Με τον Στέφανο Μάνο μπορεί κανείς να διαφωνεί σε πολλά. Αλλά κανείς καλόπιστος και λογικοκρατούμενος δεν μπορεί να αρνηθεί ότι είναι από τους ελάχιστους πολιτικούς που είναι προικισμένος με κοινό νου και έχει το θάρρος να διατυπώνει τις απόψεις του χωρίς να υπολογίζει το περίφημο «πολιτικό κόστος» που καθορίζει συνήθως την στάση όλων των πολιτικών μας.
Χθες διατύπωσε πέντε προτάσεις που συνιστούν, κατά την δική του άποψη, ένα πλαίσιο μέτρων για την έξοδο από την κρίση. Μια από αυτές αναφέρεται στο θέμα του Συντάγματος. Για το οποίο όλοι μεν συμφωνούν ότι χρειάζεται γενναία αναθεώρηση, αλλά εν τοις πράγμασι κάνουν ό,τι μπορούν για να συντηρείται ένα σύνταγμα που υπηρετεί τις παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος. Με τυπικότερο παράδειγμα τις διατάξεις για την παραγραφή των αδικημάτων των πολιτικών.
Χαίρομαι διότι, με τις προτάσεις του, ο Στέφανος Μάνος, προβάλλει ως λύση αυτό που έχει υποστηρίξει, όπως γνωρίζουν οι αναγνώστες μου, αυτή η στήλη. Να παρακαμφθούν δηλαδή όλες οι πολιτικάντικες παγίδες του άρθρου 110, που καθιστά την αναθεώρηση του καταστατικού χάρτη της χώρας αποκλειστικό προνόμιο των πολιτικών. Και να μιλήσει ο κυρίαρχος ελληνικός λαός. Οι πολίτες. Τη ζωή των οποίων ρυθμίζει το Σύνταγμα.
Από τη στιγμή κατά την οποία η τελευταία απόπειρα αλλαγής του Συντάγματος τορπιλίσθηκε από μικροκομματικά παιγνίδια, με την επιβαρυντική πρόκληση ότι πέρασαν μόνο δυο αλλαγές που αφορούσαν τα συμφέροντα των βουλευτών, η προσφυγή στο λαό, διά δημοψηφίσματος, προκειμένου να εγκρίνει ένα νέο σύνταγμα, επιλέγοντας ανάμεσα σε διαφορετικές προτάσεις των κομμάτων, είναι τελικώς το «αυγό του Κολόμβου».
Με τις διατάξεις του άρθρου 110, κάθε φορά που χάνεται μια ευκαιρία αναθεώρησης του Συντάγματος, πρέπει να περάσουν δέκα χρόνια για να ξεκινήσει νέα διαδικασία αναθεώρησης. Για την οποία κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι θα τελεσφορήσει και ότι δεν θα σκοντάψει και πάλι σε κομματικές σκοπιμότητες.
Αλλά ούτε το άρθρο 110, ούτε οι τριακόσιοι της Βουλής, είναι υπεράνω του κυρίαρχου ελληνικού λαού. Μόνο που δεν βλέπω πολλά κόμματα και βουλευτάδες να είναι διατεθειμένοι να αναγνωρίσουν ως αυτονόητο δικαίωμα των πολιτών, εκείνο που θεωρούν ως προνόμιο των πολιτικών. Το πιθανότερο είναι ότι άλλη μια ευκαιρία θα πάει χαμένη.
Γ. Π. ΜΑΣΣΑΒΕΤΑΣ