Δημοκρατία, κατά ορισμό, είναι το πολίτευμα, στο οποίο η εξουσία πηγάζει από τον λαό, ασκείται από τον λαό και υπηρετεί τα συμφέροντα του λαού. Ακούγεται πολύ όμορφο, ώστε να είναι αληθινό! Όταν εμείς, οι Νεοέλληνες ερχόμαστε σε επαφή, μέσω της ιστορίας, με τους αρχαίους προγόνους μας, αισθανόμαστε ιδιαίτερη υπερηφάνεια, επειδή, όπως είναι αποδεκτό από πλείστους ερευνητές διαφόρων εθνοτήτων, εκείνοι συνέλαβαν την έννοια της δημοκρατίας και επιδίωξαν την εφαρμογή του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ο Περικλής στον «Επιτάφιο λόγο», τον οποίο διέσωσε ο ανυπέρβλητος Θουκυδίδης τόνισε: «Καλείται το πολίτευμά μας Δημοκρατία, γιατί η κυβέρνηση της πόλης δεν βρίσκεται στα χέρια των ολίγων, βρίσκεται στα χέρια των πολλών». Η σχετική διδασκαλία είναι καλή τροφή στα πλαίσια του παιδικού και εφηβικού ιδεαλισμού, πόσο όμως απέχει από την ιστορική αλήθεια! Ο Θουκυδίδης έγραψε ακόμη για τα ισχύοντα στην Αθήνα της εποχής του: «Λόγω μεν δημοκρατία έργω δε του πρώτου ανδρός αρχή»! Και αναφερόταν στη διακυβέρνηση της πόλης από τον Περικλή.
Όπως και ο πλέον στυγνός δικτάτωρ δεν είναι δυνατό να ασκήσει εξουσία χωρίς την υποστήριξη ομάδας πολιτών, οι οποίοι επωφελούνται από τη διανομή ρόλων από τον ασκούντα την εξουσία απολύτως, έτσι και στο δημοκρατικό πολίτευμα την εξουσία ασκεί ομάδα πολιτών στο όνομα του λαού, στην ουσία όμως για προσωπικά ιδιοτελή συμφέροντα. Αυτό που χαρακτηρίζει πρωτίστως τους ασκούντες την εξουσία διαχρονικά είναι η φιλοδοξία και έπονται και άλλα. Ο Περικλής, ως ηγέτης των δημοκρατικών, αν και προερχόμενος από οικογένεια αριστοκρατών, υπήρξε πολέμιος του Κίμωνα, του γυιού του μαραθωνομάχου Μιλτιάδη, την εξορία του οποίου επέτυχε. Να θυμίσουμε ότι ο ήρωας Μιλτιάδης πέθανε στη φυλακή από επιμόλυνση τραύματος, που έλαβε στο πεδίο μάχης. Το πρόστιμο, που του είχε επιβάλει η πόλη το πλήρωσε, αργότερα, ο Κίμων. Ο Περικλής δεν προέβη βέβαια σε ισοκατανομή των εισοδημάτων στην Αθήνα ούτε και έδωσε στην πράξη ίσα δικαιώματα. Και οι ηγέτες των δημοκρατικών ήσαν αρκετά ευκατάστατοι, όπως συμβαίνει και στη νεωτερικότητα, που φαίνεται να οδεύει προς το τέλος της. Κύριο όπλο των γητευτών του λαού, διαχρονικά, ήταν ο δημαγωγικός λόγος και στη χρήση αυτού ο Περικλής υπήρξε ανυπέρβλητος. Αγωνίστηκε όντως για το μεγαλείο της Αθήνας, η οποία υπό την ηγεσία του έφθασε στον κολοφώνα της δόξας. Πώς όμως; Με το να επιβάλει στη συμμαχία, που είχαν συμπήξει φιλικές προς την Αθήνα πόλεις, όρους, που καθιστούσαν τους «συμμάχους» πολιτικά και οικονομικά υποτελείς στους Αθηναίους. Και όταν κάποτε οι Δήλιοι αρνήθηκαν την ένταξη στην «Αθηναϊκή συμμαχία», οι Αθηναίοι εξεστράτευσαν κατά του νησιού, το κατέλαβαν και έσφαξαν ή πούλησαν ως σκλάβους τους κατοίκους του. Η πολιτική αυτή, που δεν αναλύουμε σε βάθος, είχε ως συνέπεια να ενταθεί ο ανταγωνισμός μεταξύ Σπάρτης και Αθήνας, που οδήγησε στην ήττα της δεύτερης και την πορεία προς την παρακμή του αρχαίου ελληνικού κόσμου, ως την επικράτηση του ολιγαρχικού βασιλείου της Μακεδονίας.
