πηγή: Εργοληπτικόν Βήμα Νο_123 της ΠΕΣΕΔΕ
Πλήρως αντίθετος ο Πάρις Κουκουλόπουλος, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του Κινήματος Αλλαγής, με την επιτάχυνση της απολιγνιτοποίησης που σημειώνει ότι απομακρύνει τη χώρα από το ευρωπαϊκό πλαίσιο και παραδίδει την ενέργεια σε ντόπια και ξένα μεταπρατικά συμφέροντα.
Στα μεγάλα κενά και προβλήματα του σχεδίου δίκαιης μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών αναφέρεται ο Πάρις Κουκουλόπουλος μιλώντας στο Εργοληπτικόν Βήμα τονίζοντας πως ο λιγνίτης πρέπει να δώσει εξολοκλήρου τη θέση του στις ΑΠΕ με αυστηρή τήρηση του κοινού χρονοδιαγράμματος της ΕΕ, χωρίς ενδιάμεσες λύσεις που οδηγούν σε μεγαλύτερη ενεργειακή εξάρτηση. Όπως σημειώνει η χώρα για την επόμενη 20ετία θα εξαρτάται στην ηλεκτροπαραγωγή από εισαγόμενο και ρυπογόνο φυσικό αέριο χωρίς να υπάρχει ένα σχέδιο για μετάβαση της χώρας σε πιο οικολογικές μεταφορές όπως γίνεται στην ΕΕ, με επενδύσεις σε ΑΠΕ χωρίς κέρδος για την τοπική κοινωνία και με περιορισμένους πόρους για τη δίκαιη μετάβαση με βάση το σχέδιο που επέλεξε η κυβέρνηση. Αξιολογώντας το πρόγραμμα της κυβέρνησης για την απολιγνιτοποίηση ο κ. Κουκουλόπουλος καταλήγει σε δύο συμπεράσματα: ότι ο σχεδιασμός της επόμενης μέρας πρέπει να περάσει άμεσα στους δυο βαθμούς αυτοδιοίκησης που συστηματικά αγνοούνται μέχρι σήμερα και ότι ειδικά η Δυτική Μακεδονία χρειάζεται κατεπείγουσες λύσεις συγκράτησης του πληθυσμού προκειμένου να έχει μέλλον. Αναφερόμενος στη ΔΕΗ ο κ. Κουκουλόπουλος σημειώνει ότι η αποκοπή της από τα δίκτυα μεταφοράς πρόκειται για στρατηγικό λάθος καθώς στο νέο περιβάλλον αποτελούν βασικό μοχλό υποστήριξης της ενεργειακής δημοκρατίας και υποστηρίζει την ανάγκη εισόδου ενός στρατηγικού επενδυτή υψηλών προδιαγραφών που θα της επιτρέψει απρόσκοπτα να υλοποιήσει φιλόδοξα σχέδια χρήσιμα για τον τόπο. Όπως σημειώνει πρόκειται για επιβεβλημένη αλλαγή που αναβάλλεται εδώ και πολλά χρόνια γιατί θίγει κατεστημένα μεταπρατικά συμφέροντα ντόπια και ξένα.
Η πολιτική στόχευση της ελληνικής κυβέρνησης είναι η επιτάχυνση της απολιγνιτοποίησης της χώρας. Ποια είναι η άποψη του δικού σας πολιτικού χώρου για το θέμα της απολιγνιτοποίησης;
Η Ελλάδα επιβάλλεται να πρωταγωνιστήσει στην υπόθεση της Κλιματικής Αλλαγής υιοθετώντας ένα σχέδιο κοινωνικοοικονομικού μετασχηματισμού ιστορικών διαστάσεων.
Περί αυτού πρόκειται εάν θέλουμε να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους και εκεί πρέπει να στοχεύσουμε για να ζήσουμε σε μια χώρα η οποία:
- ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ενεργειακά
- ΞΟΔΕΥΕΙ λιγότερη ενέργεια και αυτή που χρειάζεται την παράγει από τον ήλιο, τον αέρα, τη γεωθερμία, τη βιομάζα και γιατί όχι από τα θαλάσσια κύματα
- ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΣΟΒΑΡΟ και σύγχρονο σιδηροδρομικό δίκτυο με ηλεκτροκίνηση και αξιόπιστα μέσα μαζικής μεταφοράς
- ΕΧΕΙ ΔΙΑΚΡΙΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ στις αλυσίδες παραγωγής ηλεκτροκίνητων οχημάτων και συστημάτων ΑΠΕ.
Κυρίως όμως μια χώρα πρότυπο ενεργειακής δημοκρατίας με πρωταγωνιστές τους πολίτες αυτοπαραγωγούς και τις ενεργειακές κοινότητες αντί των ολιγαρχών της ενέργειας. Αυτή είναι πολύ συνοπτικά η οπτική μας στο ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής για την ενέργεια από την οποία προκύπτει και η θέση μας για την απολιγνιτοποίηση.
