Στο προσκήνιο οι μονάδες ενεργειακής αξιοποίησης απορριμμάτων

12 Min Read

Τι περιλαμβάνει το σχέδιο για τις έξι μονάδες στην Ελλάδα

Σχέδιο για την ανάπτυξη έξι μονάδων καύσης απορριμματογενών καυσίμων φέρνει το Υπουργείο Περιβάλλοντος, με τη μία να τοποθετείται στην Κοζάνη. Σύμφωνα με τη μελέτη που παρουσίασε η «Καθημερινή», η μονάδα στην Κοζάνη προορίζεται να καλύψει γεωγραφικά τη Δυτική Μακεδονία, την Κεντρική Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και την Κέρκυρα.

Οι εγκαταστάσεις θα αναλάβουν την καύση περίπου 1,3 εκατ. τόνων απορριμματογενούς καυσίμου ετησίως, ενώ άλλοι 150.000 τόνοι υψηλότερης ποιότητας θα διατίθενται στην τσιμεντοβιομηχανία. Οι μονάδες θα κατασκευαστούν από ιδιώτες με 25ετή σύμβαση και δεσμευτικό όγκο τροφοδοσίας από το Δημόσιο. Το σχέδιο θα τεθεί σε διαβούλευση εντός του καλοκαιριού. Σύμφωνα με τη μελέτη το κόστος για τους δήμους θα είναι ανάλογο με εκείνο του τέλους ταφής, λύνοντας το πρόβλημα των ΧΥΤΑ.

Η χωροταξία και η απόδοση

Η «μελέτη σκοπιμότητας για τη δημιουργία δικτύου μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης αστικών στερεών αποβλήτων» πραγματοποιείται από μεγάλα μελετητικά γραφεία για λογαριασμό του υπουργείου Περιβάλλοντος. Βασικά σημεία της μελέτης αναφέρθηκαν σε κλειστή ημερίδα στο υπουργείο Περιβάλλοντος στο τέλος Απριλίου. Σύμφωνα με τη μελέτη:

• Εκτιμάται ότι στη χώρα μας το 2030 θα παράγονται 1.450.339 τόνοι «απορριμματογενών ενεργειακών πρώτων υλών (ΑΕΠΥ)». Ο όρος αυτός αντιστοιχεί σε όλα τα προϊόντα της επεξεργασίας σύμμεικτων σκουπιδιών, όπως το SRF (που ονομάζεται και «κλάσης 3» και είναι καλύτερης ποιότητας) και το RDF, που είναι υποδεέστερης ποιότητας.

Με άλλα λόγια, πρόκειται για κοινά σκουπίδια που έχουν υποστεί επεξεργασία σε μονάδες διαχείρισης απορριμμάτων και έχουν μετατραπεί σε ένα είδος πέλετ. Να σημειωθεί ότι όλες οι μονάδες επεξεργασίας που έχει προωθήσει τα τελευταία χρόνια το υπουργείο Περιβάλλοντος σε όλη τη χώρα καταλήγουν στην παραγωγή αυτού του υποπροϊόντος, που προς το παρόν οδηγείται στην τσιμεντοβιομηχανία (η οποία πληρώνεται για να το χρησιμοποιεί ως καύσιμο).

• Ως καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία επιλέγεται η καύση με κινούμενη σχάρα, η οποία θεωρείται πιο ώριμη και πετυχαίνει υψηλότερο βαθμό απόδοσης (στην παραγωγή ενέργειας). Ως προς τις περιβαλλοντικές της επιπτώσεις, η μελέτη αναφέρει ότι «επιτυγχάνει τα πιο αυστηρά όρια εκπομπών σε επίπεδο Ε.Ε. (BREF, IPPC)» και «έχει χαμηλές περιβαλλοντικές επιπτώσεις (σημαντικά χαμηλότερες και ελεγχόμενες εκπομπές αερίων, χαμηλή παραγωγή υγρών αποβλήτων σε σχέση με την αεριοποίηση και την πυρόλυση, μικρό βαθμό υπολειμμάτων προς διάθεση)».

