«Μπαντ Λακ» σημαίνει κακή τύχη όχι όμως για τον Κοζανίτη συγγραφέα
«Είτε γράψε κάτι που αξίζει να διαβαστεί, είτε κάνε κάτι που αξίζει να γραφτεί» είπε ο Βενιαμίν Φραγκλίνος και αυτό φρόντισε να κάνει ο Κοζανίτης Ιωάννης Βαβίτσας, ο οποίος διαμένει τα τελευταία 16 χρόνια στην Αθήνα. Η έκδοση του πρώτου του βιβλίου με τίτλο «Μπαντ Λακ» (κακή τύχη) μόνο κακή δεν είναι για τον συγγραφέα, ο οποίος στην έρευνά που έκανε για να γράψει το μυθιστόρημά του βρήκε αρχεία για τον παππού του στον νησί “Ellis” εκεί που βρίσκεται το Άγαλμα της Ελευθερίας. Από το νησί αυτό από το 1892 μέχρι το 1954 πέρασαν περίπου 17 εκατομμύρια άνθρωποι πριν πατήσουν το πόδι τους στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μικρός το όνειρό του ήταν να γίνει ρεπόρτερ καθώς του άρεσε η έρευνα και η συγγραφή, στην πορεία όμως τον κέρδισε η φυσική την οποία και σπούδασε και αποτελεί σήμερα το επάγγελμά του. «Καθόμουν με τις ώρες και έγραφα άρθρα, έκανα αναλύσεις ποδοσφαιρικών αγώνων, ηχογραφούσα τον εαυτό μου σε εκπομπές πολιτικού περιεχομένου. Θυμάμαι χαρακτηριστικά στον πόλεμο του Κόλπου το 1990, είχα ηχογραφήσει μια συνέντευξη με έναν ξάδελφο μου, ο οποίος είχε τον ρόλο του Ανδρέα Παπανδρέου και εγώ του δημοσιογράφου» αναφέρει χαρακτηριστικά. Η πρώτη του ωστόσο συγγραφική προσπάθεια έγινε το 2013, όταν ένα διήγημα του με τίτλο “Ματωμένος Ματίς” διακρίθηκε στον πρώτο διαγωνισμό αστυνομικού διηγήματος της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας το 2013 και είχε εκδοθεί ένα συλλογικό έργο με τίτλο «15 σφαίρες αναζητούν θύματα».
Όσο περνούσαν τα χρόνια, λόγω σπουδών, δουλειάς και υποχρεώσεων δεν είχε πολύ ελεύθερο χρόνο για να γράφει. «Περίπου δέκα χρόνια πριν ξεκίνησα να γράφω αυτό το μυθιστόρημα το οποίο άλλαξε πολλές μορφές και πολλές φορές για να καταλήξει στο σημερινό βιβλίο» αναφέρει. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ιστορικό, καθώς αναφέρεται στην εποχή του 1920. Μέσα από μεγάλη έρευνα ο κ. Βαβίτσας προσπάθησε να βρει αρχεία και εφημερίδες της εποχής, ώστε να δει και να καταλάβει πως ζούσε ο κόσμος τότε. Το «Μπαντ Λακ» παρακολουθεί τη ζωή, τους έρωτες και τους δαίμονες του κεντρικού ήρωα του, ο οποίος από μια καραμπόλα ατυχών και τραγικών συμπτώσεων, βρέθηκε από τους παράνομους τεκέδες του Πειραιά το 1920, στην Αμερική της ποτοαπαγόρευσης και στο κυνήγι του Αμερικανικού ονείρου. Το «Μπαντ Λακ» είναι η πρώτη φράση που θα ακούσει και δεν θα την ξεχάσει ποτέ.
Η υπόθεση του βιβλίου
Όλα έγιναν τόσο γρήγορα στο γύρισμα του προηγούμενου αιώνα. Μια κηδεία, μια γνωριμία και ένας φόνος. Κάπου εκεί ανάμεσα και ο γάμος τους στην Καλλίπολη. Θα πάρει την απόφαση να φύγει. Ένα κακό συναπάντημα με τον ωκεανό και… «Μπαντ λακ» είναι η πρώτη φράση που θα ακούσει στη Νέα Υόρκη είκοσι μέρες μετά και δε θα την ξεχάσει ποτέ. Δύο γυναίκες θα συνδεθούν με τον ίδιο άνδρα, την ίδια στιγμή, σε δύο ηπείρους. Μέσα από ένα μπουκάλι μπέρμπον όμως, μπορεί και να ζυγίσει τα πράγματα λάθος. Σχεδιάζει την επιστροφή του.«Μπαντ λακ» θα του ψιθυρίσει ο Πίτερ στο αφτί.
