Στις 5 Φεβρουαρίου 2024, υπό τον τίτλο «Αγωνία για τον ναό του Αγίου Γεωργίου Άνω Κώμης» είχαν δημοσιευτεί στον τοπικό τύπο της Κοζάνης κάποιες εξελίξεις αναφορικά με τις εργασίες εκτίμησης και αποκατάστασης του ναού, κατά το χρονικό διάστημα που πέρασε από την πρώτη δημοσίευση του θέματος στον τοπικό τύπο, ένα χρόνο νωρίτερα στις 22 Φεβρουαρίου 2023.
Οι εξελίξεις μέσα στο 2023 ήταν η σύνταξη ενός φακέλου έργου γεωτεχνικής μελέτης για την εκτίμηση του γεωλογικού φαινομένου, το οποίο μέρα με τη μέρα καταστρέφει τον ναό.
Έκτοτε, έχει περάσει άλλος ένας χρόνος. Το μόνο που έχει γίνει μέσα στο 2024 ήταν η διοργάνωση μιας εκδήλωσης στις 27 Μαΐου από τον δραστήριο Μορφωτικό Πολιτιστικό Σύλλογο Άνω Κώμης, με τίτλο «Άγιος Γεώργιος S.O.S.» Στην εκδήλωση προβλήθηκε η πολιτιστική – αρχαιολογική σημασία του ναού από την εφορεία αρχαιοτήτων, καθώς και οι ενέργειες που έχουν γίνει για τη διάσωση του κτίσματος από την Περιφερειακή Διοίκηση. Ουσιαστικά, επιβεβαιώθηκε πως ο φάκελος εγκρίθηκε, και απομένει η γεωτεχνική έρευνα να χρηματοδοτηθεί και να υλοποιηθεί, ώστε -ανάλογα με τα αποτελέσματά της – να προταθούν και να υλοποιηθούν γεωτεχνικά έργα σταθεροποίησης του εδάφους, έτσι ώστε να ακολουθήσει μελέτη και εφαρμογή αποκατάστασης του ίδιου του ναού.
Την εκδήλωση ακολούθησε η μεταφορά κάποιων φορητών κειμήλιων σε ασφαλέστερο μέρος, αφού ο ναός του Αγίου Γεωργίου κινδυνεύει με κατάρρευση ανά πάσα στιγμή. Δυστυχώς, δεν έχει υπογραφεί, ακόμη, κάποια σύμβαση ανάμεσα στην Περιφέρεια και κάποιον γεωτεχνικό μελετητή. Τουλάχιστον μέχρι την τελευταία τηλεφωνική επικοινωνία με την ΑΝΚΟ στα μέσα Ιανουαρίου, όπου διαβεβαιώθηκε πως το θέμα έχει δρομολογηθεί και είναι απλά ζήτημα χρόνου και γραφειοκρατίας για να υλοποιηθεί.

Τα ζητήματα γραφειοκρατίας, ιδιοκτησίας, τα νομικά ζητήματα, και οι διαδικασίες ελέγχου διαχείρισης δημόσιου χρήματος είναι, πολλές φορές, πιο δύσκολα και χρονοβόρα στη λύση τους από ότι τα τεχνικά. Το ΞΕΝΙΑ δεν κατέρρευσε ούτε από σεισμό, ούτε από καθίζηση. Πολλές φορές, όμως, το σημαντικότερο ζήτημα είναι οι προτεραιότητες. Στην Ξάνθη και στα Τρίκαλα, η παλιά πόλη σώθηκε, όχι γιατί εκεί η γραφειοκρατία και το νομοθετικό πλαίσιο ήταν διαφορετικά από ότι ήταν στην Κοζάνη. Σώθηκε, γιατί εκεί κάποιοι άνθρωποι έβαλαν την διάσωση των παλιών γειτονιών ως προτεραιότητα, και δούλεψαν για να σωθούν, θυσιάζοντας άλλα πράγματα. Στην Κοζάνη, δεν διασώθηκαν παρά μόνο κάποια μετρημένα διάσπαρτα αρχοντικά και ναοί. Διεσπαρμένα και ασύνδετα, όχι μόνο μεταξύ τους, αλλά και με τον περιβάλλοντα σε αυτά αστικό ιστό. Σχεδόν όλος ο αστικός ιστός της οθωμανικής και προπολεμικής περιόδου χάθηκε, όχι λόγω του σεισμού του ’95, ούτε λόγω της οικονομικής δυσπραγίας των τελευταίων ετών. Χάθηκε κατά τις οικονομικά «καλές εποχές», λόγω διαφορετικών προτεραιοτήτων, οι οποίες βέβαια αντανακλούν και διαφορετικές αξίες.