• Οι μονάδες θα κατασκευαστούν από ιδιώτες με 25ετείς συμβάσεις λειτουργίας, στις οποίες το Δημόσιο θα δεσμεύεται να τις τροφοδοτεί με συγκεκριμένες ποσότητες απορριμματογενών καυσίμων.

• Η μελέτη εξετάζει διάφορα σενάρια προκρίνοντας εκείνο της κατασκευής έξι μονάδων, δίνοντας μια ενδεικτική χωροθέτηση: Στη Ροδόπη, καλύπτοντας όλη την Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης. Στην Κοζάνη, καλύπτοντας Κεντρική Μακεδονία, Δυτική Μακεδονία, Ήπειρο, Θεσσαλία και Κέρκυρα.

Στην Πελοπόννησο (σε μία από τις περιφερειακές ενότητες Αρκαδίας, Ηλείας ή Αχαΐας) καλύπτοντας τις Περιφέρειες Δυτικής Ελλάδας, Πελοποννήσου και το Ιόνιο πλην Κέρκυρας. Στη Βοιωτία, καλύπτοντας τμήματα της Στερεάς Ελλάδας και τη Δυτική Αττική. Στην Αττική, καλύπτοντας την Υπόλοιπη Αττική, τα νησιά του Βορείου Αιγαίου και τμήμα των Κυκλάδων και των Δωδεκανήσων. Τέλος, στο Ηράκλειο, καλύπτοντας όλη την Κρήτη, τη Σαντορίνη, την Κάρπαθο και τη Ρόδο.

• Λαμβάνει ως δεδομένο ότι η πολιτεία θα εξακολουθήσει να πληρώνει την τσιμεντοβιομηχανία για να καίει τα καλής ποιότητας απορριμματογενή καύσιμα (έως κλάσης 3) – περίπου 130.000-150.000 τόνους ετησίως.

Οι τιμές και η βιωσιμότητα

Προκρίνοντας το σενάριο της «ενεργειακής αξιοποίησης», η μελέτη κάνει διάφορες ενδιαφέρουσες παραδοχές:

• Κατά πρώτον, ότι αν δεν προχωρήσει τίποτα, το 2030 θα οδηγούνται σε ταφή 1.060.967 τόνοι απορριμμάτων ετησίως, ποσότητα που θα παραμείνει σχεδόν σταθερή έως το 2050 (948.692 τόνοι), δηλαδή δεν θα σημειωθεί καμία πρόοδος.

• Όσον αφορά τη βιωσιμότητα των μονάδων, η μελέτη υπολογίζει σταθερή τιμή πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας στο δίκτυο (80,92 ευρώ/MWh) και έσοδα από την πώληση σκραπ μετάλλων (50 ευρώ/τόνο). Το «κόστος εισόδου» (gate fee) για τους δήμους υπολογίζεται από 106 ευρώ/τόνο (Κοζάνη) έως 138 ευρώ/τόνο (Ροδόπη). Να σημειωθεί ότι προβλέπεται πως οι πλεονάζουσες ποσότητες (δηλαδή πέραν των συμφωνηθέντων) θα «καίγονται» στα 10 ευρώ/τόνο, κάτι που ονομάζεται premium gate fee. Αυτό σημαίνει ότι ουσιαστικά οι δήμοι θα έχουν κίνητρο να οδηγούν στην αποτέφρωση όσο το δυνατόν περισσότερες ποσότητες απορριμμάτων (επιπλέον των στόχων).

• Όσον αφορά τη σύγκριση με τη σημερινή κατάσταση, η μελέτη αναφέρει: «Η μακροοικονομική αποτίμηση αποδεικνύει ότι για την ισχύουσα τιμή επιδότησης ΑΠΕ το συνολικό κόστος των μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης για τα τέσσερα σενάρια, συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών, είναι μεγαλύτερο συγκρινόμενο με το κόστος της υγειονομικής ταφής. Το εύρος διαφοράς στα συνολικά κόστη κατά τη σύγκριση των επιλογών κυμαίνεται μεταξύ 14,5 και 30,1 ευρώ ανά τόνο. Δηλαδή είναι ακριβότερο μεταξύ 12% και 26%. Παρ’ όλα αυτά, το μεγαλύτερο κόστος της ενεργειακής αξιοποίησης δεν αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για την εφαρμογή της, καθώς, όπως προαναφέρθηκε, είναι μονοσήμαντη επιλογή για να επιτευχθεί η νομοθετική απαίτηση για μείωση της διάθεσης σε λιγότερο από 10%. Κρίνεται όμως σκόπιμο να αναζητηθούν τρόποι που θα κάνουν αυτό το κόστος πιο βιώσιμο για τους ΦοΔΣΑ –Δίκτυο Φορέων Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων– και τους πολίτες».

