ΣΥΡΙΖΑ Κοζάνης: Η αξιολόγηση του Δημοσίου και η επίθεση στην έννοια του κοινωνικού κράτους

4 Min Read

Η πολυδιαφημισμένη «αξιολόγηση» των Δημόσιων Υπηρεσιών ολοκληρώθηκε και, όπως αναμενόταν, τα αποτελέσματά της παρουσιάστηκαν πανηγυρικά από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό. Σύμφωνα με την κυβέρνηση, «το κράτος αξιολογήθηκε από τους πολίτες» — όμως το ερώτημα που παραμένει είναι: ποιος τελικά αξιολογεί ποιον;

Η κυβέρνηση φαίνεται να επιθυμεί να παρουσιάσει μια εικόνα συμμετοχής και λογοδοσίας, ωστόσο η ίδια αξιολογείται μόνο κάθε τέσσερα χρόνια, στις εκλογές. Είναι άραγε αυτό αρκετό; Ή μήπως είναι απλώς βολικό να επικαλείται τη λαϊκή ετυμηγορία κατά το δοκούν;

Η χρονική συγκυρία δεν είναι καθόλου τυχαία. Την ώρα που επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο η συζήτηση για την άρση της μονιμότητας στο Δημόσιο, η κυβέρνηση επιχειρεί να καλλιεργήσει το έδαφος: παρουσιάζει έναν κρατικό μηχανισμό που –σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας– δεν ικανοποιεί τους πολίτες. Ταυτόχρονα, πρωτοκλασάτα στελέχη του ΠΑΣΟΚ εκφράζουν στήριξη στις προτάσεις αυτές, δίνοντας υπερκομματική επίφαση στη στρατηγική αποδόμησης του κοινωνικού κράτους. Και την ίδια στιγμή, μέρος της κοινωνίας, αγανακτισμένο από τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει, στρέφεται –καθοδηγούμενο ή μη– εναντίον των δημοσίων υπαλλήλων, με την ελπίδα ότι «η αλλαγή» θα έρθει μέσα από την τιμωρία τους.

Όμως, ποιο είναι το πραγματικό διακύβευμα; Να βελτιωθούν οι παρεχόμενες υπηρεσίες ή να επιταχυνθεί η αποδόμηση του Δημόσιου τομέα προς όφελος των ιδιωτικών συμφερόντων;

Η εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών δείχνει ότι κάθε τι που ιδιωτικοποιήθηκε έγινε είτε πιο ακριβό είτε πιο επικίνδυνο: από την ενέργεια μέχρι τα μέσα μεταφοράς. Τραγικές αποδείξεις δεν λείπουν — και δεν χρειάζεται να πάμε μακριά: οι αυξήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος και τα τραγικά γεγονότα στα σιδηροδρομικά δίκτυα μιλούν από μόνα τους.

Η δυσαρέσκεια των πολιτών για νοσοκομεία και σχολεία είναι υπαρκτή — και απολύτως δικαιολογημένη. Όμως, αυτή δεν οφείλεται στο γεγονός ότι είναι δημόσια ή δωρεάν. Αντιθέτως, προκύπτει από τη χρόνια υποχρηματοδότηση, την υποστελέχωση και την εγκατάλειψη των υποδομών. Δεν είναι το «δημόσιο» που φταίει, αλλά η συνειδητή επιλογή να αφεθούν οι δημόσιες υπηρεσίες να φθίνουν ώστε να απαξιωθούν στη συνείδηση του κόσμου.

Δεν είναι τυχαίο ότι τα σχολεία ασφυκτιούν με 25-28 μαθητές ανά τάξη, ότι τα ταβάνια πέφτουν στα κεφάλια των παιδιών, και ότι η απάντηση της πολιτείας είναι η παρουσία της αστυνομίας στα πανεπιστήμια, αντί για την ενίσχυση της παιδείας.

Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, έρχεται μια ποσοτική έρευνα να αποτυπώσει με αριθμούς την «ικανοποίηση» των πολιτών. Μα τι λένε τελικά οι αριθμοί; Τίποτα απολύτως για τις πραγματικές αιτίες της δυσαρέσκειας. Η ποσοτική έρευνα προσφέρεται για πολιτική αξιοποίηση, όχι για ουσιαστικά συμπεράσματα. Είναι εργαλείο επικοινωνιακής διαχείρισης, όχι κοινωνικής διάγνωσης.

Αρκετά πια με τις στατιστικές που κρύβουν τις αιτίες πίσω από τα συμπτώματα. Δεν χρειαζόμαστε νοσοκομεία που να βγάζουν κέρδη. Χρειαζόμαστε νοσοκομεία που να σώζουν ζωές. Δεν θέλουμε σχολεία που να λειτουργούν με όρους επιχείρησης. Θέλουμε σχολεία που να μορφώνουν, να προστατεύουν και να ενδυναμώνουν τα παιδιά μας. Θέλουμε ένα Δημόσιο ισχυρό, δωρεάν και ποιοτικό, στην υπηρεσία όλων των πολιτών — όχι ένα κράτος πελάτη των αγορών.

Μοιραστείτε την είδηση