Το σημερινό μου σημείωμα είναι αφιερωμένο σε όλους εκείνους που χρόνια τώρα έζησαν, χάρη στην «καλοσύνη» των άλλων. Σ’ εκείνους του κρατικοδίαιτους που με το χέρι προτεταμένο, περίμεναν ως καλά «σκυλάκια» την επιδοκιμασία του αφεντικού, όταν του έγραφαν τον καλό το λόγο, πάντα με το αζημίωτο. Ουαί και αλίμονο αν η επιδοκιμασία –λέγε με και φακελάκι- δεν ήταν αρκούντως ικανοποιητική. Τότε έπεφτε η γνωστή απειλή.
Όλοι αυτοί, λοιπόν, τα τελευταία χρόνια είδαν τον κόσμο τους να γυρνάει ανάποδα, αφού κόπηκε με μαχαίρι το κρατικό φαί. Κι έμειναν να μοιραστούν μερικά ψευτοκόκκαλα, ερίζοντας ωσάν τα όρνεα.
Πάντοτε αυτοί που εισέπρατταν το χρήμα, εμφανίζονταν ως οι «ριγμένοι» της υπόθεσης και τα «λυκόσκυλα» της αμεροληψίας, ενώ προφανώς τα δήθεν δόντια που έδειχναν ήταν απλός ο τρόπος να πιέσουν την εξουσία για περισσότερο χρήμα. Τα ποσά που έχουν κατά καιρούς δοθεί, όπως έχει επιβεβαιωθεί πολλάκις από τα στοιχεία την εποχή της «Διαύγειας», έφθαναν δυσθεώρητα ύψη, τα οποία και δικαιολογούν την επί μακρόν επιβίωση πολλών μέσων χωρίς αναγνωσιμότητα, ακροαματικότητα ή τηλεθέαση. Στο κάτω-κάτω είναι γνωστές οι υγιείς επιχειρήσεις, αλλά και από την άλλη εκείνες που κάνουν «αρπαχτή», έρποντας και εκβιάζοντας με τον πλέον επαίσχυντο τρόπο.
Το ότι κάποιοι επιλέγουν να μην μιλήσουν, όπως έγραφα και παλαιότερα, δε σημαίνει ότι δεν γνωρίζουν και τι ακριβώς συμβαίνει. Απλά από τη μια τα αρπακτικά τους χαλάν την αισθητική κι από την άλλη δεν έχουν την πολυτέλεια να χάνουν το χρόνο τους για κάτι που έχει εντελώς, μα εντελώς, τελειώσει.