Της Σοφίας Κ.Π. Τζήκα, Οδοντιάτρου, Εκπροσώπου του Οδοντιατρικού Συλλόγου Κοζάνης στην Ελληνική Οδοντιατρική Ομοσπονδία
Τα τελευταία χρόνια, τα ποσοστά καρκίνου του στόματος έχουν αυξηθεί και μάλιστα σε μικρότερες ηλικίες κάτω των 40 χρόνων. Ενοχοποιούνται αλκοόλ, κάπνισμα, κακή στοματική υγιεινή, ο ιός ανθρωπίνων θηλωμάτων HPV ( μεταδίδεται και μέσω στοματογεννητικής επαφής ) , κληρονομικότητα, και παράγοντες.
Συγκεκριμένα, το κάπνισμα ευθύνεται για:
Το 70 – 90% των θανάτων από καρκίνο του πνεύμονα.
Το 75 – 85% των θανάτων από καρκίνο του λάρυγγα.
Tο 50 – 75% των θανάτων από καρκίνο στόματος, φάρυγγα και οισοφάγου.
Το 30 – 50% των θανάτων από καρκίνο της ουροδόχου κύστης και των νεφρών.
Το 20 – 25% των θανάτων από καρκίνο του παγκρέατος, του στομάχου και μικρότερα ποσοστά άλλων καρκίνων.
Η πιθανότητα προσβολής από καρκίνο του πνεύμονα είναι στους καπνιστές κατά 23,3 φορές μεγαλύτερη στους άνδρες και κατά 12,7 φορές στις γυναίκες σε σχέση με τους μη καπνιστές. Αντίστοιχα, πολύ υψηλότερη είναι η πιθανότητα προσβολής από καρκίνο, στόματος, φάρυγγα, οισοφάγου, αλλά και διπλάσια έως τριπλάσια η πιθανότητα για καρκίνο ουροδόχου κύστης, νεφρών, παγκρέατος, κ.ά.
Παραδοσιακά, ο καρκίνος του πνεύμονα ήταν μια ασθένεια κυρίως των ανδρών. Από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, λόγω του ότι το κάπνισμα στις γυναίκες άρχισε να γίνεται κοινωνικά αποδεκτό, η συχνότητα του καρκίνου του πνεύμονα στις γυναίκες άρχισε να αυξάνεται προοδευτικά.
Από το 1987 ο καρκίνος του πνεύμονα έγινε η πρώτη αιτία θανάτου στις Αμερικανίδες, ξεπερνώντας ακόμα και τον καρκίνο του στήθους. Μάλιστα, ο αριθμός των γυναικών που πεθαίνουν λόγω καρκίνου του πνεύμονα, είναι μεγαλύτερος από ότι το άθροισμα των θανάτων λόγω καρκίνων του μαστού και του παχέος εντέρου, που είναι αντίστοιχα η δεύτερη και τρίτη κυριότερη αιτία θανάτων λόγω καρκίνου στις γυναίκες.
Η παρατηρούμενη διαφορά στο σχετικό κίνδυνο μεταξύ ανδρών και γυναικών οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, όπως την ηλικία έναρξης, τη διάρκεια του καπνίσματος, το μέσο αριθμό τσιγάρων, το βάθος εισπνοής, την ηλικία διακοπής κ.λπ. Συγκεκριμένα έχει αποδειχθεί, ότι ο κίνδυνος εκδήλωσης καρκίνου στους καπνιστές εξαρτάται κυρίως από:
-Τον αριθμό των τσιγάρων που καπνίζουν. Ο κίνδυνος θανάτου από καρκίνο σε άνδρες που καπνίζουν κατά μέσο όρο κάτω από 10 τσιγάρα την ημέρα είναι 4 – 5 φορές μεγαλύτερος σε σύγκριση με τους μη καπνιστές, ενώ σε όσους καπνίζουν πάνω από 20 τσιγάρα, 15 – 20 φορές μεγαλύτερος (IARC 2002). Στις γυναίκες, ο σχετικός κίνδυνος φαίνεται να είναι κάπως μικρότερος από ότι στους άνδρες καπνιστές.