Ο λιγνίτης πρέπει να δώσει εξολοκλήρου τη θέση του στις ΑΠΕ με αυστηρή τήρηση του κοινού χρονοδιαγράμματος της ΕΕ, χωρίς ενδιάμεσες λύσεις που οδηγούν σε μεγαλύτερη ενεργειακή εξάρτηση.
Η επιτάχυνση της απολιγνιτοποίησης από τον ίδιο τον πρωθυπουργό κέρδισε αρχικά τις εντυπώσεις, καθώς χαρακτηρίστηκε τολμηρή και συμβατή με την εξέλιξη. Εξαρχής υπήρχαν γκρίζες ζώνες στην υπόθεση αυτή, πρώτα από όλα πολιτικές, αφού ο κ Μητσοτάκης προεκλογικά έλεγε άλλα. Η σοβαρότερη επιφύλαξη αφορούσε το ρίσκο που αναλαμβάνει η χώρα υιοθετώντας χρονοδιάγραμμα εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου αφού εκεί η απανθρακοποίηση τοποθετείται 10-15 χρόνια αργότερα. Σήμερα, 18 μήνες μετά, έχουμε επαρκή δεδομένα προκειμένου να αξιολογήσουμε την πρωτοβουλία του πρωθυπουργού με νηφαλιότητα.
Η ΕΛΛΑΔΑ τα επόμενα τουλάχιστον 20 χρόνια θα εξαρτάται στην ηλεκτροπαραγωγή από εισαγόμενο και ρυπογόνο Φυσικό Αέριο. Δεν πρόκειται δηλαδή για απολιγνιτοποίηση, αλλά για «αεριοποίηση» με συνέπειες τη ρύπανση και την εξάρτηση.
Η ΕΕ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΗ ΒΡΕΤΑΝΙΑ ανακήρυξαν το 2021 έτος σιδηροδρόμου προωθώντας επαναστατικές αλλαγές υπέρ του πλέον οικολογικού μέσου μεταφοράς. Η Ελλάδα απουσιάζει από την κοινή προσπάθεια κινούμενη σε αντίθετη κατεύθυνση όταν και στο πολυδιαφημισμένο πακέτο των 72 δις ευρώ, σιδηρόδρομος δεν υπάρχει.
Η ΕΜΠΡΟΣΘΟΒΑΡΗΣ απολιγνιτοποίηση της χώρας δεν δικαιώθηκε από την ΕΕ καθώς οι πόροι για τη δίκαιη μετάβαση περιορίστηκαν δραστικά (Ιούλιος 2020). Αντίθετα η επιμονή της Πολωνίας στα εγχώρια καύσιμα επιβραβεύτηκε με σοβαρά οικονομικά οφέλη για τη δική της απανθρακοποίηση (Δεκέμβριος 2020).
Η ΕΠΙΒΕΒΛΗΜΕΝΗ ανάπτυξη των ΑΠΕ προωθείται ερήμην των τοπικών κοινωνιών και χωρίς καμία μέριμνα αναβάθμισης του δικτύου μεταφοράς. Η άναρχη χωροθέτηση με μοναδικό κριτήριο τη δυνατότητα σύνδεσης με το δίκτυο και ορατά οφέλη μόνο για τους «επενδυτές», προκαλεί αντιδράσεις και γρήγορα θα σκοντάψει εκτρέποντας τη χώρα από τους κοινούς ευρωπαϊκούς στόχους.
Η ΔΙΚΑΙΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ των λιγνιτοφόρων περιοχών εξελίσσεται σε νεοελληνική τραγωδία καθώς το μόνο κυβερνητικό σχέδιο είναι η μετατροπή τους σε πρίζα για ΦΒ κάτι που ισοδυναμεί με την ερημοποίηση τους.
Με δυο λόγια η επιτάχυνση της απολιγνιτοποίησης αποδεικνύεται ένας Μητσοτακικός νεολογισμός πίσω από τον οποίο προσπαθεί να κρυφτεί η συστηματική, προκλητική και αναιτιολόγητη απόκλιση από το ευρωπαϊκό πλαίσιο και η παράδοση της ενέργειας σε ντόπια και ξένα μεταπρατικά συμφέροντα.
