Μαρία Βαρδάκα: «Το θέατρο στην περιφέρεια χρειάζεται θεσμική και οικονομική στήριξη»

9 Min Read

Συνέντευξη της Κοζανίτισσας σκηνοθέτριας στο «Χ»

Με αφορμή την παράσταση «Οικογένεια Νώε», η οποία ανεβαίνει αύριο το μεσημέρι στην παιδική σκηνή του ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης, βρεθήκαμε με τη σκηνοθέτρια Μαρία Βαρδάκα. Γεννημένη και μεγαλωμένη στην Κοζάνη, η κ. Βαρδάκα διατηρεί ισχυρούς δεσμούς με την πόλη της, τρέφοντας μεγάλη αγάπη για αυτήν.

Η ίδια ανέφερε πως η Κοζάνη – μια πόλη με έντονο στίγμα, ωστόσο μακριά από την Αθήνα και απομονωμένη για πολλά χρόνια – πέρασε δύσκολες φάσεις, ειδικά πριν την έλευση της ΔΕΗ. Η ίδια, κρατά ζωντανή την κοζανίτικη ταυτότητα της, την οποία προβάλλει πολύ και στην Αθήνα όπου διαμένει, ενώ συνεχίζουν να την απασχολούν τα προβλήματα της πατρίδας της παρόλο που ζει και εργάζεται μακριά της. «Η αλήθεια είναι ότι πέρασα μια φάση ως νέα που ήθελα πολύ να φύγω από την πόλη. Όμως, ωριμάζοντας, η Κοζανίτικη ταυτότητά μου, το γεγονός ότι κατάγομαι από την Κοζάνη, από έναν τόπο με πολύ έντονο στίγμα, με κάνει περήφανη και είναι ένα στοιχείο που προβάλλω πάρα πολύ και στην Αθήνα πια. Μιλάω κοζανίτικα, που δεν μιλούσα ποτέ, μιλάω για τα κοζανίτικα ήθη και έθιμα, ενώ συνεχίζει να με απασχολεί ο τόπος μου και τα προβλήματά του.  Όπως με ενδιαφέρει το σύνολο της χώρας μου, το ίδιο με ενδιαφέρει και η ιδιαίτερη πατρίδα μου, παρόλο που ζω και εργάζομαι μακριά της. Τα χαρακτηριστικά που φέρω ως Κοζανίτισσα είναι ανεξίτηλα. Όσο και να προσπάθησα να το αποβάλλω στο παρελθόν, ήταν λάθος. Είναι λάθος να προσπαθείς να απαλλαγείς από κάτι που είναι τόσο έντονο μέσα σου. Όταν το αγαπήσεις και το αγκαλιάσεις, είναι πολύ καλύτερα. Βρίσκομαι στην καλύτερη δυνατή σχέση με την πόλη μας, σε μια σχέση ωριμότητας, καταλαβαίνοντας τι μου έχει δώσει, τι είναι αυτό που μπορεί να μου δώσει και τι μπορώ εγώ πια να ανταποδώσω». 

