Υπάρχουν συμβάντα που δημιουργούν μεγάλες ρηγματώσεις στην κοινωνία. Συλλογικά τραύματα τόσο βαθιά, που αλλάζουν όχι μόνο τη σχέση μας με την πολιτική, την πατρίδα, αλλά και τη θέαση της ίδιας της ζωής. Τέτοιας εμβέλειας γεγονός ήταν και το δυστύχημα των Τεμπών, το οποίο απογύμνωσε με τρόπο τραγικό, χρονίζουσες ανεπάρκειες και παθογένειες της δημόσιας ζωής.
Αυτή τη φορά, νομίζω, ακόμα και οι πενθούντες από τον καναπέ, είναι ειλικρινείς. Ίσως γιατί θα μπορούσε να συμβεί σε όλους μας. Το τραύμα που προκλήθηκε απ΄ την τραγωδία των Τεμπών είναι καθ΄αυτό τεράστιο. Λόγω του αριθμού των νεκρών και του φρικώδους θανάτου νέων ανθρώπων, που είχαν μπροστά τους όλη τη ζωή. Είναι ακόμα και ο ανυπολόγιστος τραυματισμός που θα επιφέρει στους επιζήσαντες και στις οικογένειές των νεκρών ο τρόμος.
Είναι χαρακτηριστικό το ξέσπασμα του δύσμοιρου πατέρα των δίδυμων κοριτσιών της Καλαμπάκας: ¨Έχουμε να κάνουμε με τομάρια! Τι ν΄ακούσω; Για σουβλάκια, για τράκες, για γκόμενες; Ήταν ανεύθυνοι. Έχουμε να κάνουμε με τομάρια¨.
Σίγουρα δεν είναι τέτοια ανεύθυνα ¨τομάρια¨ όλοι οι σιδηροδρομικοί. Ή τουλάχιστον δεν ήταν απ΄όσο ξέρω, παλιότερα.
Στα πέντε χρόνια των σπουδών μου στο Α.Π.Θ, τη δεκαετία του 1970, πηγαινοερχόμουν στη Θεσσαλονίκη πάντα με τρένο. Εκατοντάδες φορές πραγματοποίησα τη διαδρομή Κόμανος- Θεσσαλονίκη και αντιστρόφως. Δεν έχω να θυμηθώ κανένα δυσάρεστο απρόοπτο. Σε όλους τους σταθμούς που σταματούσε η αμαξοστοιχία την περίμεναν, με χιόνια και βροχές σταθμάρχες σοβαροί και αξιοπρεπείς, επιτελούντες στο ακέραιο το καθήκον τους, ντυμένοι με καπέλο και γραβάτα και όχι ατημέλητοι με αλυσίδες και σκουλαρίκια.. Υπάλληλοι που ενέπνεαν σιγουριά και σοβαρότητα.
Δε θα ξεχάσω ποτέ τη συμπεριφορά του Σταθμάρχη Κομάνου. Ήταν χειμώνας και πηγαίναμε με το φίλο μου στο χωριό μας -παλιά Καρδιά- για τις διακοπές των Χριστουγέννων. Το τρένο με μικρή καθυστέρηση -χιόνιζε πολύ- έφτασε στον Κόμανο γύρω στις 11 βράδυ, αντί για τις 10 που έφτανε συνήθως. Το ταξί που συνήθως περίμενε, προφανώς λόγω χιονιά, δεν εμφανίστηκε, οπότε στην απελπισία μας ξεκινήσαμε να πάμε στον Κόμανο σε συγγενείς.
-Πού θα πάτε παιδιά μου τέτοια ώρα και με τέτοιο καιρό, μας είπε ο Σταθμάρχης και μας γύρισε πίσω. Θα μείνετε απόψε σε μένα και αύριο με το καλό βλέπουμε.
Πράγματι, η καλοσυνάτη σύζυγος μας έκανε τσάι ζεστό και μας έστρωσε στη μικρή κουζίνα.
Συνειρμικά λοιπόν, απ΄όσα λέγονται και ακούγονται τούτες τις ημέρες, για σταθμάρχες, για ευθύνες και για αίτια, ήρθε στη θύμησή μου, πενήντα χρόνια μετά, το περιστατικό εκείνο της ανθρωπιάς. Και εκεί κατά τη γνώμη μου εστιάζεται το πρόβλημα. Μπορεί να υστερούμε σε σύγχρονη υλικοτεχνική υποδομή και εν γένει οργάνωση. Τα αίτια όμως εδώ είναι πρωτίστως ανθρωπογενή. Φταίει δηλαδή ο κακός, ο αυτοκαταστροφικός εαυτός μας, πιο πολύ απ΄ τα μέσα, μας λείπει η αξιοκρατία, η ενσυναίσθηση της ευθύνης και της συλλογικότητας.
Τα Τέμπη ήταν μια τραγωδία, και σαν τέτοια τελειώνει με τη λεγόμενη κάθαρση. Πώς όμως; Για τη Μάντρα δε μιλάει πια κανείς, ενώ για το Μάτι η δίκη συνεχίζεται. Φοβάμαι μήπως ζήσουμε ξανά τέτοια δράματα, εφόσον άνθρωποι εσωτερικά αποτυχημένοι αναζητούν υπαρξιακή επιβεβαίωση στην εξουσία, και συσσωρεύουν τελικά ερείπια στον τόπο, θα επαναλαμβάνονται και στο μέλλον, εφόσον βάζουμε σ τόσο νευραλγικά πόστα, ανθρώπους άπειρους, ακατάρτιστους και ενδεχομένως ψυχοτεχνικά ανεπαρκείς.
Είθε να μην επαληθεύεται στο εξής η ρήση του θυμόσοφου γέρου του Μοριά, του Κολοκοτρώνη: ¨Αυτό το δοβλέτι (κράτος- πολιτεία), έτσι θα πάει συνέχεια. Ούτε σιάζεται, ούτε πρόκειται να χαθεί¨.