Θα επιμείνω και σήμερα στο τραγικό γεγονός με τον θάνατο του Ζακ Κωστόπουλου. Και ας με συγχωρήσουν οι έτοιμοι να εκδώσουν δικαστικές αποφάσεις που μιλώ για «θάνατο» και όχι για «δολοφονία». Αλλά το μόνο επιστημονικό δεδομένο που υπάρχει αυτή την ώρα είναι η έκθεση των τριών ιατροδικαστών. Με τον έναν από τους τρεις να έχει ορισθεί από την οικογένεια του νεκρού.
Τι μας λέει λοιπόν αυτή η έκθεση, η οποία συντάχθηκε, με ομόγνωμη τοποθέτηση και των τριών, μετά την νεκροψία και νεκροτομή; Ότι τα τραύματα που φέρει από τα κτυπήματα, είναι απλές εκχυμώσεις που δεν δικαιολογούν τον επελθόντα θάνατο. Διό και συμφώνησαν να ζητήσουν ιστολογικές και τοξικολογικές εξετάσεις, προσδοκώντας ότι ίσως, τα αποτελέσματα αυτών των εξετάσεων, ρίξουν περισσότερο φως στα πραγματικά αίτια του θανάτου.
Ξεκαθαρίζω, για πολλοστή φορά στη ζωή μου, ότι όχι μόνον δεν αποδέχομαι την αυτοδικία, αλλά την καταδικάζω ως πηγή πολλών κακών. Δεν μπορώ όμως να αρνηθώ σε κανέναν το δικαίωμα της αυτοάμυνας, όταν δέχεται επίθεση. Η συμβουλή του τέως υπουργού Προστασίας του Πολίτη, στρατηγού Νίκου Τόσκα, προς όσους δέχονται επίθεση ληστών στο χώρο τους, να κάνουν ότι κοιμούνται, μπορεί να είναι χρήσιμη για κάποιες περιπτώσεις. Αλλά μάλλον δεν ενδείκνυται για όσους δέχονται επιθέσεις ενώ είναι όρθιοι, μέρα μεσημέρι, στο κατάστημα τους,
Υπάρχει λοιπόν ένα κρίσιμο σημείο. Το οποίο αναφέρεται στην διαφορά μεταξύ αυτοάμυνας και αυτοδικίας.
Καμία αντίρρηση να αποδεχτώ ότι ο Ζαχαρίας ή Ζακ Κωστόπουλος ήταν «μια ψυχούλα», όπως τον περιγράφουν πολλοί εξ εκείνων που τον γνώρισαν. Αλλά εκείνος που δέχθηκε την επίθεση του, ποια δυνατότητα είχε να διακρίνει, εκείνη την ώρα, την «ψυχούλα» πίσω από το χέρι που κρατούσε το μαχαίρι; Ο φόβος και ο πανικός αναγνωρίζονται μονοπλεύρως, ως «κακός σύμβουλος»;
Μήπως δεν ήταν «ψυχούλα» και ο 28χρονος κοσμηματοπώλης που δολοφονήθηκε από Γεωργιανό ληστή, μέσα στο κατάστημα του; Αλλά γι’ αυτή την χαμένη ζωή δεν διάβασα καμία πένθιμη ανάρτηση σε κανένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης.
Το καταλαβαίνω. Το να υπερασπίζεσαι το δικαίωμα ενός καταστηματάρχη στην αυτοάμυνα όζει αντιπαθούς μικροαστισμού. Ενώ η υιοθέτηση της δράσης του θύματος αναδίδει άρωμα ριζοσπαστισμού και επαναστατικότητας. Μήπως χάνουμε την επαφή με την πραγματικότητα; Στήνοντας πρόχειρους ήρωες και παίρνοντας ευκόλως τα κεφάλια εκείνων που δεν μας αρέσουν επειδή δεν είναι «διαφορετικοί» αλλά συνηθισμένοι άνθρωποι;
Γ. Π. ΜΑΣΣΑΒΕΤΑΣ