Η πρώτη Μαΐου ή Μάη, για όσους εντάσσουν και το γλωσσολογικό θέμα σε ιδεολογικό πλαίσιο, έχει καθιερωθεί ως ημέρα των εργατών. Από ποιούς καθιερώθηκε και γιατί; Είναι προφανές ότι καθιερώθηκε από το κυρίαρχο αστικό σύστημα εξουσίας σε ανάμνηση ενός θλιβερού συμβάντος στο Σικάγο των ΗΠΑ την 1η Μαΐου του 1886, ημέρα κατά την οποία εργάτες διαδήλωσαν ειρηνικά με τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους, διεκδικούντες το δικαίωμα οκτάωρης εργασιας ανά ημέρα και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Η αστυνομία τους διέλυσε κάνοντας χρήση οπλοπολυβόλων. Ο ανακοινωθείς αριθμός νεκρών είναι 16, είναι όμως πιθανόν αυτοί να ήσαν περισσότεροι. Αυτό είναι ευρέως γνωστό. Άγνωστο είναι ότι αφορμή δόθηκε από τους διαδηλωτές, όταν ένας από αυτούς έριξε χειροβομβίδα και φόνευσε επτά αστυνομικούς από τους χίλιους και πλέον παρατεταγένους για τον έλεγχο της διαδήλωσης. Επισήμως γίνεται λόγος για αναρχικό δολοφόνο. Ήταν όμως πράγματι αναρχικός εκείνος ή όργανο στην υπηρεσία του συστήματος εξουσίας; Είναι ανεγκέφαλοι άραγε οι όντως αναρχικοί, ώστε να μην είναι σε θέση να αντιληφθούν ότι το σύστημα εξουσίας είναι αδίστακτο, όταν θίγονται τα συμφέροντά του; Είναι άφρονες, ώστε να μη συνειδητοποιούν ότι το σύστημα θέτει απέναντι στο λαό ανθρώπους του λαού, για να καταπνίξουν κάθε διεκδίκηση; Το θλιβερό βέβαια είναι ότι υπάρχουν σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο άνθρωποι, πρόθυμοι να τεθούν στην υπηρεσια του συστήματος για προσωπικό όφελος και να στραφούν εναντίον των διεκδικούντων τα δίκαιά τους. Όμως τα να επιχειρείται να επικρατήσει η αντίληψη ότι όλοι οι υπηρετούντες σε υπηρεσίες της λεγόμενης δημόσιας ασφάλειας είναι πορωμένοι και στο έπακρο εχθροί του λαού, που τους ανέθρεψε, συνιστά ακραία στρέβλωση της πραγματικότητας. Πώς άραγε αισθάνεται σήμερα παιδί αστυνομικού διαβάζοντας σε τοίχους το σύνθημα « μπάτσοι, γουρύνια δολοφόνοι»; Και είναι πράγματι αναρχικοί αυτοί, που το γράφουν και το ξαναγράφουν ή πρακτοράκια, που ανέλαβαν τον άχαρο ρόλο να εξαγριώνουν τα όργανα της τάξης, για να επαναλαβάνεται το συμβάν εκείνο του Σικάγου;
Το αστικό καθεστώς καθιέρωσε αργότερα σε όλες τις χώρες και όχι μόνο στις ΗΠΑ την 1η Μαΐου ως ημέρα τιμής των εργαζομένων και δια νόμου αποτελεί η ημέρα αυτή αργία. Οι αντίπαλοι του συστήματος εξουσίας, πραγματικοί ή υποτιθέμενοι, θεωρούν αυτήν απεργία, αν και αποδέχονται να αμείβονται κανονικά. Και επειδή, για λόγους που ευνοούν το σύστημα, εκδηλώνονται μεταξύ των εργαζομένων ιδεολογικές διαφορές, που προβάλλονται αό τους επικεφαλής των διεκδικήσεων ως