Σήμερα οι ΗΠΑ, πλανητική δύναμη, καυχάται ότι έχει υιοθετήσει το πολίτευμα της αρχαίας Αθήνας. Πράγματι υπάρχουν κάποιες αναλογίες. Το ΝΑΤΟ είναι «συμμαχία» εξυπηρέτησης αμερικανικών συμφερόντων. Αξίζει πάντως η επισήμανση: Όχι συμφερόντων του αμερικανικού λαού, αλλά ομάδας πολιτών, που επωφελούνται από την ισχύ της χώρας, η οποία αυξάνει με τον πλούτο που εισρέει σ’ αυτήν με τις επεμβάσεις και λεηλασίες πλείστων χωρών για ωμά συμφέροντα, κατά το ανάλογο του αφανισμού της Δήλου. Και αντίπαλο δέος, κατ’ αναλογία προς την αρχαία Σπάρτη, δεν υφίσταται πλέον, καθώς ο κομμουνισμός έχει καταρρεύσει. Βέβαια αδικούμε κατάφωρα τη Σπάρτη, όταν συγκρίνουμε το πολίτευμά της με το σταλινικό.
Εκείνο, που αποφεύγουμε να διδάξουμε στα παιδιά, είναι η δουλοκτησία στη δημοκρατική Αθήνα. ΟΙ δούλοι αποτελούσαν, κατά τους πλέον μετριοπαθείς υπολογισμούς το 15% του πληθυσμού. Κατ’ άλλους υπερέβαινε ακόμη και το διπλάσιο ποσοστό! Αυτοί ήταν αιχμάλωτοι πολέμου και σκλαβοπάζαρα ανθούσαν σε ελληνικές πόλεις. ΟΙ αρχαίοι μας πρόγονοι δεν είχαν συλλάβει την έννοια του προσώπου και δεν αναγνώριζαν ίση την αξία των ανθρώπων. Η ιστορική ανατροπή επιτεύχθηκε χάρη στη διδασκαλία του Ιησού Χριστού, διδασκαλία, που έθεσε ειρηνικά τέλος στον εξανδραποδισμό ανθρώπων, ενώ, προηγουμένως, η αιματηρή επιχείρηση του Σπάρτακου είχε αποτύχει. Βέβαια η δουλεία επανήλθε στο προσκήνιο της ιστορίας με την κατάκτηση της Δυτικής Ευρώπης από Φραγκογερμανικά φύλα, τα οποία επέβαλαν το φεουδαρχικό ολοκληρωτικό σύστημα, κύριο γνώρισμα του οποίου ήταν η διάκριση των πολιτών σε «ευγενείς» κληρονομικώ δικαίω και δουλοπάροικους στην απόλυτη εξουσία των πρώτων. Και το καθεστώς «ευλογήθηκε» από τον θρησκευτικό ηγέτη της Δύσης στα πλαίσια διαστρεβλωμένης ευαγγελικής διδασκαλίας. Η νεοβαρβαρότητα εξαπλώθηκε με την ανακάλυψη των νέων χωρών, της Αμερικής και της υποσαχάριας Αφρικής. Η απληστία των ηγεμόνων όχι μόνο των υπό φεουδαρχικό καθεστώς χωρών αλλά και των υπό «δημοκρατικό», της Αγγλίας, αρχικά και της Γαλλίας, μετά την επικράτηση της γαλλικής επανάστασης στη δεύτερη, οδήγησε στην αποικιοκρατία. Οι αποικιοκράτες, στηριζόμενοι και σε εντόπιους πρόθυμους να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους κατακτητές, λεηλάτησαν στο όνομα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που καυχώνται ότι κατοχύρωσαν, τις φτωχές χώρες και οδήγησαν τους λαούς αυτών στην εξαθλίωση. Πρώτος έθεσε το θέμα της κατάργησης της δουλείας ο μεγάλος Καποδίστριας, τον οποίο κάποιος δικός μας αποκάλεσε δικτάτορα!
