Σοβαρή έρευνα δίχως οικονομικούς πόρους δεν γίνεται. Ταυτόχρονα, σοβαρή έρευνα δεν γίνεται με επιρροή από σπόνσορες και δωρητές με αμφιλεγόμενες επιδιώξεις. Καθώς οι κυβερνητικοί οργανισμοί βασίζονται στην ανεξάρτητη έρευνα και τα λεγόμενα policy recommendations, είναι σημαντικό οι ερευνητές να μην έχουν σύγκρουση συμφερόντων που μπορεί να επηρεάσει την κρίση τους.
Στη δεκαετία του ’50 εμφανίστηκαν για πρώτη φορά δημοσιεύματα που έφερναν στο φως δεδομένα επιστημονικών μελετών και συνέδεαν τον καρκίνο με το κάπνισμα. Μπροστά στον κίνδυνο τα επιστημονικά δεδομένα να επηρεάσουν αρνητικά την κοινή γνώμη ως προς το κάπνισμα, οι μεγάλοι παίκτες της καπνοβιομηχανίας αποφάσισαν «να συνεργαστούν στενά με όσους είχαν ως καθήκον την προάσπιση της δημόσιας υγείας», παρέχοντάς τους οικονομική υποστήριξη για ανεξάρτητη έρευνα (Abdalla & Abdalla, 2021, The Grey Hoodie Project: Big Tobacco, Big Tech, and the Threat on Academic Integrity).
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει σήμερα με τις λεγόμενες Big Tech. Από το 2016 και μετά που η υπόθεση της Cambridge Analytica και η προσπάθεια επιρροής στις αμερικανικές εκλογές έγιναν γνωστές στην κοινή γνώμη, ξεκίνησε και η αποκαθήλωση εταιρειών, όπως η Meta. Ή καλύτερα άρχισαν να γίνονται γνωστές και λιγότερο κολακευτικές πλευρές της δραστηριότητάς τους. Προκειμένου να περιορίσουν τις δυσμενείς συνέπειες (damage control), οι Big Tech έκαναν αυτό που προηγουμένως έκανε η καπνοβιομηχανία. Ξεκίνησαν να χρηματοδοτούν διάφορους οργανισμούς και πανεπιστήμια για να «εξασφαλίσουν την υπεύθυνη χρήση της ΤΝ», διοχετεύοντας τεράστια ποσά στην επιστημονική έρευνα. Με αυτό τον τρόπο ασκούν επιρροή και κατευθύνουν την έρευνα, αποφασίζοντας το τι θα ερευνηθεί, αλλά και τι δεν θα ερευνηθεί ελλείψει χρημάτων.
Αυτό δεν συμβαίνει (μόνο) σε μέτριου ή χαμηλού κύρους ιδρύματα, αλλά και στα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου. Πριν λίγες μέρες, ερευνήτρια, εγνωσμένου κύρους, σε θέματα παραπληροφόρησης στο Shorenstein Center του Πανεπιστημίου Harvard κατηγόρησε τον εργοδότη της ότι έληξε τη συνεργασία τους, προκειμένου να προστατέψει τη σχέση του με τη Meta/Facebook, καθώς, μέσω του Chan/Zuckerberg Initiative, το Πανεπιστήμιο έλαβε χρηματοδότηση ύψους 500 εκ. δολαρίων για να δημιουργήσει ένα νέο κέντρο για τη μελέτη της ΤΝ.
Αν η υπόθεση αυτή, όπως και αυτή της Cambridge Analytica, δεν αναδεικνύονταν ως θέμα μέσα από την ερευνητική δημοσιογραφία και τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος, δεν θα γινόταν (έστω και στο περιθώριο) η συζήτηση που είναι υπαρξιακή για το μέλλον της ακαδημαϊκής έρευνας.
Καθώς γίνεται μεγάλη συζήτηση αυτή τη στιγμή για το άνοιγμα της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα, είναι χρήσιμο να σταθούμε στην ενίσχυση της δημόσιας χρηματοδότησης (βλ. ΕΛΙΔΕΚ) της ακαδημαϊκής έρευνας, αλλά και στη διαφάνεια των πόρων στην έρευνα, καθώς αυτό μοιάζει να είναι το βασικό διακύβευμα.
Δημοσιεύτηκε στο Βήμα της Κυριακής 7.1.2024