χαώδεις, πραγματοποιούνται χωριστές συγκεντρώσεις. Σ’ αυτές εκφωνούνται λόγοι αντίγραφα άλλων προηγουμένων ετών. Το πολύ να προστίθενται και κάποιες νέες παράγραφοι, στις οποίες επισημαίνεται ότι οι εργαζόμενοι από έτος σε έτος χάνουν δικαιώματα, επειδή το σύστημα εξουσίας, ελεγχομενο από άπληστους και ανάλγητους ανθρώπους, αισθάνεται πλέον πανύσχυρο και μη απειλούμενο. Η καθιέρωση της αργίας δεν ήταν απόρροια μεταμέλειας και βεβαίωση μη επανάληψης του συμβάντος, αλλά μικρή υποχώρηση μπροστά στην απειλή του κομμουνισμού, στην επικράτηση του οποίου στη Ρωσία, αρχικά, δεν ήταν αμέτοχο το αστικό σύστημα εξουσίας. Συμβάντα παρόμοια με εκείνο του Σικάγου επανελήφθησαν. Ένα από αυτά και στη χώρα μας, το 1936, όταν καπνεργάτες διαδήλωσαν με επακόλουθο να επέμβη όχι μόνο η αστυνομία αλλά και ο στρατός και να θρηνήσουν οι οικογένειές τους δώδεκα νεκρούς. Έχει βέβαια αποσιωπηθεί ότι είχε προηγηθεί κατάληψη κανεργοστασίου από καπνεργάτες. Η περιουσία είναι το μόνο «ιερό και όσιο» του αστικού ξαθεστώτος και αυτό πρέπει να το γνωρίζουν διαχρονικά οι εργαζόμενοι και οι «αναρχικοί». Το μόνο, που τους επιτρέπεται να καταλαμβάνουν και να καταστρέφουν είναι η δημόσια περιουσία, σχολεία ιδίως, από ανώριμους καταληψίες, που έχουν την εντύπωση ότι αυτοί θα επιτύχουν εκεί που απέτυχαν οι προηγούμενοι!
Βέβαια η θλιεβρή πραγματικότητα είναι ότι για την πλειονότητα του πληθυσμού σε κάθε χώρα η 1η Μαΐου δεν είναι ημέρα διεκδικήσεων, αλλά ημέρα απόδρασης από το κλουβί της καθημερινής φυλακής με μόνη καθημερινή εναλλαγή τη μεταγωγή από το κελί της οικίας στο άλλο της εργασίας. Είναι ημέρα της άνοιξης και των λουλουδιών. Ευγνώμονες έναντι του καθεστώτος, που τους προσφέρει την αργία και αγνοούντες τους λόγους, για τους οποίους κάποτε αποφάσισε να την καθιερώσει, εξέρχονται στη φύση, άγευστοι απ΄ αυτήν οι πολλοί υπό τις επικρατούσες κοινωνικές συνθήκες, ώστε να ανασάνουν λίγο, πριν επανέλθουν στο κλουβί. Και βέβαια δεν σκέπτονται καν ότι ίσως κάποτε το καθεστώς, με την απληστία, που διακρίνει τους εξουσιαστές, ίσως καταργήσει αυτή την αργία, αφού σε πολλούς τομείς έχει καταργήσει, όχι βέβαια δια νόμου αλλά σιωπηρά στην πράξη, το δικαίωμα του περιορισμού της εργασίας σε οκτώ ώρες ημερησίως. Ίσως να προχωρήσει και στην κατάργηση των αργιών κατά τις μεγάλες θρησκευτικές εορτές με την επέκταση του γαλλικού «προτύπου» του ουδετερόθρησκου κράτους. Ίσως να καταλήξει και στην κατάργηση των αργιών κατά τις εθνικές επετείους, αφού τελικός στόχος είναι η εξάλειψη των εθνικών ιδιαιτεροτήτων στα πλαίσια όχι του κομμουνιστικου διεθνισμού, αλλά του άλλου της παγκοσμιοποίησης!