Πολλές φορές αναρωτιέμαι, πως μπόρεσαν οι Ανωκωμίτες μεταξύ 1945 και 1995 να οικοδομήσουν εκ νέου και να συντηρήσουν τρεις μεγάλους ναούς και έξι ξωκκλήσια-παρεκκλήσια στον οικισμό τους, και σήμερα δεν μπορούν να διασώσουν το σπουδαιότερο μνημείο τους. Αναρωτιέμαι επίσης, γιατί το έκαναν. Δεν ήταν ο ανέκαθεν χαρακτηριστικός στον οικισμό εκκλησιαστικός διχασμός. Κάλλιστα, μπορούσαν οι μεν να εκκλησιάζονται στον Άγιο Γεώργιο (1882) και το παρεκκλήσι του και οι δε στην Αγία Παρασκευή (1876) και το παρεκκλήσι της. Ήταν αρκετά μεγάλοι ναοί για να καλύπτουν τις λατρευτικές ανάγκες αμφότερων των εκκλησιαστικών ομάδων του οικισμού. Φαίνεται πως οι παλιοί είχαν ανάγκες και αξίες – συνεπώς προτεραιότητες – ακατανόητες σε εμένα. Καταλήγω έτσι να αναρωτιέμαι, τι θα σκέφτονται οι επόμενες γενιές για τη δική μας.
Σίγουρα, λόγω περιορισμένων πόρων, η Περιφέρεια πρέπει να δώσει προτεραιότητα στη συντήρηση ή εκ νέου οικοδόμηση έργων που θα προσφέρουν οικονομικά, όπως η εξασφάλιση της κυκλοφορίας στη γέφυρα των Σερβίων, η σιδηροδρομική σύνδεση με την υπόλοιπη χώρα κλπ. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει πως η πολιτιστική κληρονομιά πρέπει να εγκαταλειφθεί εντελώς. Δεν ξαναχτίζεται εύκολα κάτι που έχει καταρρεύσει, και όταν αυτό γίνεται, έχει χαθεί μέρος από την αξία του. Βέβαια, προηγούνται τα Βυζαντινά μνημεία στην Καστοριά, και τα αρχοντικά της Σιάτιστας. Θα μπορούσε επίσης να ειπωθεί, πως οι ετοιμόρροποι ναοί του 16ου αιώνα στις Γούλες και στο Τριγωνικό, μάλλον προηγούνται του Αγίου Γεωργίου Άνω Κώμης. Αλήθεια, όμως, πόλεις με βυζαντινή και ταυτόχρονα οθωμανική αρχιτεκτονική κληρονομιά, όπως η Βέροια και τα Γιάννενα, πως καταφέρνουν και διατηρούν τόσα πολλά μνημεία; Ας μην αναφερθώ σε παραδείγματα του εξωτερικού.
Πολλές φορές αναρωτιέμαι για τη γενιά μου: «τι κάναμε λάθος;». Ή «τι δεν κάναμε όπως οφείλαμε να το κάνουμε». Μπορεί τελικά να μας αξίζει μια Κοζάνη και χωριά χωρίς μνημεία, αφού ιεραρχούμε άλλα πράγματα ως σημαντικότερα. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι αξίζει στις επόμενες γενιές αυτού του τόπου.
*Νικόλαος Σταμκόπουλος, Μηχανικός Περιβάλλοντος