Το αίτημα της ΔΕΗ για αποζημίωση εκ μέρους των Βρυξελλών για τη λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων επανέλαβε από το Power and Gas Supply Forum του energypress ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης, ενώ ταυτόχρονα μίλησε για τις νέες μονάδες φυσικού αερίου που σχεδιάζονται.
Ο ίδιος ανέφερε σχετικά με το σύνολο του ενεργειακού τομέα ότι το ελληνικό σύστημα πέρασε πλέον μια σημαντική αλλαγή από ένα σύστημα κεντρικής διαχείρισης προς ένα μοντέλο με τους νόμους της αγοράς και τα ευρωπαϊκά πρότυπα, το target model. Το μοντέλο αυτό είναι ο βασικός πυλώνας όπου η σύζευξη συμβάλει προς μια εννιαία αγορά. Η μετάβαση επέτρεψε στη χώρα μας να γίνει μέλος της ευρωπαϊκής αγοράς μέσω της διασύνδεσης με την Ιταλία και σύντομα με τη Βουλγαρία. Πρόκειται για μια πιο αποδοτική διαχείριση των διασυνδέσεων με βέλτιστες ροές.
Ως εκ τούτου, δημιουργήθηκαν τέσσερις αγορές που λειτουργούν υπό την εποπτεία διαφορετικών φορέων. Τα οφέλη από τα παραπάνω είναι η μεγαλύτερη ανεξαρτησία και διαφάνεια, ότι οι συμμετέχοντες έχουν περισσότερα εργαλεία διαχείρισης του ρίσκου, καθώς και ένα ξεκάθαρο κανονιστικό πλαίσιο με περισσότερα δεδομένα για σωστή λειτουργία που οδηγεί σε βέλτιστη αξιολόγηση των επενδύσεων.
Ο πρόεδρος της ΔΕΗ δήλωσε σχετικά με τα παραπάνω ότι πλέον έχει γίνει η σύζευξη με την Ιταλία, άρα όταν η Ιταλία ανεβαίνει προς τα πάνω τραβάει μαζί και τις ελληνικές τιμές. “Είδαμε τις τελευταίες εβδομάδες ανεβασμένες τιμές στην Ευρώπη και είχαμε και στη χώρα μας. Η σύζευξη με τη Βουλγαρία θα μας αποσυμφορήσει προς τα κάτω και θα ισορροπήσουμε. Κατά την περίοδο του Ιανουαρίου η Ελλάδα είχε από τις χαμηλότερες τιμές στην Ευρώπη, άρα είμαστε σε μια νέα πραγματικότητα. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει πλέον να κρίνουμε τις τιμές σε σχέση με τις άλλες χώρες. Παραμένουμε από τις ακριβότερες τιμές χονδρεμπορικής και πρέπει να τις μειώσουμε. Παίζει ρόλο ότι έχουμε ακόμα λιγνίτες και όσο θα φεύγουν, τόσο θα μπαίνουν φθηνότερα κομμάτια και με τη σύζευξη θα μειώσουμε αυτή τη διαφορά”.
Επιπλέον, ο κ. Στάσσης εκτιμά ότι υπάρχει ακόμα δρόμος για μια ώριμη αγορά, η οποία θα βοηθήσει εν τέλει να ενσωματωθούν περισσότερες ΑΠΕ με ασφάλεια. Η μετάβαση σε ένα ενεργειακό σύστημα χωρίς άνθρακα είναι μονόδρομος, αλλά θέλει προσοχή για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας. Η ΔΕΗ θα προχωρήσει ως το 2023 στο κλείσιμο των λιγνιτικών, οι οποίες είναι ζημιογόνες, όμως δεν γίνεται να κλείσουν με πιο γρήγορο ρυθμό γιατί θα υπάρξει ζήτημα ασφάλειας σύμφωνα και με πρόσφατη επιστολή που απέστειλε ο ΑΔΜΗΕ όπου δεν επιτρέπει νωρίτερη απόσυρση. Ως εκ τούτου, ο πρόεδρος της ΔΕΗ δηλώνει πως είναι ξεκάθαρο ότι η ΔΕΗ πρέπει να αποζημιωθεί για τις στρατηγικές αυτές εφεδρείες και το αίτημα πρέπει να γίνει δεκτό στις Βρυξέλλες.
