεί την κοινωνία καίγοντας σκουπίδια
Ο υπεύθυνος Αποτυπώματος της WWF Ελλάς Αχιλλέας Πληθάρας, μιλώντας στον «Χ», τόνισε πως οι μονάδες καύσης απορριμμάτων έρχονται σε αντίθεση με την έννοια της κυκλικής οικονομίας και δεν βοηθούν την ανακύκλωση. «Τα αποτεφρωτήρια αυτά συμβάλλουν στην διόγκωση της κλιματικής κρίσης και επιβαρύνουν την υγεία των πολιτών σε τοπικό επίπεδο. Η περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας θα πρέπει να είναι διπλά και τριπλά θορυβημένη για την δημιουργία τέτοιου είδους επενδύσεων γιατί έχει πληρώσει το τίμημα της ενεργειακής ανάπτυξης της χώρας από την μονοκαλλιέργεια του λιγνίτη» ανέφερε χαρακτηριστικά και κάλεσε τους πολίτες να αναρωτηθούν γιατί η χωροθέτηση γίνεται σε περιοχές που είναι επιβαρυμμένες περιβαλλοντικά και όχι σε περιοχές «φιλέτα».
Ο ίδιος, έθεσε και ζητήματα διαφάνειας τονίζοντας πως «για ένα τόσο μεγάλης σημασίας ζήτημα όλα γίνονται στο σκοτάδι και αυτό δεν βοηθάει να γεννηθεί εμπιστοσύνη. «Δυστυχώς η Ελλάδα δεν έχει δείξει να ενδιαφέρεται για την ποιότητα του περιβάλλοντος και για την ποιότητα του αέρα και αυτό φαίνεται από τις προειδοποιητικές επιστολές της Κομισιόν προς την χώρα μας για κακή διαχείριση. Η Ελλάδα δεν έχει κάνει ουσιαστικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση και τιμωρεί την κοινωνία καίγοντας σκουπίδια» πρόσθεσε.
Η Ευρώπη δεν χρηματοδοτεί τέτοιες επενδύσεις
Ο Κανονισμός της ΕΕ για την Ταξινομία (Κανονισμός 2020/852) θέτει αυστηρούς όρους για το ποιες επενδύσεις μπορούν να χαρακτηριστούν «πράσινες». Σύμφωνα με ειδικούς, η καύση απορριμμάτων όπως το RDF ενδέχεται να θεωρείται δραστηριότητα με σημαντική περιβαλλοντική βλάβη, ιδίως εφόσον δεν προηγείται πρόληψη, διαλογή και ανακύκλωση.
Μάλιστα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και αρκετοί οργανισμοί βιωσιμότητας έχουν θέσει υπό αμφισβήτηση τη «βιωσιμότητα» αντίστοιχων πρακτικών, αποκλείοντάς τες από τα κριτήρια πράσινης χρηματοδότησης.
Η πρόσφατη αποκάλυψη στη Λωζάνη της Ελβετίας για εκτεταμένη ρύπανση του εδάφους με διοξίνες από εργοστάσιο καύσης απορριμμάτων έφερε στο προσκήνιο ένα κρίσιμο ερώτημα: Πώς αξιολογούνται τέτοιες εγκαταστάσεις σήμερα σε όρους βιωσιμότητας; Η απάντηση δίνεται εν μέρει μέσω του Κανονισμού της ΕΕ για την Ταξινομία.
Ο Κανονισμός 2020/852/ΕΕ δημιουργεί ένα σαφές πλαίσιο που καθορίζει ποιες οικονομικές δραστηριότητες θεωρούνται περιβαλλοντικά βιώσιμες. Ένας από τους έξι πυλώνες του είναι η προστασία από τη ρύπανση και η μετάβαση σε κυκλική οικονομία. Σε αυτό το πλαίσιο, τα εργοστάσια καύσης απορριμμάτων (waste-to-energy) αξιολογούνται με βάση αυστηρά κριτήρια:
- Πρέπει να μην προκαλούν σημαντική βλάβη στο περιβάλλον (αρχή Do No Significant Harm – DNSH).
- Οφείλουν να διαχειρίζονται μόνο το μη ανακυκλώσιμο κλάσμα των απορριμμάτων.
- Πρέπει να είναι ενεργειακά αποδοτικά, με τεχνολογίες ελέγχου ρύπων.
- Δεν πρέπει να λειτουργούν σε βάρος της ανακύκλωσης ή της μείωσης αποβλήτων.
Στην περίπτωση της Λωζάνης, η αδυναμία ελέγχου εκπομπών διοξινών και η έλλειψη τότε αυστηρών προδιαγραφών, οδήγησαν σε μόλυνση μιας έκτασης σχεδόν 20 τετραγωνικών χιλιομέτρων για πάνω από 60 χρόνια. Οι κάτοικοι σήμερα καλούνται να σταματήσουν την κατανάλωση λαχανικών από τους κήπους τους και να προστατεύσουν τα παιδιά τους από την επαφή με το έδαφος.