Καθώς στη μαρξιστική ιδεολογία ο ρόλος των εργατών στη βιομηχανία είναι σαφώς σημαντικότερος από τον ρόλο των αγροτών για την επανάσταση προς ανατροπή του αστικού καθεστώτος, λίγος λόγος γίνεται για τους αγρότες, τους οποίους εχθρεύεται ίσως περισσότερο το αστικό καθεστώς και αυτό το βλέπουμε ιδιαίτερα στη χώρα μας σήμερα. Έτσι δεν τιμούμε έναν αξιόλογο Έλληνα, τον Μαρίνο Αντύπα, που αγωνίστηκε για τα εργασιακά δικαιώματα των αγροτών της θεσσαλικής πεδιάδας ως επιστάτης στα κτήματα του μεγαλοκτηματία θείου του. Καθιέρωσε την αργία της Κυριακής, την οποία δεν είχαν καν εισηγηθεί στους τσιφλικάδες (έχει ένταση η τουρκική λέξη) εκκλησιαστικά πρόσπωπα. Αύξησε την αμοιβή των δουλοπαροίκων (κολίγων) από το 25% της παραγωγής σε 75% και παρέγραψε τα χρέη τους. Με ομιλίες του σε συγκεντρώσεις κολίγων προέτρεπε σε διεκδίκηση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κορύφωση των προσπαθειών του ήταν το συλλαλητήριο στο Λασποχώρι, στις αρχές του 1907. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να θεωρηθει από τους άλλους τσιφλικάδες επικίνδυνος επαναστάτης. Οργάνωσαν τη δολοφονία του στον Πυργετό (8/3/1907). Ο Αντύπας προβάλλεται ως οπαδός του σοσιαλισμού. Αλλά σε αντίθεση προς τους ξεθωριασμένους τότε στη Δύση, άθεους επί το πλείστον «σοσιαλιστές», ο Μαρίνος ήταν συνεπής χριστιανός και οραματιζόταν την επικράτηση της εν Χριστώ κοινωνικής δικαιοσύνης.
Οι «χριστιανοί» σήμερα υποταγμένοι πλήρως στο αστικό καθεστώς από ιδιοτέλεια ή φόβο, δεν τιμούμε ανθρώπους σαν τον Μαρίνο Αντύπα, καταντώντας να τους θεωρούμε ακόμη και εχθρούς της πίστης μας! Αλλά και όλοι γενικά, πάσης «ιδεολογίας» ή « πίστης», εγωκεντρικοί στο έπακρο, περιοριζόμστε σε φωνητικές διεκδικήσεις ή σε ευχολόγια να μας σπλαχνισθεί το καθεστώς, το οποίο κατά καιρούς προβαίνει και σε «φιλάνθρωπες» κινήσεις! Πώς να γνωρίζουμε, αφού δεν μας ενδιαφέρει, πόσες ώρες ημερσίως και έναντι ποιάς αμοιβής εργάζονται οκτάχρονα παιδάκια στην Ινδία, στο Μπαγκλαντές και αλλού, για να προσφέρουν οι εκμεταλλευτές του, εγχώριοι και δυτικοί «υπέρμαχοι των δικαιωμάτων και εχθροί της παιδικής εργασίας» πάμφθηνα ρούχα ή είδη υφαντουργίας, τα οποία οδήγησαν πλήθος ευρωπαϊκών επιχειρήσεων σε πτώχευση; Πώς να γνωρίζουμε, αφού δεν μας ενδιαφέρει, ότι πλήθος παιδιών από οκτώ ετών εργάζονται υπό απανθρωπες συνθήκες σε μεταλλεία πολυτίμων μετάλλων στην Αφρική, στο Κογκό ιδίως, προκειμένου να τροφοδοτείται ακατάπαυστα η βιομηχανία ηλεκτρονικών συσκευών και να απολαμβάνομε εμείς, υπέρμαχοι και «εχθροί» του καθεστώτος, νέων γενεών συσκευές κινητής τηλεφωνίας και διαφόρων μορφών υπολογιστές και άλλες συσκευές, στις οποίες το σύστημα επέτυχε να μην ανιχνεύεται το αίμα των θυμάτων εργατικών ατυχημάτων!
Ο δυτικός άνθρωπος, είτε ως θύτης είτε ως θύμα του συστήματος, διακρίνεται για την αναλγησία του. Τα δράμα, το φρικτό, άλλων θυμάτων δεν τον αγγίζει. Κααυχάται όμως ότι είναι υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία αυτός ανακάλυψε, προέβαλε και δια νόμου επέβαλε τον σεβασμό τους. Αλλοίμονο στους λαούς από την απληστία των υπερμάχων των δικαιωμάτων. Λησμόνησαν αυτοί να τους τονίσουν οτι δικαιώματα έχουν μόνο οι προνομιούχοι, όχι οι κολίγοι, τους οποίους επιχείρησε να λυτρώσει από το βάρος της σκλαβιάς ο Μαρίνος Αντίπας.