Η πρώτη του έκθεση «Κοζάνη | Αλλιώς» παρουσιάζει την πόλη με αυθορμητισμό και αλήθεια
Η Κοζάνη, οι δρόμοι της, οι άνθρωποί της και οι σιωπηλές στιγμές της καθημερινότητας γίνονται το σκηνικό της πρώτης έκθεσης του Δημήτρη Βλιαγκόφτη. Με τίτλο «Κοζάνη | Αλλιώς», η έκθεση παρουσιάζεται αυτό το Σαββατοκύριακο στο Εργοστάσιο Κικής, στην περιοχή Κασλά, έναν χώρο που για τον ίδιο έχει ξεχωριστή συναισθηματική αξία, καθώς συνδέεται με τις παιδικές του αναμνήσεις. «Από μικρό παιδί δούλευα και απέναντι από αυτό το εργοστάσιο είχαμε τα ψυγεία μας», λέει, θυμούμενος τα πρώτα του βήματα στην πόλη που σήμερα αποτυπώνει μέσα από το φακό του.

Η ιδέα για την έκθεση δεν ήταν δική του. Όπως εξηγεί, ήρθε απρόσμενα, μέσα από τη ματιά της επιμελήτριας Χριστίνας Ματιάκη. «Η ιδέα για την έκθεση είναι της Χριστίνας Ματιάκη, είδε τις φωτογραφίες μου και αυτή με έπεισε να προχωρήσουμε στην έκθεση. Εγώ δεν το είχα καν στο μυαλό μου». Η ανταπόκριση του κοινού ξεπέρασε κάθε προσδοκία, αφού, όπως λέει, «είναι ήδη sold out και οι δύο μέρες και προσπαθούμε να τη συνεχίσουμε για να έρθει κι άλλος κόσμος».
Η έκθεση περιλαμβάνει έξι μεγάλες φωτογραφίες στην είσοδο, άλλες τριάντα στο εσωτερικό, ενώ θα προβάλλονται με προτζέκτορα περίπου τριακόσιες ακόμη, αγγίζοντας συνολικά τις τριακόσιες πενήντα. Ένα πλούσιο φωτογραφικό αρχείο, που, όπως σημειώνει, αποτυπώνει στιγμές απλές, καθημερινές της πόλης από τη δική του ματιά. Εικόνες ανθρώπων που περπατούν, χαμογελούν, κουράζονται, σκέφτονται, αλλά και φωτογραφίες χωρίς πρόσωπα, με νεκρή φύση και σιωπές που κουβαλούν ζωή.


Η φωτογραφία μπήκε στη ζωή του το 1986, όταν αγόρασε την πρώτη του μηχανή. Από τότε τον συνόδευε διακριτικά, άλλοτε πιο έντονα κι άλλοτε αποσυρμένη. «Έβγαζα από μικρός φωτογραφίες, ωστόσο ντρεπόμουν και δεν ένιωθα άνετα να κυκλοφορώ στους δρόμους της Κοζάνης και να φωτογραφίζω», λέει με ειλικρίνεια. Το 2000, όταν έφυγε στην Αθήνα για να ολοκληρώσει τις σπουδές του, ξαναβρήκε τη σχέση του με τη φωτογραφία, αλλά η καθημερινότητα της δουλειάς, όταν επέστρεψε, τον απομάκρυνε ξανά. «Εν μέσω κόβιντ ασχολήθηκα ξανά και δεν την άφησα», λέει με ένα χαμόγελο ικανοποίησης, γνωρίζοντας πια ότι αυτή η δημιουργική ανάγκη δεν θα φύγει ξανά. Είναι αυτοδίδακτος και αυτό κάνει τη ματιά του ακόμη πιο αυθεντική.
Ο Δημήτρης Βλιαγκόφτης εργάζεται ως μανάβης. Ανάμεσα στους πάγκους με τα φρούτα και τα λαχανικά, βρίσκει χρόνο να παρατηρεί τον ρυθμό της πόλης και να βλέπει ομορφιά εκεί που οι περισσότεροι προσπερνούν. «Λόγω της δουλειάς μου έχω την ευχέρεια να γυρίζω μέσα στην πόλη, αλλά και όταν δεν έχω δουλειά, βγαίνω με φίλο μου και βγάζω φωτογραφίες σε όλες τις καιρικές συνθήκες, από 40 βαθμούς Κελσίου και καύσωνα μέχρι -15», λέει. Για εκείνον, η φωτογραφία δεν είναι σχέδιο ή απόφαση, αλλά αυθόρμητη ανάγκη. «Αυτά που φωτογραφίζω είναι αυτά που μου αρέσουν και μου βγαίνει αυθόρμητα. Δεν το σκέφτομαι καθόλου. Βγαίνει από μέσα μου».