Η συνεργασία της με το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης είναι εξαιρετική από την αρχή της λειτουργίας του. Η κ. Βαρδάκα έχει συνεργαστεί με όλους τους Καλλιτεχνικούς Διευθυντές του οργανισμού, από τη Νανά Νικολάου, δουλεύοντας ως βοηθός σκηνοθέτη σε παραστάσεις, μέχρι τον αείμνηστο Γιάννη Καραχισαρίδη, ο οποίος ήταν ο πρώτος που της έδωσε το βήμα να σκηνοθετήσει και την εμπιστεύτηκε στα πρώτα της βήματα. Σήμερα συνεργάζεται με τον νυν Καλλιτεχνικό Διευθυντή, Στέλιο Χλιαρά. Η ίδια δηλώνει πολύ περήφανη που η Κοζάνη έχει Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο, ενώ τόνισε πως έχει πολύ μεγάλη σημασία η θεατρική ανάπτυξη στην περιφέρεια.  «Όταν τελείωσα τις σπουδές μου στο Τμήμα Θεάτρου της Θεσσαλονίκης γύρισα στην πόλη μου γιατί υπήρχε ένας επαγγελματικός οργανισμός που μπορούσε να με βοηθήσει στα πρώτα μου βήματα. Που μπορούσε να μου δώσει και να του δώσω. Να αναπτύξουμε μια ουσιαστική σχέση αλληλεπίδρασης που θα τους βοηθούσε όλους και κατά βάση θα προσέφερε στην κοινότητα». Ζώντας σε ένα αθηνοκεντρικό κράτος, ιδιαίτερα στον τομέα της τέχνης, η κ. Βαρδάκα τονίζει την ανάγκη για τη στήριξη του πολιτισμού και στην περιφέρεια: «Συμβαίνουν δυστυχώς όλα στην Αθήνα, με την περιφέρεια να μένει εγκλωβισμένη στο τηλεοπτικό προϊόν και να στερείται τη χαρά, τη δύναμη και τη διαλεκτική του θεάτρου».

Η ίδια πιστεύει πως η Κοζάνη έχει τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε έναν σημαντικό πολιτιστικό κόμβο, καθώς όπως ανέφερε η ίδια, διαθέτει ανθρώπους που θέλουν και μπορούν να το κάνουν, ωστόσο, αυτό που χρειάζεται είναι να το πιστέψουν πραγματικά οι θεσμοί και να το στηρίξουν. «Για να μπορέσει να αναπτυχθεί ο πολιτισμός χρειάζονται υποδομές και ανθρώπους που να τις ενεργοποιήσουν. Αυτό προϋποθέτει χρήματα. Για να λειτουργήσει το θέατρο στην περιφέρεια χρειάζεται θεσμική και οικονομική στήριξη».

Αναφερόμενη στο ρόλο του ΔΗΠΕΘΕ στην τοπική κοινωνία, η σκηνοθέτρια υπογραμμίζει ότι πέρα από τη δική της προσωπική χαρά να συνεργάζεται με ανθρώπους που γνωρίζει, είναι εξαιρετικά σημαντικό για την πόλη να υπάρχει αυτή η καλλιτεχνική αλληλεπίδραση με το κοινό. «Η τριβή του κοινού με αυτό το πολύ σημαντικό είδος τέχνης το βοηθάει σε όλα τα επίπεδα, ψυχικά, πνευματικά, αλλά και ψυχαγωγικά. Δευτερευόντως, βοηθάει και αυτούς που θα ήθελαν να ασχοληθούν με το θέατρο, δίνοντάς τους την ευκαιρία να καταλάβουν πως το θέατρο δεν είναι κάτι μακρινό και άπιαστο, αλλά είναι εδώ, δίπλα τους. Είναι κάτι που μπορεί να μας αγκαλιάσει όλους. Είμαι πολύ χαρούμενη που ένα παιδί από την πόλη μας που είδε την παράσταση μου στο ΔΗΠΕΘΕ το 2010, όταν ήταν 12 ετών, η Γεωργία Αλεξανδρίδη, αυτή τη στιγμή είναι συνεργάτις μου».

Όσον αφορά την πορεία της, η κ. Βαρδάκα ξεχωρίζει δύο ανθρώπους που της έδωσαν τις βάσεις για να γίνει η σκηνοθέτρια που είναι σήμερα. Ο πρώτος είναι ο Δημήτρης Μαυρίκιος, δάσκαλος της, μεταφραστής και ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες σκηνοθέτες. «Είχα την πολύ μεγάλη χαρά να είμαι μαθήτρια του και κατόπιν συνεργάτις του. Κάναμε πολύ όμορφα πράγματα με το Δημήτρη αλλά το πιο σημαντικό είναι ο τρόπος του, η σκέψη του, η πνευματικότητα του, το πάθος του για το θέατρο και η αγάπη του για τους μαθητές του, που ήταν αυτά που πέρασαν σε εμένα και με στιγμάτισαν». Ο δεύτερος είναι ο Τώνης Λυκουρέσης, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες σκηνοθέτες του νεότερου ελληνικού κινηματογράφου, τον οποίο χαρακτήρισε ως «σύντροφο ζωής» και έναν άνθρωπο με τον οποίο επίσης έκαναν πολλές δουλειές μαζί. «Ο Τώνης πίστεψε πολύ σε εμένα και μου έδωσε σε μια πολύ νεαρή ηλικία χώρο για να πιστέψω και η ίδια στον εαυτό μου και να προχωρήσω». Όπως τόνισε, είχε την τύχη να κάνει όμορφες συνεργασίες που να μην την ταλαιπωρήσουν ψυχικά και της έχουν αφήσει μόνο όμορφες εμπειρίες και αναμνήσεις. 