Με αυτό του βιβλίο προσπάθησε να αποδώσει μέσα από την τραγική ιστορία του κεντρικού ήρωα του, την κατάρρευση του ιδεώδους του Αμερικανικού ονείρου. «Ενός ονείρου που οδήγησε χιλιάδες απελπισμένους ανθρώπους, στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, αλλά και ανθρώπους από κάθε γωνιά της Ευρώπης, στην αναζήτηση της γης της Επαγγελίας, στην Αμερική. «Που εν τέλει μόνο η γη της Επαγγελίας δεν αποδείχθηκε, ευτυχώς όμως όχι για όλους» τονίζει.
Επίσης ήθελε να τιμήσει με αυτόν τον τρόπο τη μνήμη του παππού του, Αχιλλέα Βαβίτσα που το 1905 ξεκίνησε από τη Δεσκάτη Γρεβενών, ως Τούρκος πολίτης καθώς η περιοχή μας ήταν ακόμη υπό Τουρκική κατοχή, για να καταλήξει στο «χωνευτήρι των πολιτισμών» ή «μεγάλο μήλο», τη Νέα Υόρκη.
Όπως λέει η συγγραφή ενός βιβλίου δεν είναι εύκολη υπόθεση, χρειάζεται να αφιερώσεις πολύ χρόνο και κόπο, κάνοντας έρευνα, ψάχνοντας και επαληθεύοντας στοιχεία. Απαιτεί πολλές θυσίες σε χρόνο και σε προσωπικές σχέσεις. «Το φωτογραφίζω σαν ένα μοναχικό σπορ. Έναν μαραθώνιο που ο συγγραφέας ζεί μόνος του. Μπορεί να τρέχει νύκτες, πρωινά, με ήλιο, με χιόνι, χειμώνα, καλοκαίρι και ποτέ μα ποτέ δεν είναι σίγουρος πότε και αν θα δεί την κορδέλα του τερματισμού» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος μέσα από την έρευνα που έκανε για το βιβλίο του, βρήκε αρχεία για τον παππού του, όταν είχε φτάσει στο Ellis Island (το νησί που βρίσκεται το Άγαλμα της Ελευθερίας) όπου ήταν το νησί το οποίο υποδέχονταν τους μετανάστες από όλο τον κόσμο και εξετάζονταν τα πολιτικά τους φρονίματα, την κατάσταση της υγείας τους, την καταγωγή τους, την οικονομική τους δυνατότητα κ.α. «Μέσα από την έρευνα μου, είδα πως πάρα πολλοί από αυτούς, επέστρεφαν πάλι πίσω μετά από 30 μέρες καθώς δεν γίνονταν δεκτοί από το Αμερικανικό κράτος. Εκεί βρήκα την καρτέλα του παππού μου όπου ήταν δηλωμένος ως Τούρκος πολίτης και κάτοικος Μακεδονίας» αναφέρει.
Θα ήθελε να συνεχίσει τη συγγραφή, αλλά ο χρόνος του είναι πολύ περιορισμένος καθώς πέραν της δουλειάς και των καθημερινών υποχρεώσεων αυτή τη στιγμή μεγαλώνει παρέα με τη γυναίκα του, την ενάμιση έτους κόρη του, τον γάτο και τον σκύλο του. «Είμαι ικανοποιημένος με το αποτέλεσμα και πολύ χαρούμενος καθώς βλέπω τους κόπους κάποιων ετών, να παίρνουν σάρκα και οστά» τονίζει.
Ο κ. Βαβίτσας μαζί με μια ομάδα τριών ανθρώπων, έχουν δημιουργήσει μια εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα, όπου καταγράφουν τα αδέσποτα σκυλιά σε όλη την ελληνική επικράτεια, με απώτερο σκοπό την οριστική απομάκρυνση τους από τον δρόμο. Η εφαρμογή λέγεται «Spot A Stray» και διατίθεται δωρεάν για android και ios. Επίσης έχει έρθει σε επαφή με τη φιλοζωϊκή Πτολεμαΐδας, ώστε να μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν την εφαρμογή. Ενώ τώρα έρχονται σε επαφή με Δήμους ανά την Ελλάδα, παρουσιάζοντας τους την εφαρμογή. «Ο χρήστης μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε, αλλά αυτοί οι οποίοι τους αφορά άμεσα το θέμα των αδέσποτων, είναι οι Δήμοι, ώστε να ξέρουν ποια και πόσα αδέσποτα υπάρχουν, γιατί αυτό κάνει η εφαρμογή, σου δείχνει στον χάρτη πόσα αδέσποτα υπάρχουν και που βρίσκονται» τονίζει.
Spot A Stray mobile app: https://linktr.ee/spotastray
Θένια Βασιλειάδου www.xronos-kozanis.gr