Υπάρχουν τρεις τρόποι για να “διαβάσει” κάποιος τη σοκαριστική δολοφονία της Θεσσαλονίκης. Ο ένας είναι με τη διάθεση της αιτιολόγησης των πραγμάτων από κληρονομικής-γονιδιακής άποψης. Ο δεύτερος είναι ως μια απρόσμενη πράξη εν βρασμώ ή αλλιώς η κακιά η ώρα και ο τρίτος ως αποτέλεσμα μιας προβληματικής υποβόσκουσας κατάστασης στο οικογενειακό-κοινωνικό περιβάλλον.
Οι δύο πρώτες αναγνώσεις δε σηκώνουν πολλές αναλύσεις. Η τρίτη, όμως, που είναι καθαρά κοινωνική, αφορά στις ευθύνες της ίδιας της οικογένειας, του σχολείου και του περιβάλλοντος που απέτυχε να δει έγκαιρα ότι υπήρχε πρόβλημα. Όπως συνέβη και στην περίπτωση Γιακουμάκη.
Μέχρι που, όμως, επιτρέπεται να φτάσει το μαστίγωμα της οικογένειας και του τοπικού περιβάλλοντος, ως βασικών ενόχων που απέτυχαν να εντοπίσουν το πρόβλημα; Έχουμε άραγε οι υπόλοιποι δικαίωμα να κρίνουμε “ελαφρά τη καρδία” τον τρόπο που κάποιοι -άγνωστοι σε εμάς- ανέθρεψαν τα παιδιά τους και μάλιστα υποβαθμίζοντας το ρόλο που παίζουν οι ψυχολογικοί παράγοντες; Μάλλον, όχι.
Αν κάτι μπορεί να βγει από την ιστορία αυτή είναι ένα ακόμα “καμπανάκι” στα θέματα σχολικού εκφοβισμού. Μια μεγαλύτερη εγρήγορση. Όχι ότι μπορεί πάντα να αποτρέψει το μοιραίο. Εξάλλου, κάθε περίπτωση είναι διαφορετική. Δεν γίνονται δολοφόνοι όλοι όσοι έχουν υποστεί κάποια εκδοχή bullying. Αν συνέβαινε αυτό θα ήταν γεμάτο το καθημερινό δελτίο απο ανάλογες περιπτώσεις.