-Την ηλικία έναρξης του καπνίσματος. Σε όσους άρχισαν το κάπνισμα σε ηλικία κάτω των 15 ετών, η πιθανότητα θανάτου από καρκίνο του πνεύμονα είναι 17 – 19 φορές μεγαλύτερη από τους μη καπνιστές, ενώ σε όσους άρχισαν σε ηλικία άνω των 25 ετών ο κίνδυνος είναι 4 – 5 φορές μεγαλύτερος από τους μη καπνιστές (US DHHS 1989).
Τη συνολική διάρκεια της καπνιστικής συνήθειας, παράγοντας που φαίνεται ότι έχει ιδιαίτερη σημασία. Αν υποθέσουμε ότι ο τριπλασιασμός του αριθμού των τσιγάρων που καταναλώνονται ημερησίως οδηγεί σε τριπλασιασμό του κινδύνου για καρκίνο του πνεύμονα, ο τριπλασιασμός της διάρκειας της καπνιστικής συνήθειας μπορεί να οδηγήσει σε 100πλασιασμό του κινδύνου (IARC 2002).
Σε όσους εκτίθενται παθητικά στο κάπνισμα, ο κίνδυνος προσβολής από καρκίνο του πνεύμονα είναι κατά 20 – 30% μεγαλύτερος από τους μη καπνιστές (US DHHS 2000). Είναι επίσης χαρακτηριστικό, ότι παρά τη μεγάλη μείωση στην περιεκτικότητα των τσιγάρων σε πίσσα και τη χρήση φίλτρων που παρατηρήθηκε μετά το 1980, δεν παρατηρείται ουσιαστική μείωση του κινδύνου στους καπνιστές. Φαίνεται δηλαδή ότι τα «ελαφρά» τσιγάρα ή το φίλτρο δεν μειώνουν τον κίνδυνο (US DHHS 2000).
Στυτική δυσλειτουργία
Ως ένας από τους κύριους παράγοντες που επηρεάζουν τη στύση του άνδρα, είναι γνωστό πως είναι και το κάπνισμα. Η στυτική δυσλειτουργία σε μεγάλο βαθμό οφείλεται και στο τσιγάρο. Οι επιστήμονες τώρα ήρθαν να προειδοποιήσουν για έναν ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο: Ακόμη και όταν ένας άνδρας κόψει το κάπνισμα, συνεχίζει να έχει προβλήματα στυτικής δυσλειτουργίας, που οφείλονται στο τσιγάρο.
Στοματική υγιεινή
Το κάπνισμα οδηγεί σε προβλήματα στοματικής υγιεινής, όπως: Κακή αναπνοή, δυσοσμία, αποχρωματισμός των δοντιών, χρωστικές στα δόντια, κακή γεύση, φλεγμονή των σιελογόνων αδένων, αυξημένη συσσώρευση πλάκας και πέτρας στα δόντια, αυξημένη απώλεια του οστού της γνάθου, αυξημένος κίνδυνος λευκοπλακίας και λευκών κηλίδων στο εσωτερικό του στόματος, αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης ουλίτιδας, φλεγμονής στα ούλα, μικρότερη αποτελεσματικότητα της περιοδοντικής θεραπείας, αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης περιοδοντικής νόσου βαρύτερης μορφής (η κύρια αιτία απώλειας δοντιών), καθυστέρηση στη διαδικασία επούλωσης μετά από εξαγωγή οδόντων, περιοδοντική θεραπεία ή χειρουργικές επεμβάσεις του στόματος, χαμηλότερο ποσοστό επιτυχίας σε οδοντιατρικές επεμβάσεις τοποθέτησης εμφυτευμάτων, αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του στόματος.
