Διευθυντής ΜΕΘ Κοζάνης: «Δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει»

5 Min Read

«Κραυγή» αγωνίας για το Μαμάτσειο

Τα προβλήματα της υποστελέχωσης στα νοσοκομεία της περιοχής και της μη ύπαρξης ουσιαστικών και αποτελεσματικών κινήτρων, ανέδειξε για μια ακόμη φορά ο Διευθυντής της  ΜΕΘ Κοζάνης, Κωνσταντίνος Στόκκος. Ο ίδιος, μιλώντας στο «Χ», τόνισε πως χρειάζεται άμεση στελέχωση όλων των υγειονομικών μονάδων με το απαραίτητο προσωπικό ενώ σημείωσε πως οι τοπικές Αρχές και το Υπουργείο δεν δίνουν τα απαραίτητα κίνητρα για την προσέλκυση ιατρών στη Δυτική Μακεδονία αλλά και γενικά στην περιφέρεια.

- Advertisement -
Ad image
- Advertisement -
Ad image

Όπως ανέφερε, υπάρχουν δύο μόνιμοι γιατροί στη ΜΕΘ και άλλες δύο θέσεις καλύπτονται από γιατρούς που μετακινούνται, κάτι το οποίο καθιστά την κάλυψη των θέσεων αβέβαιη. «Η ύπαρξη των γιατρών κάθε μήνα είναι αβέβαιη. Δεν ξέρουμε τι θα μας βρει κάθε μέρα. Δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει. Προσπαθούμε να λειτουργήσουμε με πρωτόκολλα, με πρόγραμμα, με σειρά και όλο αυτό μας δυσκολεύει. Αυτοί οι άνθρωποι ήρθαν σε εμάς με ένα πρόγραμμα μετακινήσεων των 1.800 ευρώ μικτά αλλά αυτά ήταν μόνο για δύο μήνες και μετά ήταν αναγκασμένοι να έρχονται, ουσιαστικά χωρίς τη θέληση τους. Δεν είμαστε μόνο εμείς έτσι, αυτά γίνονται σε όλη την περιφέρεια». 

Αναφορικά με το θέμα των κινήτρων, σημείωσε πως δεν έχουν κάτι χειροπιαστό στα χέρια τους προκειμένου να ηρεμήσουν και να έχουν μια ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον, να συγκεντρωθούν στη δουλειά τους, το έργο τους και το σκοπό τους. «Θέλουμε κίνητρα για να έρθει ο κόσμος στην περιοχή και να λειτουργήσουμε σωστά. Επίσης, δεν υπάρχει έλεγχος και σειρά. Η Κοζάνη είναι ένα απόμακρο και ορεινό μέρος, χρειάζονται κίνητρα και διαχρονικά είχε πρόβλημα, πάντα υπήρχαν ζητήματα. Απλά τώρα που δυσκόλεψαν τα πράγματα και οι καιροί, τα ζητήματα αυτά έγιναν χειρότερα. Το Υπουργείο δεν κάνει τίποτα, λένε ότι θα κάνουν αλλά δε γίνεται τίποτα. Πρέπει να κάνει ο Δήμος και η Περιφέρεια, έπρεπε να έχουν δοθεί χθες αυτά τα κίνητρα»

Ο κ. Στόκκος ανέφερε πως τα κρεβάτια της ΜΕΘ Κοζάνης αυξήθηκαν από τέσσερα σε πέντε όμως δεν φτάνουν για να καλύψουν τις ανάγκες της Δυτικής Μακεδονίας, καθώς με βάση τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο απαιτούνται δώδεκα κρεββάτια ΜΕΘ ανά 100.000 κατοίκους, με τη Δυτική Μακεδονία να έχει περίπου 270.000 κατοίκους. «Επειδή είμαστε τέσσερις γιατροί, ανοίξαμε και πέμπτο κρεββάτι, γιατί αυτό ήταν το σωστό αλλά με δυσκολία. Δεν έχουμε μόνιμο προσωπικό. Μετακινούνται από άλλα τμήματα, υποβαθμίζονται άλλα τμήματα για να έρθουν σε εμάς». 

Συνέχισε λέγοντας πως οι ΜΕΘ συμπεριλαμβάνονται στις τριτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας και χρειάζεται ένα νοσοκομείο που να προσφέρει τριτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας, όπως είναι μια καλά οργανωμένα ορθοπεδική κλινική, μια καλά οργανωμένη νεφρολογική κλινική, ενδεχομένως νευροχειρουργική, καρδιοχειρουργική, ένα αιμοδυναμικό κ.ο.κ. «Μιλάμε για μια ολόκληρη περιφέρεια, αλλά υπάρχουν και συμφέροντα εκτός της περιφέρειας που δεν την αφήνουν να ορθοποδήσει. Τα σοβαρά περιστατικά πρέπει να αντιμετωπίζονται στη “χρυσή ώρα” όπως λέμε, δε γίνεται χάνεται χρόνος με τις διακομιδές. Πρέπει να υπάρχει εδώ το αιμοδυναμικό και ουσιαστικές εγκαταστάσεις υγείας γιατί αλλιώς οι άνθρωποι χάνονται. Ακόμα και στα βασικά χάνονται, όταν π.χ. υπολειτουργεί μια κλινική. Εμείς προσπαθούμε να μην υπολειτουργούμε αλλά τα βγάζουμε πέρα με μεγάλη δυσκολία. Προσπαθούμε να κάνουμε υπομονή και να συνεχίσουμε να παλεύουμε» τόνισε ο ίδιος. 

«Πρέπει να διορθωθεί άμεσα το πρόβλημα που υπάρχει με το δημόσιο σύστημα υγείας. Όταν αυτό δεν λειτουργεί σωστά, είναι δείγμα έλλειψης ανθρωπιάς και έλλειψη αξιοπρέπειας. Τα προβλήματα παντού είναι πολλά. Πολλοί ασθενείς πεθαίνουν επειδή δεν γίνεται αποκατάσταση που είναι το 50% της θεραπείας. Ζητάμε να μας σεβαστούν αρχικά σαν ανθρώπους και μετά σαν γιατρούς και να μας ακούσουν. Δεν μας ακούει κανείς. Πρέπει να τηρούνται οι εκάστοτε νόμοι, να υπάρχουν ειδικά, οικονομικά και επιστημονικά κίνητρα για να πηγαίνει το προσωπικό στην επαρχία και να στελεχώνονται σωστά οι δομές υγείας. Βλέπουν την υγεία να φθείρεται, φωνάζουμε όσοι φωνάζουμε και δεν μας ακούει κανείς, ενώ έχουμε δώσει καλά δείγματα γραφής. Θέλουμε να μας φερθούν ανθρώπινα και να μας σεβαστούν, γιατί αυτό θα έχει αντίκτυπο και στον ασθενή. Αν μας σεβαστούν θα δουλεύουμε και εμείς καλύτερα και με περισσότερη ασφάλεια» κατέληξε ο κ. Στόκκος.

Θένια Βασιλειάδουwww.xronos-kozanis.gr

Μοιραστείτε την είδηση