Οι Έλληνες δηλώνουν τη μεγαλύτερη απογοήτευση για την οικονομία στην ΕΕ, ενώ η εμπιστοσύνη στους θεσμούς υποχωρεί
Το νέο Ευρωβαρόμετρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Φθινόπωρο 2025) αποτυπώνει μια Ευρώπη που κινείται ανάμεσα στη σταθερότητα και την ανησυχία, με την Ελλάδα να ξεχωρίζει ως μια από τις πιο επιβαρυμένες χώρες σε επίπεδο προσδοκιών, εμπιστοσύνης και οικονομικού κλίματος. Τα στοιχεία, όπως προκύπτουν από τα πρώτα αποτελέσματα της έρευνας, σκιαγραφούν μια κοινωνία που βιώνει εντονότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο την οικονομική πίεση, αμφισβητεί περισσότερο το μέλλον της Ένωσης και εκφράζει σταθερά υψηλά επίπεδα ανασφάλειας για τη χώρα και την Ευρώπη συνολικά.
Σε επίπεδο ΕΕ, το 48% των πολιτών δηλώνει ότι εμπιστεύεται την Ένωση, με ελαφρά μείωση κατά τέσσερις μονάδες σε σχέση με την άνοιξη του 2025. Η εικόνα της ΕΕ παραμένει θετική για το 42% των Ευρωπαίων, ποσοστό που αν και σταθερό από την προηγούμενη μέτρηση, βρίσκεται πλέον χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2022. Στον αντίποδα, η εμπιστοσύνη προς τις εθνικές κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια βρίσκεται ακόμη χαμηλότερα, στο 33% και 34% αντίστοιχα, δείχνοντας την ευρύτερη κρίση αξιοπιστίας που διατρέχει το πολιτικό σύστημα διεθνώς.
Η Ελλάδα εντάσσεται στην ομάδα των χωρών όπου οι θεσμοί, τόσο ευρωπαϊκοί όσο και εθνικοί, αντιμετωπίζουν ισχυρή δυσπιστία. Η αισιοδοξία των Ελλήνων για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται μόλις στο 44%, από τα χαμηλότερα ποσοστά στην ΕΕ και σαφώς κάτω από τον μέσο όρο του 59%. Στη χώρα κυριαρχεί το αντίθετο συναίσθημα, με την πλειονότητα να εκφράζει απαισιοδοξία. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται μαζί με τη Γαλλία και το Βέλγιο στις χώρες που εμφανίζουν τα υψηλότερα επίπεδα απογοήτευσης για την ευρωπαϊκή προοπτική.
Η οικονομία αποτελεί το σημείο όπου η χώρα διαφοροποιείται περισσότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το 85% των Ελλήνων δηλώνει ότι η εθνική οικονομία βρίσκεται «σε κακή κατάσταση», το υψηλότερο ποσοστό σε όλη την Ένωση, σύμφωνα με τους σχετικούς πίνακες της μελέτης. Η Γαλλία ακολουθεί με 84%, όμως η Ελλάδα παραμένει η χώρα με τη μεγαλύτερη ένταση αρνητικού κλίματος. Σε επίπεδο ΕΕ, η αντίστοιχη εικόνα είναι αισθητά ηπιότερη, με το 60% να θεωρεί την εθνική οικονομία «κακή» και το 38% να τη χαρακτηρίζει «καλή».
Οι ίδιες αντιλήψεις καταγράφονται και όταν οι πολίτες καλούνται να αξιολογήσουν την οικονομική κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνολικά. Ενώ το 46% των Ευρωπαίων θεωρεί ότι η οικονομία της ΕΕ βρίσκεται σε «καλή» κατάσταση, ένα εξίσου 46% την κρίνει «κακή», δείχνοντας μια Ευρώπη διχασμένη αλλά σταθερή ως προς την αξιολόγησή της. Αντιθέτως, στην Ελλάδα κυριαρχεί η αρνητική ματιά, όχι μόνο για την εθνική αλλά και για την ευρωπαϊκή οικονομία, παρά το γεγονός ότι οι πολίτες αναγνωρίζουν διαχρονικά τα οφέλη από τη συμμετοχή της χώρας στην Ένωση.