Η ίδια είναι από τους ανθρώπους που πιστεύουν ότι το θέατρο στην Ελλάδα είναι σε καλό επίπεδο, παρά τις δυσκολίες και την έλλειψη χρηματοδότησης. «Παρά την έλλειψη ουσιαστικής χρηματοδότησης, με την αυτοθυσία των καλλιτεχνών τα πράγματα πηγαίνουν καλά. Αν το θέατρο στην Ελλάδα είχε τη στήριξη που έχει σε προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες, νομίζω ότι θα μπορούσαμε να παράγουμε πρωτότυπο έργο και να ακολουθούν οι άλλοι εμάς και όχι εμείς αυτούς». Θεωρεί επίσης ότι το θέατρο στην Ελλάδα ακολουθεί δυναμικά τις σύγχρονες τάσεις σε τομείς όπως η σκηνοθεσία, η υποκριτική, η δραματουργία, η αισθητική και η τεχνολογία. Παρά τη μεγάλη διαφορά που παρατηρεί στην Αθήνα σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα, η κ. Βαρδάκα τονίζει πως η ουσιαστική ανάγκη είναι η ενίσχυση των καλλιτεχνών και η στήριξη από τους θεσμούς.

«Φεύγοντας από την Αθήνα και πηγαίνοντας σε οποιαδήποτε άλλη πόλη, ακόμα κι αν αυτή έχει ΔΗΠΕΘΕ, νιώθεις ότι αλλάζεις χώρα. Νομίζω ότι υπάρχει ακόμα δρόμος συνολικά για τη χώρα στον θεατρικό τομέα. Στην Αθήνα, τα πράγματα χρειάζονται επιπλέον ενίσχυση, αλλά έχουμε κάτι πολύ σημαντικό: έχουμε καλλιτέχνες παθιασμένους με αυτό που κάνουν. Αν τους δοθεί περισσότερη στήριξη, νομίζω ότι θα τα πάμε ακόμα καλύτερα».

Τέλος, η προσωπική της φιλοδοξία και όνειρο της είναι να μπορεί να συνεχίσει να εργάζεται στο θέατρο σε αξιοπρεπείς συνθήκες, κάνοντας όμορφες συνεργασίες με ανθρώπους που έχουν κοινό τρόπο αντίληψης για τη δουλειά και τον κόσμο. «Αυτό που θέλω είναι να μπορώ να κάνω τη δουλειά μου με τους συνεργάτες μου, σε αξιοπρεπείς συνθήκες και με αξιοπρεπείς αμοιβές˙ να μπορώ να κάνω τη δουλειά μου με αγάπη, εμπιστοσύνη και ηρεμία, χωρίς πατριαρχικά ή εξουσιαστικά σύνδρομα και απειλές, και να δημιουργούμε παραστάσεις με ουσία, που να συνομιλούν με την κοινωνία˙ να έχω τον τρόπο και το χρόνο να καταθέτω τη σκέψη μου και την ανησυχία μου, να την τοποθετώ επί σκηνής για να συνδιαλέγομαι με τους συμπολίτες μου για θέματα που μας απασχολούν ή που μας κάνουν να χαιρόμαστε». 

Θένια Βασιλειάδουwww.xronos-kozanis.gr

Μοιραστείτε την είδηση