Τα επόμενα βήματα

Η «Κ» απευθύνθηκε στον γενικό γραμματέα Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων στο υπουργείο Περιβάλλοντος, Μανώλη Γραφάκο. «Το επόμενο βήμα είναι η υποβολή της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων στις υπηρεσίες του υπουργείου για περιβαλλοντική αδειοδότηση. Μέσω της διαδικασίας αυτής θα δοθεί δημοσιότητα στη μελέτη και θα γίνει διαβούλευση», αναφέρει. Ερωτώμενος ποιο είναι το νόημα της διαβούλευσης, όταν θα αφορά ήδη ειλημμένες αποφάσεις (τη δημιουργία μονάδων καύσης), ο κ. Γραφάκος υπερασπίζεται την επιλογή.

«Προφανώς και έχουν ληφθεί επί της αρχής οι αποφάσεις. Αυτό επιτάσσει η κοινή λογική. Η ενεργειακή αξιοποίηση θα αφορά μόνο το υπόλειμμα, αφού εξαντλήσουμε πλήρως τους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης: οι ποσότητες που υπολογίζουμε είναι ύστερα από ανακύκλωση του 60%-65%. Όσον αφορά το κόστος, το σενάριο που έχει επιλεγεί έχει το ίδιο κόστος με εκείνο της συνέχισης της ταφής – αν συνυπολογιστεί η σταδιακή αύξηση του τέλους ταφής».

Όσον αφορά τη διαμόρφωση του σχεδίου σε διαβούλευση με την αγορά (στην κλειστή εκδήλωση τοποθετήθηκαν η ΔΕΗ, που έχει ήδη ανακοινώσει τη δημιουργία της μονάδας στην Κοζάνη και οι εταιρείες ΤΕΡΝΑ, Ακτωρ, Motor Oil, Metlen και Μεσόγειος), αλλά όχι με τους κοινωνικούς εταίρους, ο κ. Γραφάκος υποστήριξε ότι αυτό είναι προϋπόθεση για την υλοποίηση του σχεδίου. «Οι μονάδες θα κατασκευαστούν από ιδιώτες και προφανώς πρέπει να γνωρίζουν τι σχεδιάζουμε. Η τοπική αυτοδιοίκηση θα έχει λόγο κατά τη διαβούλευση». Όπως διευκρινίζει ο κ. Γραφάκος, οι ανάδοχοι των μονάδων είναι αυτοί που θα προτείνουν και την ακριβή τους χωροθέτηση, όπως είχε γίνει με τη μονάδα διαχείρισης απορριμμάτων στην Πελοπόννησο.

Όσον αφορά τις λιγοστές αναφορές στη μελέτη για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της «ενεργειακής αξιοποίησης» απορριμμάτων, ο κ. Γραφάκος αναφέρει ότι θα αναλυθούν στη ΣΜΠΕ και στις περιβαλλοντικές μελέτες της κάθε μονάδας στο στάδιο της αδειοδότησης. «Είναι δεδομένο ότι οι τεχνολογίες αυτές είναι πια φιλοπεριβαλλοντικές. Όλη η βόρεια Ευρώπη τις χρησιμοποιεί εδώ και δεκαετίες». Τέλος, ο κ. Γραφάκος εκτιμά ότι δεν θα υπάρξουν μεγάλες αντιδράσεις. «Είναι ένα εγχείρημα τεχνικά πολύπλοκο αλλά αναγκαίο. Είμαστε αποφασισμένοι να το προχωρήσουμε για να μειώσουμε την ταφή απορριμμάτων κάτω από 10%, όπως επιτάσσει η κοινοτική νομοθεσία. Οτιδήποτε άλλο είναι φθηνός λαϊκισμός».

