Το ότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλέξης Τσίπρας, υπήρξε φειδωλός στις δηλώσεις του, αμέσως μετά την συνάντηση του με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, κατά την οποία συζητήθηκαν, πρωτίστως οι εξελίξεις στα εθνικά θέματα και κυρίως οι τρόποι αντιμετώπισης της συνεχούς τουρκικής προκλητικότητας, είναι ένα θετικό σημάδι. Δεν έχω καμία ψευδαίσθηση ότι θα συμφωνήσουν, όλοι, σε όλα. Στην Ελλάδα ζούμε. Όπου, διαχρονικώς, ευδοκιμεί, ως αυτοφυές είδος, η διαφωνία. Αλλά τουλάχιστον να έχουμε μια όσο γίνεται ευρύτερη συναίνεση στον χειρισμό των εθνικών θεμάτων.
Έχουμε ανάγκη από μια σταθερή εξωτερική πολιτική. Ιδίως απέναντι στην Τουρκία. Της οποίας οι πολιτικοί σχεδιασμοί, σε βάρος των δικών μας εθνικών συμφερόντων, είναι μακροχρόνιοι, πολυδουλεμένοι και καλοδουλεμένοι, ανεξαρτήτως του ποιος κυβερνά και ποιος είναι στην αντιπολίτευση στην Άγκυρα. Σχεδιασμοί που υπηρετήθηκαν με το ίδιο παθός, είτε κυβερνούσαν την Τουρκία οι «καραβανάδες» των εναλλασσόμενων δικτατοριών του περασμένου αιώνα, είτε δεξιές κυβερνήσεις, είτε ο «αριστερός» Μπουλέντ Ετσεβίτ, ο πρωθυπουργός του «Αττίλα», είτε, τώρα, οι ισλαμιστές του Ταγίπ Έρντογαν, σε ανοικτή πλέον συνεργασία με τους φασιστικούς «Γκρίζους Λύκους» του Μπαχτσελί. Αλλά και με την ηγεσία του κεμαλικού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, που βρίσκεται στην αξιωματική αντιπολίτευση, όχι μόνο να στηρίζει πλήρως την στρατηγική της κυβέρνησης, αλλά και να πλειοδοτεί σε διεκδικήσεις σε βάρος του ελληνισμού.
Δεν έχουμε λοιπόν την πολυτέλεια να χαράσσουμε ο καθένας την δική του «εθνική γραμμή». Είναι απολύτως αναγκαίο να αναζητηθούν οι «κοινοί παρανομαστές».
Για την ώρα κρατώ την δήλωση του Αλέξη Τσίπρα ότι, κατά την συνάντηση του με τον πρωθυπουργό, το κλίμα ήταν πολύ καλό. Και το γεγονός ότι δεν είχαμε, μετά από αυτή την συνάντηση, δηλώσεις αμετροέπειας και επίδειξης μικροκομματικού υπερπατριωτισμού, με διχαστικό περιεχόμενο.
Όσο για την συζήτηση περί δήθεν ανάγκης να συγκληθεί «συμβούλιο πολιτικών αρχηγών», την οποία υποστήριξε η πρόεδρος ντου ΚΙΝΑΛ κ. Φώφη Γεννηματά, είναι πια καιρός να απομυθοποιήσουμε αυτό το εύρημα, το οποίο τίποτε το ουσιαστικό δεν απέδωσε ως τώρα στην πρακτική του εφαρμογή. Να εξευρωπαϊσθούμε και ως προς αυτό. Διότι πρόκειται για ένα μη θεσμικό «όργανο» το οποίο δεν λειτουργεί σε καμία ευρωπαϊκή δημοκρατία. Είτε προεδρική, είτε βασιλευόμενη, είτε απλώς κοινοβουλευτική.
Η επικοινωνία πρόσωπο με πρόσωπο, μακριά από τον πειρασμό της επιδεικτικής «καταγραφής» πλειοδοσιών και καταγγελιών, είναι πάντοτε πιο γόνιμη.
Μοιραστείτε την είδηση