Έντεκα χρόνια μετά τη διακοπή του καπνίσματος, η πιθανότητα των πρώην καπνιστών να έχουν περιοδοντική νόσο, δεν ήταν διαφορετική από τους ανθρώπους που δεν είχαν καπνίσει ποτέ. Ακόμη και η μείωση του αριθμού των τσιγάρων φαίνεται να βοηθάει σε θέματα στοματικής υγιεινής. Σε μια μελέτη διαπιστώθηκε ότι οι καπνιστές που μείωσαν τη συνήθεια του καπνίσματος τους σε λιγότερο από μισό πακέτο την ημέρα, είχαν μόνο τρεις φορές περισσότερο τον κίνδυνο ανάπτυξης ουλίτιδας σε σύγκριση με τους μη καπνιστές, και η οποία ήταν σημαντικά χαμηλότερη από τον έξι φορές υψηλότερο κίνδυνο σε όσους κάπνιζαν περισσότερο από ενάμιση πακέτο την ημέρα.
Περίπου το 90% των ατόμων με καρκίνο του στόματος, των χειλιών, της γλώσσας, και του φάρυγγα ήταν καπνιστές. Ο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου εξαρτάται από τα χρόνια και τον αριθμό των τσιγάρων που καπνίζει κάποιος. Οι καπνιστές έχουν έξι φορές περισσότερες πιθανότητες από τους μη καπνιστές να αναπτύξουν αυτές τις μορφές καρκίνου.
Περίπου το 37% των ασθενών οι οποίοι συνεχίζουν να καπνίζουν μετά από μία θεραπεία του καρκίνου τους, θα αναπτύξουν δεύτερο καρκίνο του στόματος, των χειλιών, της γλώσσας, και του φάρυγγα, σε σύγκριση με μόνο το 6% των ατόμων που διακόπτουν το κάπνισμα.
Πώς το κάπνισμα μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση ουλίτιδας και περιοδοντίτιδας;
Το κάπνισμα και άλλα προϊόντα καπνού μπορεί να οδηγήσουν στην ασθένεια των ούλων και του περιοδοντίου (των ιστών δλδ. που βρίσκονται περιφερικά του δοντιού, επηρεάζοντας την πρόσφυση των οστών και των μαλακών ιστών στα δόντια σας. Πιο συγκεκριμένα, φαίνεται ότι το κάπνισμα παρεμβαίνει στην κανονική λειτουργία των κυττάρων των ιστών των ούλων. Αυτή η παρεμβολή καθιστά τους καπνιστές πιο επιρρεπείς σε λοιμώξεις, όπως η περιοδοντική νόσος βαρύτατης μορφής και επίσης φαίνεται ότι προκαλεί μείωση της ροής του αίματος στα ούλα και η οποία με τη σειρά της μπορεί να επηρεάσει την επούλωση του τραύματος.
Το κάπνισμα πίπας ή πούρου προκαλούν οδοντικά προβλήματα;
Ναι, όπως τα τσιγάρα έτσι και η πίπα και τα πούρα μπορεί να οδηγήσουν σε προβλήματα στοματικής υγείας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας μεγάλης μελέτης που δημοσιεύτηκε στο Journal of η American Dental Association, με 23 έτη παρακολούθησης, οι καπνιστές πούρων εμφάνισαν απώλεια των δοντιών και φατνιακής οστικής απώλειας σε παρόμοια συχνότητα με τους καπνιστές τσιγάρων. Οι καπνιστές πίπας έχουν επίσης ένα παρόμοιο κίνδυνο απώλειας των δοντιών. Πέρα από αυτούς τους κινδύνους, οι καπνιστές πίπας και πούρων εξακολουθούν να διατρέχουν κίνδυνο για την εμφάνιση καρκίνου του φάρυγγα και του στόματος – ακόμη και αν δεν εισπνέουν τον καπνό – και άλλες συνέπειες στη στοματική υγεία όπως κακή αναπνοή, λεκιασμένα δόντια, και αυξημένο κίνδυνο περιοδοντικής νόσου.
Σ’ αυτή τη μάχη δεν είσαι μόνη, μόνος, μπορείς να τα καταφέρεις, μαζί μπορούμε να πετύχουμε την διακοπή της καπνιστικής σου συνήθειας.
Ενημερώσου από τους ειδικούς
Η πρόληψη σώζει ζωές.
Η δύναμή μας κατά του καπνίσματος είσαι εσύ.