Οι επιφυλάξεις

Η «Κ» έθεσε τη μελέτη υπόψη του Αχιλλέα Πληθάρα, υπεύθυνου «αποτυπώματος» στην περιβαλλοντική οργάνωση WWF Ελλάς. «Βλέποντας πίσω από τις γραμμές της μελέτης σκοπιμότητας διαπιστώνουμε ότι η καύση προορίζεται να καταστεί έως το 2030 η κύρια μέθοδος διαχείρισης των απορριμμάτων της χώρας με επικίνδυνες συνέπειες και ενάντια στο δημόσιο συμφέρον», εκτιμά.

«Αν τελικά ευοδωθούν τα σχέδια για την κατασκευή μονάδων καύσης, με σιγουριά καταλήγουμε στην εξής πορεία έως το 2050: Κάκιστη διαλογή στην πηγή, ιδίως στη διαλογή οργανικών αποβλήτων, που οδηγεί σε χαμηλής ποιότητας ανακυκλώσιμα υλικά στις μονάδες επεξεργασίας, που οδηγεί σε χαμηλή ανάκτηση ανακυκλώσιμων, άρα σε τεράστιες ποσότητες υπολειμμάτων που θα οδηγούνται στις μονάδες καύσης με καταβολή ενός εξαντλητικού gate fee».

Ο κ. Πληθάρας θεωρεί ότι τα οικονομικά δεδομένα της μελέτης, που τεκμηριώνουν τη βιωσιμότητά της, πάσχουν. «Υπάρχουν πολλά λάθη στο σκεπτικό δημιουργίας μονάδων καύσης, ας επικεντρωθούμε μόνο σε κάποια οικονομικά δεδομένα που θα έπρεπε να προβληματίσουν όλους τους εμπλεκομένους και τους πολίτες. Η μελέτη σκοπιμότητας υποεκτιμά το κόστος κατασκευής και λειτουργίας των μονάδων καύσης, αλλά ακόμη και έτσι καταλήγει σε εκτιμήσεις για gate fee, που δεν θα πέσει κάτω από τα 110 ευρώ ανά τόνο σκουπιδιών. Η μελέτη δεν λαμβάνει καν υπόψη το κόστος που θα επωμιστούν από το 2030 οι μονάδες καύσης ανά την Ε.Ε. λόγω της συμμετοχής τους στο σύστημα εμπορίας ρύπων, πράγμα που θα εκτινάξει το gate fee σε τιμές όχι κάτω από 200-250 ευρώ/τόνο. Σαν να μην έφτανε αυτό, η μελέτη προβλέπει επιδότηση στον παραγόμενο ηλεκτρισμό της τάξης των 88 ευρώ ανά παραγόμενη MWh, που μπορεί να φτάσει και να ξεπεράσει τα 155 ευρώ. Οι ΑΠΕ δεν απολαμβάνουν τέτοιες επιδοτήσεις, όμως υπάρχουν σκέψεις για παχυλή πριμοδότηση σε μια βρώμικη μέθοδο παραγωγής ηλεκτρισμού, που συντελεί στη διόγκωση της κλιματικής κρίσης. Κι όλα αυτά με συμβόλαια που θα περιλαμβάνουν εγγυημένες ποσότητες gate fee και εγγυημένη τιμή πώλησης ηλεκτρισμού έως τουλάχιστον το 2050, μετακυλίοντας το κόστος στους πολίτες. Πραγματικά ανήκουστο».

Σύμφωνα με τον κ. Πληθάρα, η «ενεργειακή αξιοποίηση» απορριμμάτων δεν πρέπει να προχωρήσει. «Η πολιτεία πρέπει να εξηγήσει στους πολίτες γιατί αδυνατεί να φέρει αποτελέσματα στην πρόληψη, στην επαναχρησιμοποίηση και την ανακύκλωση και γιατί σχεδιάζει εν κρυπτώ μεθόδους που δεν συνάδουν με την προστασία του περιβάλλοντος και την κυκλική οικονομία. Πρέπει να εξηγήσει στην Κομισιόν γιατί εν έτει 2025 στρέφεται προς την καύση, όταν η τάση στην Ε.Ε. είναι αντίστροφη», καταλήγει.

Πηγή

Μοιραστείτε την είδηση