Ποιες είναι οι καταλληλότερες πολιτικές αντιμετώπισης της μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών στη νέα χωρίς λιγνίτη εποχή;
Στο ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής έχουμε διαμορφώσει μια συγκροτημένη πρόταση για τις περιοχές μετάβασης με έμφαση σε νευραλγικές υποδομές, στη ριζική αναβάθμιση του Πανεπιστημίου, στη δυναμική ανάπτυξη του αγροτοδιατροφικού τομέα και του τουρισμού, στην ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, στην εξωστρέφεια, την καινοτομία και την ενεργειακή δημοκρατία. Είναι μια ολοκληρωμένη πρόταση με συγκεκριμένη χρηματοδότηση, ωστόσο εστιάζοντας στη Δυτική Μακεδονία και υπηρετώντας την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, οφείλουμε να θέσουμε τρία κρίσιμα ζητήματα που προηγούνται οποιασδήποτε πρότασης.
- Η περιοχή βρίσκεται ήδη σε κατάρρευση όπως πιστοποιούν τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, καθώς την περίοδο 2015-18 η ΠΕ Κοζάνης σημείωσε αθροιστικά ύφεση -20,6% και η Φλώρινα -19,8%. Η αιτία βρίσκεται στη μείωση της λιγνιτικής παραγωγής στο 1/2 από το 2015 και η βίαιη απολιγνιτοποίηση προκαλεί πλέον υφεσιακό τσουνάμι.
- Η φέρουσα ικανότητα των μηχανισμών του Κράτους που σχετίζονται με την ανάπτυξη είναι δεδομένη και είναι πολύ χαμηλή. Αυτό έχει τεράστια επίπτωση στο χρόνο ωρίμανσης και υλοποίησης όλων των αναπτυξιακών προτάσεων που κατατίθενται. Μέχρι το 2023, όπου έχει ορισθεί πρακτικά το τέλος του λιγνίτη, τίποτα δεν θα έχει ξεκινήσει να υλοποιείται με ολέθριες συνέπειες στον παράγοντα ανθρώπινο δυναμικό.
- Το μόνο σχέδιο που εφαρμόζεται με συνέπεια είναι η μετατροπή της περιοχής σε πρίζα για ΦΒ. Περισσότερα από 100.000 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης και βοσκοτόπων σχεδιάζεται να καλυφθούν από ΦΒ στον ενεργειακό άξονα με μηδαμινή συμβολή στην απασχόληση, αλλά σημαντικά κέρδη για συμφέροντα ξένα με την περιοχή.
Δυο συμπεράσματα είναι σαφή από τις πιο πάνω επισημάνσεις. Το πρώτο είναι ότι ο σχεδιασμός της επόμενης μέρας πρέπει να περάσει άμεσα στους δυο βαθμούς αυτοδιοίκησης που συστηματικά αγνοούνται μέχρι σήμερα. Το δεύτερο είναι ότι η περιοχή χρειάζεται κατεπείγουσες λύσεις συγκράτησης του πληθυσμού προκειμένου να έχει μέλλον. Εδώ η μόνη ρεαλιστική πρόταση είναι αυτή που κατέθεσε έγκαιρα το ΠΑΣΟΚ- Κίνημα Αλλαγής και δεν είναι άλλη από την ανάδειξη της Δυτικής Μακεδονίας σε προπύργιο ενεργειακής δημοκρατίας. Η εφαρμογή προγραμμάτων εξοικονόμησης και ενεργειακής αυτονόμησης στα 80.000 κτήρια της περιφέρειας τα επόμενα 5-10 χρόνια μπορεί να ξεκινήσει άμεσα χωρίς χρόνους αναμονής. Με την ισχυρή μόχλευση που τη χαρακτηρίζει μπορεί να κρατήσει όρθια την περιοχή δίνοντας της τον απαραίτητο χρόνο σχεδιασμού και υλοποίησης έργων για την επόμενη μέρα. Παράλληλα βελτιώνει το εισόδημα όλων των κατοίκων και αναβαθμίζει το ενεργειακό brand name της περιοχής που μπορεί να γίνει πανευρωπαϊκό πρότυπο περιφέρειας αυτόνομης ενεργειακά χωρίς ενδιάμεσους. Είναι η εμβληματική μας πρόταση καθώς δείχνει το δρόμο στην αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής, απαντώντας εξίσου πειστικά και στην άλλη μεγάλη πρόκληση της εποχής που είναι οι πρωτοφανείς ανισότητες.