Από εκεί και πέρα, τόνισε πως είναι γνωστό ότι όσο αυξάνονται οι ΑΠΕ, τόσο αυξάνονται οι ανάγκες για ευελιξία. Αυτή τη στιγμή παρέχεται από μονάδες αερίου και υδροηλεκτρικά, όμως δεν πρέπει να βασιζόμαστε στα υδροηλεκτρικά για περαιτέρω υποστήριξη λόγω των τεχνικών τους περιορισμών. Η τεχνολογία που μπορεί να στηρίξει τη μετάβαση είναι το αέριο, καθώς η ευελιξία τους καλύπτει εύκολα τη μεταβλητότητα. Όμως και αυτές χρειάζονται ένα ξεκάθαρο μηχανισμό αποζημίωσης ισχύος για να φτάσει το σύστημα ομαλά στο τέλος αυτής της δεκαετίας.
Αναφορικά με τα σχέδια της ίδιας της ΔΕΗ στο χώρο της ηλεκτροπαραγωγής με αέριο και εν μέσω επενδυτικού ενδιαφέροντος για υλοποίηση τέτοιων μονάδων, ο κ. Στάσσης δήλωσε πως σίγουρα χρειάζονται και άλλες μονάδες ευελιξίας και υπάρχουν διάφορα σχετικά επενδυτικά σχήματα. Ο ίδιος εκτιμά ότι μέσα στα επόμενα χρόνια θα υπάρξουν 1-2 νέες μονάδες αερίου που θα χρειαστούν: “Εμείς σαν ΔΕΗ έτσι κι αλλιώς είμαστε σε διαδικασία να καταλήξουμε στο πως θα μετασχηματίσουμε την Πτολεμαΐδα 5 και πιθανότατα θα προχωρήσουμε σε μια λύση με το φυσικό αέριο, ενώ βρίσκεται σε τελικό στάδιο η σχετική μελέτη και σε 2-3 μήνες θα έχουμε πιο συγκεκριμένα δεδομένα. Η Πτολεμαΐδα 5 σχεδιάζεται να λειτουργήσει ως λιγνιτική μονάδα και θα μετασχηματιστεί το αργότερο ως το 2028. Παρόλα αυτά, όπως κινείται η τιμή του CO2, είναι σχεδόν βέβαιο ότι η τελική λύση θα είναι το αέριο και θα υλοποιηθεί το αργότερο ως τα μέσα της δεκαετίας, δηλαδή νωρίτερα από τον αρχικό σχεδιασμό. Άρα οδεύουμε σε μια περίοδο όπου ο άνθρακας θα λήξει στα μέσα αυτής της δεκαετίας. Επομένως σε αυτό το σενάριο θα υπάρχει και η Πτολεμαΐδα 5 με πάνω από 1000 μεγαβάτ για να καλύψει την ευελιξία. Νομίζω ότι πέραν αυτής, το πολύ 1-1,5 μονάδα θα χρειαστεί στα επόμενα χρόνια, άρα θα δούμε ποιοι θαρραλέοι θα πάρουν την απόφαση. Εμείς έχουμε κάποιες σκέψεις, αλλά είναι νωρίς να πούμε κάτι άλλο”.
Ο κ. Στάσσης πρόσθεσε ότι αν και το αέριο είναι απαραίτητο μέσο μετάβασης, δεν πρέπει να επισκιάσει τις άλλες μονάδες ευελιξίας όπως το demand response. “Οι ψηφιακές τεχνολογίες επιτρέπουν να το εκμεταλλευτούμε σε μικρούς και μεγάλους καταναλωτές και πρέπει να δούμε το πλάισιο για αυτές τις υπηρεσίες. Η αποθήκευση σε επίπεδο συστήματος έχει ωριμάσει. Τέλος, ένα νέο είδος κατανάλωσης, η έξυπνη χρήση ηλεκτρικών αυτοκινήτων και αντλιών θερμότητας αποτελούν ακόμη μια πηγή ευελιξίας”, σχολίασε.
Καταλήγοντας, ο κ. Στάσσης ανέφερε πως ο ενεργειακός τομέας βιώνει μια επανάσταση από το μείγμα ως τη λειτουργία των νέων αγορών και νέων υπηρεσιών και τίποτα δε θυμίζει το πρόσφατο ενεργειακό παρελθόν. “Η ΔΕΗ με στόχο τη μετάβαση, έχει προτεραιότητα την απολιγνιτοποίηση επενδύοντας στις ΑΠΕ και χρησιμιοποιώντας το αέριο ως μέσο μετάβασης. Η μετάβαση πρέπει να γίνει με όρους αγοράς και ένα σωστό στρατηγικό σχεδιασμό. Η ΔΕΗ έχοντας αναγνωρίσει την αλλαγή του ρόλου της, μετασχηματίζεται σε ένα ολοκληρωμένο πάροχο”.