Η αγάπη του για το ασπρόμαυρο είναι χαρακτηριστική. Όπως εξηγεί, του επιτρέπει να απομονώνει το βλέμμα και να αναδεικνύει την ουσία. «Οι φωτογραφίες από φιλμ νομίζω ότι είναι ό,τι καλύτερο. Αλλά είναι πολύ δαπανηρό πλέον. Μου αρέσει πολύ η ασπρόμαυρη φωτογραφία και το ανθρώπινο στοιχείο μέσα σε αυτές. Θέλω τον ανθρώπινο παράγοντα μέσα. Να υπάρχει κάποια κίνηση, κάποια μορφή, κάποια σκιά. Κατά 90% προτιμώ το ασπρόμαυρο. Δεν είναι απόλυτο ωστόσο, αν κάτι πρέπει να είναι έγχρωμο θα το βγάλω».
Η ψυχή της πόλης, για τον Δημήτρη Βλιαγκόφτη, είναι οι άνθρωποί της. «Γι’ αυτό και η έκθεση έχει μέσα τους ανθρώπους της», λέει, προσθέτοντας πως οι θεατές «θα ξαφνιαστούν ευχάριστα». Πολλοί, όπως σημειώνει, θα δουν τον εαυτό τους στις φωτογραφίες. «Οι άνθρωποι που ζουν, που περπατάνε, που δουλεύουν, που γελάνε, που μαλώνουν, που σκέφτονται, αυτοί είναι η ψυχή της πόλης».

Το βλέμμα του εστιάζει στις μικρές ανθρώπινες κινήσεις, στα χαμόγελα, στη σιωπή, στην κίνηση ενός σώματος, στη σκιά ενός περαστικού. «Το κλικ μου βγαίνει αβίαστα, δεν είναι επιτηδευμένο. Μου βγαίνει αυτόματα από την ψυχή μου το τι θα φωτογραφήσω», λέει, εξηγώντας ότι δεν κυκλοφορεί ποτέ χωρίς τη μηχανή του. «Κυκλοφορώ πάντα με τη φωτογραφική μηχανή μαζί μου. Και αν για κάποιο λόγο δεν την έχω, θα βγάλω φωτογραφία με το κινητό, αν και είναι μακράν καλύτερη η φωτογραφική».
Αν έπρεπε να περιγράψει την Κοζάνη με μία μόνο φωτογραφία, αυτή, όπως λέει, θα είχε στο φόντο το Μαμάτσιο καμπαναριό και ανθρώπους που το κοιτούν. «Έχει αρκετές τέτοιες φωτογραφίες η έκθεση», σημειώνει, ενώ η αγαπημένη του φωτογραφία είναι εκείνη που στολίζει και την αφίσα της έκθεσης. «Είναι η αγαπημένη μου. Είναι η εικόνα που συναντώ κάθε πρωί από το μπαλκόνι μου» εξηγεί.

Ο Δημήτρης Βλιαγκόφτης αντιμετωπίζει τη φωτογραφία όχι ως τεχνική, αλλά ως τρόπο ζωής. Θεωρεί ότι το σημαντικότερο για κάθε άνθρωπο που θέλει να εκφραστεί μέσα από τον φακό είναι να παραμείνει ειλικρινής απέναντι στον εαυτό του. «Η συμβουλή μου σε όσους θέλουν να ασχοληθούν με τη φωτογραφία είναι να ακολουθούν πάντα την καρδιά τους και να βγάζουν πάντα αυτό που τους αρέσει και τους εκφράζει και όχι κάτι που επιβάλλουν οι καιροί ή κάποιος άλλος».
Κλείνοντας, τονίζει πως η τέχνη μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε όχι μόνο τον τόπο μας, αλλά και τον ίδιο μας τον εαυτό. «Πιστεύω ότι η τέχνη μπορεί να αλλάξει το πώς βλέπουμε την πόλη μας και τον εαυτό μας μέσα σε αυτή», λέει με απλότητα. Και ίσως αυτό να είναι το βαθύτερο μήνυμα της έκθεσης: μια Κοζάνη που «φαίνεται αλλιώς», μα είναι ακριβώς η ίδια, όπως την κοιτούν οι άνθρωποί της.
Θένια Βασιλειάδου – www.xronos-kozanis.gr