Ποιος θα πρέπει να είναι ο ρόλος της ΔΕΗ στο διαμορφούμενο ενεργειακό πεδίο; Ποιο θεωρείται ως το πιο κατάλληλο σχέδιο για την Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού στη νέα χωρίς λιγνίτη εποχή;
Η ΔΕΗ πρέπει να έχει ρόλο πρωταγωνιστικό στο νέο ενεργειακό τοπίο με δεσπόζουσα θέση στις μεγάλες εγκαταστάσεις ΑΠΕ προκειμένου να συγκρατηθεί η τιμή της KWh σε λογικά επίπεδα. Ανάλογη πρέπει να είναι η παρουσία της ΔΕΗ στην ψηφιακή πραγματικότητα με έξυπνους μετρητές σήμερα και φορτιστές ηλεκτροκίνησης σε κάθε σπίτι αύριο. Θεωρώ στρατηγικό λάθος την αποκοπή της ΔΕΗ από τα δίκτυα μεταφοράς καθώς στο νέο περιβάλλον αποτελούν βασικό μοχλό υποστήριξης της ενεργειακής δημοκρατίας. Σε κάθε περίπτωση εξακολουθώ να πιστεύω ότι η μεγάλη αλλαγή στη ΔΕΗ είναι η είσοδος στρατηγικού επενδυτή υψηλών προδιαγραφών που θα της επιτρέψει απρόσκοπτα να υλοποιήσει φιλόδοξα σχέδια χρήσιμα για τον τόπο. Πρόκειται για επιβεβλημένη αλλαγή που αναβάλλεται εδώ και πολλά χρόνια γιατί θίγει κατεστημένα μεταπρατικά συμφέροντα ντόπια και ξένα.
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η απολιγνιτοποίηση θα θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας, αυξάνοντας παράλληλα την εξάρτηση της Ελλάδας από γειτονικές χώρες για εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας. Ποια είναι η δική σας άποψη;
Το πρώτο σκέλος του ερωτήματος απαντήθηκε ήδη στην αρχή και είναι σαφές ότι οι κυβερνητικές επιλογές οδηγούν σε ενεργειακή εξάρτηση με ο,τι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλεια εφοδιασμού. Η διασύνδεση μας με τρίτες χώρες είναι άλλης τάξης ζήτημα γιατί ουσιαστικά βοηθάει τον ανταγωνισμό και τελικά τη συγκράτηση της τιμής της KWh. Με αυτό το κριτήριο υπάρχει κενό στη διασύνδεση μας με τρίτες χώρες που επιβάλλεται να καλυφθεί τα επόμενα χρόνια. Το πραγματικό ζήτημα κατά συνέπεια για τη χώρα είναι να εξασφαλίσει την υπερκάλυψη των αναγκών της σε ΗΕ με ανταγωνιστικές τιμές. Στην επίτευξη αυτού του στόχου συμβάλουν καθοριστικά ο δημόσιος χαρακτήρας της ΔΕΗ με παράλληλη είσοδο στρατηγικού επενδυτή και η ενεργειακή δημοκρατία.
Πολλοί αναφέρουν ότι επενδύσεις όπως τα φωτοβολταϊκά ή, π.χ., η ηλεκτροκίνηση κτλ. δεν δημιουργούν εγχώριες αλυσίδες αξίας. Ποια είναι η δική σας θέση για τις ΑΠΕ και με ποιους τρόπους πιστεύετε ότι πρέπει να ενσωματωθούν στον ενεργειακό χώρο;
Όπως ήδη σημειώθηκε η διακριτή συμμετοχή της χώρας στις αλυσίδες παραγωγής συστημάτων ΑΠΕ και ηλεκτροκίνησης είναι επιβεβλημένη και γίνεται εφικτή αν ξεκινήσουμε επενδύοντας σοβαρά στην έρευνα. Η χώρα μας είναι ένα ζωντανό εργαστήρι όπου συναντούμε όλες τις γνωστές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και αυτή είναι η αφετηρία μας, όχι οι εξαγωγικές ανάγκες άλλων χωρών. Κάτι ανάλογο έγινε τη δεκαετία του ´80 με το ΚΑΠΕ και τους ηλιακούς θερμοσίφωνες από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με τον Ανδρέα Παπανδρέου και είχε εντυπωσιακά αποτελέσματα. Η βασική επιλογή που ανεβάζει κατακόρυφα τις εγχώριες αλυσίδες αξίας είναι αναμφίβολα η ενεργειακή δημοκρατία και αρκούν δυο παραδείγματα. Η ενεργειακή αναβάθμιση του κτηριακού αποθέματος της χώρας με πιλότο όπως σημειώθηκε πιο πάνω τις περιοχές μετάβασης κινητοποιεί δεκάδες κλάδους και την εγχώρια βιομηχανία. Κάτι αντίστοιχο σηματοδοτεί η σχεδιασμένη στήριξη των αγροτών ώστε να καλύπτουν με αυτοπαραγωγή το μεγαλύτερο μέρος των ενεργειακών τους αναγκών με προφανή οφέλη στο εισόδημα τους και στο ισοζύγιο της χώρας στο διατροφικό τομέα που σήμερα είναι ελλειμματικό. Η συμμετοχή της κοινωνίας στην ενεργειακή μετάβαση που ξεκίνησε εξασφαλίζει την επίτευξη των στόχων και πολλαπλασιάζει τα οφέλη για την πατρίδα και τους πολίτες της. Η πρόκληση όπως σημείωσα στην αρχή είναι ιστορικών διαστάσεων για να την αγνοήσουμε.