Τα συμπεράσματα της μελέτης του ΓΕΩΤ.Ε.Ε. /Π.Δ.Μ. για τις επιπτώσεις της ανάπτυξης των Α.Π.Ε.

8 Min Read

Στη Δυτική Μακεδονία το 31,4% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος των Α.Π.Ε. της χώρας

Όπως αναφέρεται στη μελέτη του παραρτήματος Δυτικής Μακεδονίας του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αυτές επεκτείνονται με ταχείς ρυθμούς, ως αποτέλεσμα της ανάγκης για κάλυψη των ενεργειακών απαιτήσεων ενός ραγδαίως αυξανόμενου ανθρώπινου πληθυσμού, με ταυτόχρονη επίτευξη των στόχων για τον μετριασμό των επιπτώσεων και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, όπως αυτοί διαμορφώθηκαν τόσο από το ευρωπαϊκό όσο και από το εθνικό πλαίσιο (Green Deal).

Η διείσδυση των Α.Π.Ε. στην παραγωγή ενέργειας παρουσιάζει ορισμένα σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τη χρήση συμβατικών ορυκτών καυσίμων, και ταυτόχρονα συνδέεται με μια σειρά από προκλήσεις, μειονεκτήματα και επιπτώσεις που αφορούν τόσο στο φυσικό όσο και στο ανθρωπογενές περιβάλλον.

Η συγκεκριμένη μελέτη σκοπό έχει να συμβάλλει, στη βέλτιστη αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων που προσφέρουν οι εγκαταστάσεις των Α.Π.Ε., είτε από μόνες τους είτε σε συνδυασμό με άλλες οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες και ταυτόχρονα να συμβάλλει, στην αποφυγή των αρνητικών περιβαλλοντικών, κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων που απορρέουν από τη λειτουργία τους, προκειμένου να επιτευχθεί βιώσιμη περιφερειακή ανάπτυξη. Επικεντρώθηκε κυρίως στις επιπτώσεις από την εγκατάσταση και λειτουργία των φωτοβολταϊκών και των αιολικών πάρκων, δεδομένου ότι αυτές οι τεχνολογίες συμμετέχουν στην παραγωγή του 98% της ενέργειας από Α.Π.Ε. σε εθνικό επίπεδο.

Σημειώνεται στη μελέτη πως η χρήση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας προσφέρει πολλαπλά οφέλη, καθώς συνδέεται με την παραγωγή πράσινης ενέργειας με χαμηλό αποτύπωμα άνθρακα και περιλαμβάνει τη βελτίωση της ποιότητας της ατμόσφαιρας, την απεξάρτηση από τη χρήση ορυκτών καυσίμων, τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, τη μείωση της κατανάλωσης νερού, το γεγονός πως είναι φιλικές προς το περιβάλλον, την αξιοποίηση ανεξάντλητων φυσικών πόρων και ταυτόχρονα τη συμβολή, υπό προϋποθέσεις, της μείωσης των τιμών της ενέργειας.

Επιπλέον, οι τοπικές κοινωνίες επωφελούνται μερικώς από τη δημιουργία πράσινων θέσεων εργασίας, που όμως περιορίζεται κυρίως στην κατασκευή και σε πολύ μικρότερο βαθμό στη λειτουργία και τη συντήρηση των έργων. Από την εγκατάσταση Α.Π.Ε. οι τοπικές κοινωνίες ωφελούνται από ανταποδοτικά τέλη, με αποτέλεσμα τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών.

Ακόμη, παρουσιάζουν ευκαιρίες αμοιβαίου οφέλους μαζί με άλλες οικονομικές δραστηριότητες που σχετίζονται με αξιοποίηση υποβαθμισμένων εδαφών, ανάπτυξη αγροβολταϊκών συστημάτων παραγωγής καθώς και ανάπτυξη υβριδικών συστημάτων ενεργειακής ισχύος, με την ενσωμάτωση τους σε υποδομές και αρχιτεκτονικά στοιχεία.

Ταυτόχρονα, η επέκταση των Α.Π.Ε. συνδέεται με μια σειρά από μειονεκτήματα, που περιλαμβάνουν την διαταραχή των συνθηκών του μικροκλίματος (θερμοκρασία, υγρασία, ακτινοβολία), την αλλαγή χρήσεων γης, τη μείωση της παραγωγικότητας και την απώλεια την οργανικής ουσίας και της βιοποικιλότητας. την υποβάθμιση της ποιότητας του εδάφους ως προς τις φυσικές και χημικές του ιδιότητες, την αύξηση της διάβρωσης του εδάφους, τη διαταραχή των φυτοκοινωνιών, τον κατακερματισμό την απώλεια ή αλλοίωση των οικοτόπων, τη μείωση των υπηρεσιών του οικοσυστήματος, τη θνησιμότητα άγριας ζωής, την υποβάθμιση της αισθητικής του τοπίου, τη μείωση θέσεων εργασίας από την παύση λειτουργίας των ΑΗΣ παραγωγής ενέργειας και την εμφάνιση πλασματικού περιφερειακού Α.Ε.Π.

Επιπλέον, μπορεί να δημιουργηθεί επικινδυνότητα που αφορά στην ποιότητα του αέρα, στην υγεία των εργαζομένων στις εγκαταστάσεις και το κοινό, από αυξήσεις στα αέρια σωματίδια, από τη μείωση της ορατότητας για τους οδηγούς σε κοντινούς δρόμους, από ρύπανση του υδροφόρου ορίζοντα, καθώς από τοξικές ουσίες που απελευθερώνονται κατά το στάδιο απεγκατάστασης των μονάδων.

Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά τις επιπτώσεις στην άγρια πανίδα και το εκτρεφόμενο ζωικό κεφάλαιο, από την αξιολόγηση των ευρημάτων, προέκυψε ότι η επίδραση στην άγρια πανίδα είναι μεγαλύτερη από αυτή των εκτρεφόμενων ζώων, χωρίς ωστόσο να θεωρείται μη βλαπτική για τα ζώα εκτροφής. Στην άγρια πανίδα, έχουν καταγραφεί σημαντικά ευρήματα ως προς την απομάκρυνση ειδών από την περιοχή λόγω των κραδασμών και της ηχορύπανσης που προκαλούνται κατά τα στάδια διαμόρφωσης επιφανειών αλλά και των εργασιών εγκατάστασης Φ/Β και αιολικών πάρκων. Κατά το στάδιο λειτουργίας, σημαντική είναι η επίδραση στον πληθυσμό της ορνιθοπανίδας και των πτηνών, κυρίως λόγω προσκρούσεων σε ανεμογεννήτριες.

Αξιοσημείωτες είναι επίσης οι επιπτώσεις των Α.Π.Ε. στο στάδιο αναπαραγωγής των διάφορων ειδών, καθώς συχνά καταστρέφονται τα ενδιαιτήματα που χρησιμοποιούνται ως φωλιές ή καταφύγια. Σημαντική κρίνεται επίσης, η συμβολή στη θνησιμότητα των αρπακτικών πτηνών σε προστατευόμενες περιοχές. Τέλος, σε περιπτώσεις ακραίων καιρικών φαινομένων, έχουν καταγραφεί σημαντικές απώλειες άγριας πανίδας, λόγω της πτώσης πάγου από τα πτερύγια των ανεμογεννητριών.

Στην περίπτωση των εκτρεφόμενων ζώων, το είδος και το μέγεθος των επιπτώσεων εξαρτάται από το είδος σταβλισμού και την κατεύθυνση παραγωγής. Η εγκατάσταση Φ/Β ή αιολικών πάρκων σε βοσκοτόπους ή χορτολιβαδικές εκτάσεις, επηρεάζουν σημαντικά τη βοσκοϊκανότητατα σε ζώα ελευθέρας βοσκής (π.χ. αιγοπρόβατα, βοοειδή), αναγκάζοντας τους κτηνοτρόφους, να μεταφερθούν σε άλλες περιοχές για την αναζήτηση βοσκήσιμων γαιών. Αντίστοιχα, σε σταβλισμένες εγκαταστάσεις έχουν αναφερθεί περιστατικά μείωσης ποσότητας ή αλλοίωσης της ποιότητας των γαλακτοκομικών προϊόντων λόγω δημιουργίας στρες, από κραδασμούς και θορύβους.

Στην Περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας, η συνολική εγκατεστημένη ισχύς Α.Π.Ε. που βρίσκονται ήδη σε λειτουργία, ανέρχεται, όπως αναφέρθηκε, σε περίπου 1.326,3 MW η οποία αντιστοιχεί στο 31,4% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος των Α.Π.Ε. της χώρας. Από τα μέχρι τώρα στοιχεία, τα Φ/Β πάρκα καταλαμβάνουν σχεδόν 230.000 στρέμματα, εκ των οποίων τα 68.000 αφορούν αγροτικές εκτάσεις, οι οποίες αποτελούν το 2,43% της συνολικής επιφάνειας της. Τέλος, όσον αφορά μόνο τις αγροτικές εκτάσεις, αυτά καταλαμβάνουν το 3,52% της χρησιμοποιούμενης αγροτικής γης.

Τονίζεται στη μελέτη πως η ραγδαία ανάπτυξη των Α.Π.Ε. δημιουργεί έντονο προβληματισμό λόγω της συνεχούς μείωσης της χρησιμοποιούμενης γεωργικής έκτασης που παρατηρείται στην Π.Δ.Μ σε σχέση με τα επίπεδα του 2011.

Επί πρόσθετα, η αποθήκευση της περίσσειας ενέργειας από Α.Π.Ε. απαιτεί τη δέσμευση νέων χερσαίων εκτάσεων για την εγκατάσταση αντίστοιχων υποδομών, εντείνοντας τους προβληματισμούς για τις χρήσεις γης. Ακόμη, η κατεύθυνση για αποθήκευση ενέργειας σε συστήματα αντλησιοταμίευσης ενδέχεται να επιφέρει σημαντική διατάραξη του υδατικού ισοζυγίου των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων της ευρύτερης περιοχής που σε εποχή έντονης ξηρασίας θα δημιουργήσει πιέσεις στη διαχείριση του νερού μεταξύ της παραγωγής και αποθήκευσης ενέργειας από Α.Π.Ε. και της αγροκτηνοτροφικής παραγωγής της ευρύτερης περιοχής του Άξονα Αμύνταιου – Εορδαίας – Κοζάνης με προφανείς κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις.

Τέλος, αναφέρεται πως οι περισσότερες επιπτώσεις των Α.Π.Ε. δε γίνονται εύκολα αντιληπτές, καθώς για την αξιολόγηση των άμεσων ή έμμεσων επιπτώσεων πρέπει να προηγηθεί ανάλυση και ερμηνεία της κατάστασης διάφορων ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών. Ενώ για την βέλτιστη εκμετάλλευση των πλεονεκτημάτων αλλά και την αποφυγή των αρνητικών επιπτώσεων των Α.Π.Ε. κρίνεται απαραίτητος ο στρατηγικός ενεργειακός σχεδιασμός.

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Μοιραστείτε την είδηση