Του Χριστού και της Μάνας τα «πάθια»

3 Min Read

Επειδή δεν είμαι στα καλύτερα μου σήμερα, κατά πως λένε στα γήπεδα «δεν τρίβει η ομάδα», δεν μου βγαίνει η προσπάθεια να γράψω, προκειμένου να μην απουσιάσω, προτίμησα την «εύκολη λύση». Να θυμηθώ τις παιδικές μου Μεγαλοβδομάδες. Τις αναμνήσεις τους που είναι απόλυτα συνδεδεμένες με τη Μάνα μου, όπως όλων των ανθρώπων. Μεταφέροντας ένα απόσπασμα από το βιβλίο μου «Γυναικείες Ιστορίες», στο οποίο πρωταγωνίστρια είναι εκείνη, η αγωνίστρια της ζωής. Σε καιρούς που η οντοτητα Μανα ήταν, συνήθως αρρηκτα συνδεδεμενη με κάποιο Γολγοθά. Που ξεκινουσε από τον πόλεμο ή τον εμφύλιο. Και συνεχιζόταν:

Η απαξία της επεκτεινόταν στο σύνολο των πολιτικών. Έλεγε βέβαια στην προσευχή της «Παναγία μου βάλε το χέρι σου να έρθει στα πράματα εκείνο το έρμο το κόμμα μας, μπας και γυρίσουν τα παιδάκια μου και όλων των μανάδων τα παιδάκια», αλλά αυτό ήταν ως εκεί. Μια προσωπική της επικοινωνία με την Παναγία, πού δεν πήγαινε πέρα από τον καημό να ξαναδεί τα παιδάκια της. Τον Βαγγέλη, πού αφού του είχε κάνει και μνημόσυνο έμαθε τελικά το 1955 ότι ζει στην Tασκένδη, τον Σαράντο πού δεν βρέθηκε ποτέ, παρά το γεγονός ότι η Μαριγώ τον έβλεπε «ολοζώντανο» στο φλιτζάνι. Την πείραξα κάποτε: «Τι την έκανες την Παναγία, του κόμματος;». Μου έριξε το συνηθισμένο «άει, αντίχριστε», και προσπάθησε να μου δώσει να καταλάβω: «Σερνικός είσαι και δε νογάς. Μάνα είναι βρε και η Παναγία. Μάνα χαροκαμένη και βασανισμένη σαν και μένα. Πού της πήραν κι αυτηνής το γιόκα της το μονάκριβο και τόνε σταυρώσανε».
Την έκλαιγε πολύ αυτή την άλλη μάνα. Ιδίως τη μεγάλη εβδομάδα, όταν την πήγαινα στο Σινε-Ρίο να δει «του Χριστού τα πάθια». Στα οποία συμμετείχε ολόψυχα. Κάθε τόσο μαδούσε το μάγουλο της με τα νύχια της. Όχι για Εκείνον, αλλά για τη Μάνα Του. «Αχ έρμη μάνα, τι σου έμελλε να περάσεις δόλια μου» έλεγε δυνατά κι εγώ ήθελα να χωθώ κάτω από το κάθισμα μου. Κι ύστερα την παρηγορούσε. «Εσύ τουλάχιστον βρήκες κι έθαψες».

- Advertisement -
Ad image
- Advertisement -
Ad image

Α, ρε Μάνα, πόσο μου λείπεις σε τούτους τους καιρούς. Εκείνο το «σώπα καημένε, δεν θα χαθούμε δα. Περάσαμε τόσα και τόσα, θα το περάσουμε κι’ αυτό», πόσο το έχουμε ανάγκη…

Γ. Π. ΜΑΣΣΑΒΕΤΑΣ

Μοιραστείτε την είδηση