Πράγματι, στο σύνολο της ΕΕ το 74% των πολιτών πιστεύει ότι η χώρα τους έχει ωφεληθεί από τη συμμετοχή στην Ένωση, το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί ποτέ από το 1983. Στην πρώτη θέση βρίσκονται κράτη όπως η Μάλτα, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, όπου πάνω από εννέα στους δέκα εντοπίζουν τα οφέλη της συμμετοχής. Στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό βρίσκεται χαμηλότερα, ωστόσο εξακολουθεί να διαμορφώνεται σε επίπεδα πλειοψηφίας, δείχνοντας πως, παρά τις επιμέρους επιφυλάξεις, οι πολίτες εξακολουθούν να αντιλαμβάνονται τη συμμετοχή στην Ένωση ως παράγοντα συνολικής ωφέλειας.
Στα εθνικά προβλήματα, το Ευρωβαρόμετρο επιβεβαιώνει μια σταθερή πραγματικότητα: ο πληθωρισμός και το κόστος ζωής αποτελούν μακράν τη μεγαλύτερη ανησυχία των Ελλήνων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, το 49% των πολιτών τοποθετεί το κόστος ζωής ως το σημαντικότερο εθνικό ζήτημα, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην ΕΕ. Σε χώρες όπως η Κροατία και η Βουλγαρία τα αντίστοιχα ποσοστά φθάνουν το 51% και 50%, ωστόσο το ελληνικό ποσοστό παραμένει σταθερά ανάμεσα στα υψηλότερα στην Ένωση. Το οικονομικό βάρος που αισθάνονται τα νοικοκυριά αντανακλάται τόσο στους δείκτες της καθημερινότητας όσο και στη συνολική ψυχολογία της κοινωνίας.
Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία παραμένει κύρια ανησυχία των πολιτών (26%), ενώ ακολουθούν η μετανάστευση (20%) και η διεθνής κατάσταση (19%), σύμφωνα με το σχετικό διάγραμμα της παρουσίασης. Στην Ελλάδα, αν και τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής απασχολούν ένα μέρος της κοινής γνώμης, φαίνεται πως η οικονομική πραγματικότητα και το κόστος ζωής υπερκαλύπτουν κάθε άλλη ανησυχία.

Η έρευνα δείχνει επίσης ότι το 73% των Ευρωπαίων αισθάνεται πολίτης της ΕΕ, με το σχετικό συναίσθημα να διατηρείται ισχυρό σε όλες τις χώρες. Η Ελλάδα βρίσκεται κοντά σε αυτό τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με τους πολίτες να αναγνωρίζουν την ευρωπαϊκή τους ταυτότητα αλλά ταυτόχρονα να εμφανίζουν μια πιο απαισιόδοξη στάση απέναντι στο μέλλον της Ένωσης. Πρόκειται για μια αντίφαση που έχει καταγραφεί και σε προηγούμενα χρόνια: οι Έλληνες αισθάνονται Ευρωπαίοι, αλλά παραμένουν επιφυλακτικοί για την κατεύθυνση που έχει πάρει η Ευρώπη.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τις στάσεις απέναντι στον πόλεμο στην Ουκρανία, τα στοιχεία δείχνουν ότι η μεγάλη πλειονότητα των Ευρωπαίων υποστηρίζει την υποδοχή ανθρώπων που εγκαταλείπουν τη χώρα, τη χρηματοδότηση ανθρωπιστικής βοήθειας και την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία. Η Ελλάδα συμβαδίζει με αυτές τις στάσεις, όμως και εδώ η οικονομική πίεση φαίνεται να καθορίζει περισσότερο την καθημερινή ανησυχία των πολιτών.
Συνολικά, το νέο Ευρωβαρόμετρο καταγράφει μια Ευρώπη που εξακολουθεί να στηρίζει την Ένωση, να αισθάνεται Ευρωπαία και να αναγνωρίζει τα οφέλη της κοινής πορείας. Ωστόσο, οι κοινωνίες συνεχίζουν να δοκιμάζονται από τις οικονομικές πιέσεις, την αβεβαιότητα και τις μεγάλες γεωπολιτικές προκλήσεις. Η Ελλάδα βρίσκεται σε αυτή την εικόνα στη θέση μιας χώρας που, παρά την ευρωπαϊκή της ταυτότητα, βιώνει εντονότερα την κρίση εμπιστοσύνης και τη δυσκολία της καθημερινότητας. Τα ευρήματα επιβεβαιώνουν ότι η ελληνική κοινωνία απαιτεί πλέον απτά αποτελέσματα, σταθερότητα και ένα πιο σαφές ευρωπαϊκό αφήγημα για την επόμενη μέρα.
Σωκράτης Μουτίδης – www.xronos-kozanis.gr









