Οι πλατείες της ζωής μας… Οι πλατείες που φιλοξενούν τα χρόνια και τα βήματά μας…
Πολύ συχνά κατέληγα να κόβω βόλτες στην παλιά πλατεία, ανάλογα με τη διάθεση, παρέα ή και μόνη –αν και, τις πιο ωραίες βόλτες, τις πιο απολαυστικές, τις κάνεις μόνος, χωρίς τίποτα να διακόπτει την ιερή στιγμή της μοναξιάς σου.
Ίσως από έλλειψη κάποιας γοητευτικής παραλίας ή κάποιας μεγάλης ωραίας ευθείας, τέλος πάντων, που να μπορείς να βαδίσεις και ν’ ακουμπήσεις επάνω της τις σκέψεις σου, ο πεζόδρομος αυτής της πόλης, έπαιζε πάντοτε αυτό το ρόλο, με τα επαναλαμβανόμενα πηγαινέλα στον στενό του χώρο.
Ακόμα πιο παλιά, θυμάμαι, παιδί, ατελείωτες βόλτες τ’ απογεύματα μ’ ένα σάντουιτς κι ένα γάλα κακάο στο χέρι. Ιδανικά απογεύματα ενός άλλου καιρού, ζωγράφιζα στα ακατάστατα χαρτιά του πατέρα μου, που τόσο ζεστά αγκάλιαζε η αταξία τους τις τρεμάμενες γραμμές της παιδικότητάς μου.
Αποκριά, υπό τους ήχους της Πανδώρας, με μαλλί της γριάς και κοκοράκι –αυτή η γεύση του μένει ακόμα ίδια στο στόμα- να στέκομαι στη γωνία του μπαλκονιού, χαζεύοντας το πέρα-δώθε του κόσμου κι ονειροπολώντας… βυθίζοντας τις σκέψεις μου στην υπέροχη αυταπάτη του ονείρου –από τότε παραδομένη στη γοητεία της.
Οι πρώτες μας εφηβικές βόλτες, στιγμιαία κοιτάγματα στον αέρα, κάτι σαν υποσχόμενη διασταύρωση των ματιών που σβήνει την επόμενη στιγμή, φιλικοί περίπατοι με αναλύσεις επί αναλύσεων για ό, τι μπορεί να βασανίζει τον φτωχό μας νου σε κάθε φάση της ύπαρξής μας.
Τα Χριστούγεννα μικρές νυχτερινές διαδρομές ανάμεσα στ’ αστραφτερά λαμπιόνια, κι άλλοτε πάλι κάνοντας κύκλους γιορτινούς, όλη η πόλη να ‘ναι ένας μεγάλος χορός. Εθνικές γιορτές και παρελάσεις, περιφορές Επιταφίων, συναυλίες, βραδινές παρέες στα πεζούλια, καφεδάκια και ραντεβού στο ρολόι… Κι ύστερα, οι πρώτες βόλτες του Μ. στην ίδια πλατεία, τα πρώτα παραπαίοντα βηματάκια του κι αργότερα τα κυνηγητά…
Ήχοι και μουσικές. Να διαβάζεις την πόλη μέσα από ήχους… Εικόνες και χρώματα. Να ακούς την πόλη μέσα από σκηνές της ζωής, της δικιάς σου ή των άλλων… Να πατάνε τα βήματά σου πάνω στα βήματα όσων περάσαν πριν από σένα, κι όσων θα ‘ρθουν μετά από σένα.
Δεν το κρύβω, η ανάμνηση της παλιάς πλατείας, και κυρίως η απώλειά της, μου αφήνει μια μελαγχολία. Αυτή η αλλοτινή ζεστασιά της, μου λείπει. Προχθές είπα να περπατήσω στην καινούρια πλατεία. Ήθελα να διαλέξω μια ώρα που είναι άδεια. Οι εκδηλώσεις της Αποκριάς έγιναν αφορμή για να κερδίσει αμέσως τη συμπάθεια όλων, ήθελα όμως να τη δω από πιο κοντά, να την εξερευνήσω κάπως, να την καταλάβω. Περνώ ανάμεσα από τους επιμελώς τοποθετημένους κυβόλιθους, συνειδητά αγνοώντας τα γκρίζα χρώματά της, πατώντας πάνω στα επιδαπέδια φώτα της που λάμπουν διακριτικά κάτω απ’ τα πόδια μου, παρατηρώ τις λεπτομέρειες στο μπετόν, στα υδάτινα κομμάτια της, το ωραίο στέγαστρο, τη σκάλα, τα παγκάκια που θα φιλοξενήσουν την καθημερινότητα των ηλικιωμένων, τις μεγάλες εντυπωσιακές επιφάνειές της, το μπαλκόνι που ανοίγεται πάνω της. Ναι, της λείπει κάπως το πράσινο, όμως η σύγχρονη αρχιτεκτονική λέει πως οι πλατείες δεν είναι πλέον χώροι πρασίνου, αλλά «χώροι ανοιχτοί». Συμφωνώ; Διαφωνώ; Αυτό είναι.
Είναι παράξενο είδος πλατείας. Σαν μια ωραία άγνωστη που εισβάλλει στη ζωή κάποιου, αινιγματική και συναρπαστική. Σαν την αυλαία ενός θεάτρου που πρόκειται ν’ ανεβάσει παραστάσεις με θέμα τη ζωή. Σκέφτομαι καμιά φορά ότι, ειδικά τα βράδια, είναι σαν να πέφτει μια μεγάλη βαριά κουρτίνα πάνω απ’ τους ομόκεντρους κύκλους της και κάποιος τη σηκώνει το πρωί.
Για κάποιο λόγο με τραβάει ο σχεδιασμός της. Οι λιτές γραμμές, τα σχηματικά τετράγωνα, οι γωνίες, οι κύκλοι της. Προσπαθώ να μπω στη φαντασία των αρχιτεκτόνων, που έπλασε μια πλατεία τόσο διαφορετική από την άλλη, τόσο διαφορετική από την αισθητική της υπόλοιπης πόλης, αλλά και τόσο κοντά στο καινούριο που ζητάει. Είναι μάλλον μια πλατεία που, παρά τις αντιφάσεις της, θα αγαπήσουμε. Όχι γιατί από συνήθεια αγαπάς ούτως ή άλλως κάτι, αλλά γιατί αυτή έχει κάτι. Υπάρχουν άνθρωποι και «αντικείμενα» που έχουν το χάρισμα αυτό. Αγαπιούνται εύκολα και πολύ. Σαν μια πλατεία, φρέσκια κι απάτητη, που ήρθε να φιλοξενήσει το μέλλον, τις χαρές μιας ολόκληρης πόλης ή και τις λύπες της -όλα μαζί πάνε έτσι κι αλλιώς. Σαν μια πλατεία που ήρθε να μπει για τα καλά στη ζωή μας κι εμείς για τα καλά τη δεχτήκαμε.
Περπατάω δίχως σκοπό, χωρίς να ψάχνω κάτι. Απλώς τριγυρνάω εδώ κι εκεί μαζεύοντας εικόνες. Διαβάζοντας τα μηνύματα που μου στέλνει ο καινούριος χώρος. Κάτι ξεφεύγει απ’ την προσωπική μου ανάγνωση. Είναι αυτό που θα φέρει ο χρόνος.
Μοιραστείτε την είδηση