Αυτό το παράδειγμα υπογραμμίζει τη σημασία των σύγχρονων κανονισμών, όπως η Ταξινομία, που επιχειρούν να αποτρέψουν παρόμοια φαινόμενα στο μέλλον. Όμως ταυτόχρονα εγείρει το ερώτημα που θέτουν και οι ίδιοι οι Ελβετοί αξιωματούχοι: Πόσες ακόμη πόλεις στην Ευρώπη έχουν παρόμοια κρυμμένα προβλήματα από παλιά εργοστάσια αποτέφρωσης;
Η Ταξινομία δεν είναι απλώς ένα εργαλείο για επενδυτές. Είναι ένας πολιτικός και περιβαλλοντικός οδηγός που κρίνει ποιες υποδομές αξίζουν στήριξη στη νέα εποχή της βιώσιμης ανάπτυξης. Και αν οι σύγχρονες μονάδες καύσης απορριμμάτων θέλουν να ενταχθούν σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να αποδείξουν ότι προστατεύουν ανθρώπους και περιβάλλον και όχι ότι αφήνουν πίσω μια κληρονομιά αθέατης τοξικότητας.
Μέχρι τέλος του χρόνου η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την ΔΕΗ
Σύμφωνα πάντως με τα λεγόμενα του κ. Σουμελίδη, η ΔΕΗ προχωρά και σχεδιάζει το έργο στην Πτολεμαΐδα και εκτιμάται ότι μέχρι το τέλος του 2025 θα καταθέσει στο αρμόδιο υπουργείο την μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων που αφορά στην συγκεκριμένη μονάδα.
«Για το εργοστάσιο στη Δυτική Μακεδονία θα αξιοποιηθούν πλήρως όλες οι δυνατότητες που δίνει η τεχνολογία σήμερα, προκειμένου να μην υπάρξει ούτε υποψία εκπομπής αερίων που δεν προβλέπονται. Οι μονάδες αυτές είναι οι πλέον σύγχρονες και η νομοθεσία είναι τόσο αυστηρή που δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να λέμε απλά «καίνε σκουπίδια» γιατί δεν ισχύει. Πρόκειται για μονάδες με αυστηρά πρωτόκολλα ασφαλείας και διαδικασίες που θέτουν οι Ευρωπαϊκοί κανονισμοί και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να συγκρίνονται με μονάδες που κατασκευάστηκαν τον περασμένο αιώνα» αναφέρει στον «Χ» πηγή της ΔΕΗ.
Τι είναι το RDF και γιατί ανησυχεί ο κόσμος;
Το RDF (Refuse Derived Fuel) είναι ένα δευτερογενές καύσιμο που προκύπτει από την κατεργασία απορριμμάτων (πλαστικά, χαρτιά, ύφασμα, ξύλο, μη ανακυκλώσιμα υλικά με θερμική αξία) και δεν περιλαμβάνει τρόφιμα, μέταλλα ή γυαλί. Κατά την καύση του, εκλύονται ουσίες όπως διοξίνες, φουράνια, βαρέα μέταλλα και μικροσωματίδια, τα οποία –σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία– συνδέονται με σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία και το περιβάλλον μιας και εκφράζονται κίνδυνοι αποθάρρυνσης της ανακύκλωσης, αν η καύση RDF γίνει “εύκολη λύση”.
Για να θεωρείται το RDF βιώσιμη σύμφωνα με τον Κανονισμό της ΕΕ:
- Πρέπει να προέρχεται μόνο από μη ανακυκλώσιμα απόβλητα
- Να μην παρεμποδίζει την ιεράρχηση της διαχείρισης αποβλήτων
- Να γίνεται σε εγκαταστάσεις υψηλής απόδοσης και με αυστηρό περιβαλλοντικό έλεγχο
Η επόμενη μέρα στην Δυτική Μακεδονία
Η Δυτική Μακεδονία που βρίσκεται σε φάση απολιγνιτοποίησης, χρειάζεται μετάβαση στην βιωσιμότητα χωρίς άλλα περιβαλλοντικά ρίσκα. Ο κανονισμός για την Ταξινομία θα πρέπει να γίνει ρυθμιστικό εργαλείο και οδηγός που θα πρέπει να αξιοποιήσουν οι τοπικές αυτοδιοικήσεις (που ακόμη δεν έχουν τοποθετηθεί για το θέμα) και μαζί με την ΔΕΗ να «χτιστεί» σχέση εμπιστοσύνης και τήρησης των κανονισμών, προκειμένου η περιοχή να μην επαναλάβει τα λάθη του παρελθόντος καθώς και να δημιουργηθεί ένα διαφανές, δημόσιο πλαίσιο ελέγχου και ενημέρωσης των πολιτών για όλες τις δραστηριότητες που σχετίζονται με απόβλητα και καύσιμα.
Η ευκαιρία για βιώσιμη μετάβαση είναι μοναδική — και το μάθημα της Λωζάνης υπενθυμίζει ότι η πρόληψη είναι πάντα καλύτερη από την καθυστερημένη διαχείριση μιας περιβαλλοντικής κρίσης.
Η επόμενη μέρα της Δυτικής Μακεδονίας οφείλει να στηρίζεται σε πραγματικά βιώσιμες υποδομές, με προτεραιότητα τη δημόσια υγεία και τη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων.
Σωκράτης Μουτίδης xronos-kozanis.gr