Πλείστες χώρες απέκτησαν την ανεξαρτησία τους στα μέσα του 20ου αιώνα. Σήμανε αυτή το τέλος της αποικιοκρατίας; Ασφαλώς όχι. Τη διαδέχθηκε η νεοαποικιοκρατία, δηλαδή η συνέχιση της εκμετάλλευσης των φτωχών χωρών χωρίς δαπάνες συντήρησης επί τόπου στρατού και διοικητικού μηχανισμού. Τα συμφέροντα των ισχυρών εξυπηρετούνται θαυμάσια από αρχομανείς εντόπιους, που υποστηρίζονται από ισχυρές χώρες, εξυπηρετούν τα συμφέροντα εκείνων και θησαυρίζουν εκποιώντας τον εθνικό πλούτο και καταδυναστεύοντας τους λαούς τους.
Βέβαια από τις διεθνείς αυτές εξελίξεις επωφελήθηκαν οι λαοί των αποικιοκτητικών χωρών, οι οποίοι απέκτησαν μεγάλη αγοραστική δύναμη χάρη στη διανομή των υπερπλεονασμάτων από την καταλήστευση των αδικημένων και καταφρονεμένων. Στα αστικά κοινοβούλια δεν γίνεται λόγος για την άγρια εκμετάλλευση ούτε και οι πολίτες των χωρών ενδιαφέρονται να μάθουν τί συμβαίνει σε άλλες χώρες, ώστε αυτοί να επωφελούνται αγοράζοντας κατά κόρο πλείστα όσα «αγαθά» ανάγκης ή επίδειξης οικονομικής ευμάρειας.
Τώρα το σύστημα εξουσίας αρχίζει να μειώνει τις παροχές προς τους προνομιούχους πολίτες επιβάλλοντας πολιτική στις κυβερνήσεις των ασθενεστέρων χωρών, οι ηγέτες των οποίων καυχώνται και διαβεβαιώνουν τους λαούς ότι είναι ισχυρές και συμμετέχουν ισότιμα στη λήψη αποφάσεων. Και στις εκλογές αμιλλώνται τα κόμματα, μορφώματα της νεωτερικότητας, να υπερισχύσουν με τη χρήση δημαγωγικού λόγου και πλήθος υποσχέσεων, τις οποίες ασφαλώς δεν θα εκπληρώσουν. Και αυτό το γνωρίζει το εκλογικό σώμα, που προσέρχεται στις κάλπες με την ελπίδα να ξημερώσουν καλύτερες ημέρες. Αντί γι’ αυτές βιώνει μετεκλογικά στέρηση δικαιωμάτων, μείωση αγοραστικής δύναμης και παραχωρήσεις και άλλων δικαιωμάτων σε υπερεθνικά κέντρα εξουσίας, τα οποία διαμορφώνουν τις πολιτικές των κυβερνήσεων ανεξαρτήτως «ιδεολογικού υποβάθρου». Για ποια ιδεολογία να μιλούμε στη μεταϊδεολογική εποχή.
Τα ανωτέρω ποια σχέση έχουν με τη δημοκρατία, για την οποία καυχώμαστε;