Η αύξηση του κατώτατου μισθού συμπαρασύρει προς τα πάνω μια σειρά από επιδόματα, με πρώτο και κύριο το επίδομα ανεργίας, δήλωσε ο υπουργός Εργασίας, σε συνέχεια της ανακοίνωσης του πρωθυπουργού για την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 780 ευρώ.
«Είναι μια αύξηση σημαντική και δίκαια, που λαμβάνει υπόψη αφενός το χρέος για στήριξη των εργαζόμενων ιδιαίτερα σε συνθήκες αυξημένου εισαγόμενου πληθωρισμού και αφετέρου τις αντοχές των επιχειρήσεων». Αυτό επεσήμανε ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστής Χατζηδάκης, παρουσιάζοντας χθες σε συνέντευξη Τύπου την απόφαση της κυβέρνησης για αύξηση του κατώτατου μισθού και ημερομίσθιου στα 780 ευρώ και 34,84 ευρώ αντίστοιχα, από 1ης Απριλίου, ύστερα από τη διαβούλευση με κοινωνικούς και επιστημονικούς φορείς που προηγήθηκε.
Ο κ. Χατζηδάκης υπογράμμισε ότι για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού ελήφθησαν υπόψη οι εξής παράγοντες: η ανεργία, η οποία από 17,5 % το 2019 έπεσε στο 10,8 % τον Ιανουάριο, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας που προκύπτει από την αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών, η ανάκαμψη της οικονομίας που αναμένεται να συνεχιστεί εφέτος, η πορεία του πληθωρισμού ο οποίος αν και αποκλιμακώνεται θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα και η θέση της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση με κριτήριο το ΑΕΠ και το ύψος του κατώτατου μισθού.
Σημείωσε ωστόσο ότι η ανεργία δεν πέφτει αυτόματα. «Έπεσε από το 17,5 στο 10,8 % γιατί συνέτρεξαν μια σειρά πολιτικές και οικονομικές προϋποθέσεις, δηλαδή κυβερνητική σταθερότητα, σοβαρότητα και θετικό κλίμα στην οικονομία. Αν δεν υπάρχουν αυτά, η ανεργία θα πάρει και πάλι τον ανήφορο», τόνισε.